Κάλεσμα στις κυβερνήσεις να φορολογήσουν τους πλουσιότερους απευθύνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Μάλιστα ζήτησε να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών που έχει διευρυνθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Σύμφωνα με το Reuters, το ΔΝΤ δήλωσε την Πέμπτη ότι οι προηγμένες οικονομίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν πιο προοδευτικούς φόρους εισοδήματος, κληρονομιάς και περιουσίας και φόρους στα «υπερβολικά» εταιρικά κέρδη για να βοηθήσουν στη μείωση των ανισοτήτων που εκτίθενται από την πανδημία COVID-19.
Η πανδημία «εξέθεσε και επέτεινε προϋπάρχουσες ανισότητες όσον αφορά τα εισοδήματα και την πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, όπως η υγειονομική περίθαλψη και ο εμβολιασμός», συνόψισε το ΔΝΤ στην έκθεσή του αυτή, που καταρτίστηκε ενόψει της εαρινής συνόδου του.
«Σε αυτό το πλαίσιο, οι κοινωνίες ενδέχεται να γνωρίσουν πόλωση, αποσάθρωση της εμπιστοσύνης στις κυβερνήσεις, ή αναταραχή», εκτίμησε ο χρηματοπιστωτικός θεσμός της Ουάσινγκτον, προσθέτοντας πως «οι παράγοντες αυτοί περιπλέκουν την κατάρτιση πολιτικής και εγείρουν κινδύνους για τη σταθερότητα και τη λειτουργία των κοινωνιών».
«Οι κυβερνήσεις πρέπει να προσφέρουν στον καθένα δίκαιη ‘δόση’ πρόσβασης στις βασικές υπηρεσίες», προσθέτουν οι συγγραφείς του κειμένου του ΔΝΤ, αναφερόμενοι με αυτή τη μεταφορική έκφραση στα συστήματα υγείας και στα εμβόλια.
Καθώς η πανδημία πιέζει τα δημόσια οικονομικά πολλών κρατών, αρκετές χώρες θα πρέπει να αυξήσουν τα φορολογικά τους έσοδα και να δαπανούν τα διαθέσιμα κεφάλαιά τους αποτελεσματικότερα, συνιστούν.
Εισηγούνται επίσης να υποστηριχθούν κράτη με χαμηλότερα εισοδήματα, που έχουν βρεθεί αντιμέτωπα με «με ιδιαίτερα επίφοβες προκλήσεις».
«Για να επιτευχθούν οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης, με πρόσβαση στις βασικές υπηρεσίες ως το 2030, θα χρειάζονταν 3 τρισεκατομμύρια δολάρια για 121 αναδυόμενες οικονομίες και αναπτυσσόμενες χώρες με χαμηλά εισοδήματα», ή το 2,6% του εκτιμώμενου παγκόσμιου ΑΕΠ στον ορίζοντα αυτόν, υπολογίζουν.
Για να πείσουν ότι είναι απαραίτητο να αναληφθεί δράση, σε ανάρτησή τους στο blog του ΔΝΤ, οι οικονομολόγοι του Νταβίντ Αμαγκλομπέλι, Βίτορ Γκάσπαρ και Πάουλου Μέδας υπογραμμίζουν ότι έξι εκατομμύρια παιδιά σε αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες υπάρχει κίνδυνος να εγκαταλείψουν το σχολείο φέτος, κάτι που θα έχει συνέπειες για γενιές ολόκληρες.
«Οι επενδύσεις στην παιδεία, την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση των παιδιών μπορούν να φέρουν ισχυρά αποτελέσματα», κατ’ αυτούς.
«Εάν, για παράδειγμα, οι κυβερνήσεις αύξαναν τις δαπάνες τους για την παιδεία κατά 1% του ΑΕΠ, θα μπορούσαν να μειώσουν το χάσμα στους δείκτες παρακολούθησης των μαθημάτων μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων οικογενειών κατά σχεδόν ένα τρίτο», εκτιμούν.