Οι ευρωπαϊκές τράπεζες μπορούν να αντέξουν την κρίση του κορωνοϊού καθώς τα κεφαλαιακά «μαξιλάρια» τους είναι αρκετά μεγάλα, σύμφωνα με ανάλυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο τονίζει ότι είναι κρίσιμης σημασίας να συνεχιστούν τα μέτρα στήριξης έως ότου εδραιωθεί η οικονομική ανάκαμψη.
Το ΔΝΤ σημειώνει ότι, με τις κατάλληλες πολιτικές, οι τράπεζες θα είναι σε θέση να στηρίξουν την ανάκαμψη με χορηγήσεις δανείων. Οι τράπεζες της Ευρωζώνης θα αντέξουν τη βαθιά ύφεση του 2020, την οποία αναμένεται να ακολουθήσει μερική ανάκαμψη το 2021, με το βασικό σενάριο προβλέψεων του Ταμείου για το 2021.
Στο σενάριο αυτό, ο συνολικός δείκτης κεφαλαίων προβλέπεται να μειωθεί από το 14,7% στο 13,1% στο τέλος του 2021, εφόσον διατηρηθεί η στήριξη της πολιτικής, ενώ καμία τράπεζα δεν θα έχει δείκτη κάτω από το 4,5% που είναι η ελάχιστη εποπτική κεφαλαιακή απαίτηση, ακόμη και αν δεν συνεχισθούν οι πολιτικές στήριξης.
Το ΔΝΤ σημειώνει ότι θα υπάρξουν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των χωρών όσον αφορά την πορεία των τραπεζών λόγω των διαφορών στις πορείες των οικονομιών τους, στα αρχικά κεφαλαιακά μαξιλάρια τους και στο επίπεδο της στήριξης. Διαπιστώνει επίσης ότι θα υπάρξει μεγαλύτερος αντίκτυπος στα κεφάλαια των τραπεζών σε χώρες που έχουν πληγεί σκληρά από την πανδημία και για τις τράπεζες με υψηλότερα αρχικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και μεγάλη έκθεση σε τομείς που έχουν επηρεαστεί πολύ από την πανδημία.
Οι πολιτικές στήριξης είναι πολύ σημαντικές για να μειωθεί η έκταση της διάβρωσης της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών και να μειωθεί η πιθανότητα ότι οι τράπεζες θα περιορίσουν τις χορηγήσεις δανείων για να διασφαλίσουν τα κεφάλαιά τους. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι πολιτικές στήριξης περιλαμβάνουν -εκτός από την ελάφρυνση των εποπτικών υποχρεώσεων- ένα ευρύ φάσμα μέτρων στήριξης των δανειοληπτών, όπως τις αναστολές πληρωμών δόσεων δανείων (μορατόρια), κρατικές εγγυήσεις για δάνεια και την αναστολή των πτωχευτικών διαδικασιών. Περιλαμβάνουν, επίσης, επιχορηγήσεις, φορολογικές ελαφρύνσεις και επιδότηση του μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις.
Το Ταμείο τονίζει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να διασφαλίσουν μία ομαλή μετάβαση, συνεχίζοντας κάποια άμεση στήριξη για τις εταιρείες που έχουν πληγεί προσωρινά από την πανδημία και τις επιχειρήσεις που είναι σημαντικές για τη λειτουργία της οικονομίας, διευκολύνοντας παράλληλα την έξοδο των μη βιώσιμων εταιρειών.
Ο ρόλος της «κακής τράπεζας»
Βασικό στοιχεία στη φαρέτρα των τραπεζών πρέπει να παραμείνει η προσφορά εξειδικευμένων ρυθμίσεων των δανείων δανειοληπτών που έχουν πληγεί αλλά είναι βιώσιμοι. «Καθώς η ανάκαμψη εδραιώνεται, η καλύτερη στόχευση σε βιώσιμες επιχειρήσεις που δεν έχουν ρευστότητα και στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά θα κάνει τα μορατόρια πιο αποτελεσματικά και αποδοτικά». Το Ταμείο θεωρεί προτιμότερη την κρατική εγγύηση δανείων από υποχρεωτικά γενικά μορατόρια.
Αναφορικά με τη διαχείριση των κόκκινων δανείων, το Ταμείο τάσσεται υπέρ της δημιουργίας «κακής τράπεζας» (εταιρειών διαχείρισης ενεργητικού, όπως τις ονομάζει) σε ορισμένες χώρες και για ορισμένες κατηγορίες δανείων, σημειώνοντας ότι θα μπορούσαν να συμβάλουν στην απαλλαγή των τραπεζών από NPLs. Υποστηρίζει, επίσης, το Ταμείο την ανάπτυξη δευτερογενών αγορών για κόκκινα δάνεια που θα διευκόλυναν την πώληση NPLs, ιδιαίτερα από μικρότερες τράπεζες. «Αυτό, όμως, θα πρέπει να προχωρήσει με προσοχή και να υπόκειται σε κατάλληλες ασφαλιστικές δικλείδες, καθώς οι πωλήσεις NPLs σε περιόδους πίεσης είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε ζημιές που θα πρέπει να αναλάβουν είτε οι μέτοχοι των τραπεζών ή οι κυβερνήσεις, αν η στήριξη από το Δημόσιο είναι αναγκαία για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων».
Αν οι τράπεζες, σημειώνει το Ταμείο, έχουν σημαντική διάβρωση των κεφαλαιακών διαθεσίμων τους και οι συνθήκες είναι δυσμενείς για την άντληση κεφαλαίων από τις αγορές, οι κεφαλαιακές «ενέσεις» από το Δημόσιο μπορεί να είναι αναγκαίες.
Η σημασία της ταχύτητας ανάκαμψης
Κρίσιμης σημασίας είναι η ταχύτητα της ανάκαμψης. Σύμφωνα με την ανάλυση, αν η αύξηση του ΑΕΠ στο 2020-21 είναι 1,2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη από την πρόβλεψη του βασικού σεναρίου, η διάβρωσης της κεφαλαιακής βάσης μπορεί να είναι πιο έντονη. Μία διάβρωση των κεφαλαιακών μαξιλαριών, θα μπορούσε στο βασικό σενάριο, να μειώσει την αύξηση του δανεισμού κατά 1,6 ποσοστιαίες μονάδες το επόμενο έτος. Αν τα μέτρα στήριξης δεν είναι στο αναμενόμενο ύψος, η πιστωτική επέκταση θα μπορούσε να μειωθεί κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.