Και είναι γεγονός ότι επί δεκαετίες πάλευε ανάμεσα στις μεγάλες δυνατότητες και τα μεγάλα προβλήματα, με μεγαλύτερο μακράν το Κουρδικό.
Τα τελευταία χρόνια, επειδή το Κουρδικό ως απειλή της τεχνητής «ενότητας του τουρκικού έθνους και κράτους» έλαβε επικίνδυνες διαστάσεις, λόγω της πολιτικής των ΗΠΑ, ένεκα της οποίας δημιουργήθηκαν δύο αυτόνομα κουρδικά κράτη, ένα de jure στο Β. Ιράκ και ένα de facto στη ΒΑ Συρία, η Τουρκία ανακάλυψε τον αλγόριθμο που της επιτρέπει να ασκεί την πολιτική του εκκρεμούς μεταξύ ΗΠΑ – Ρωσίας. Μια πολιτική που αφ’ ενός μεν απομείωσε και απομάκρυνε χρονικά την απειλή του Κουρδικού, αφ’ ετέρου δε της επέτρεψε να προσπορίζεται γεωπολιτικά, πολιτικά και οικονομικά οφέλη και ανταλλάγματα από τις σχέσεις της και με τις δύο υπερδυνάμεις.
Ένα από τα οφέλη που επεδίωκε να εξασφαλίσει και σε κάποιο βαθμό το πέτυχε, ήταν σε κάθε ταλάντωση μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, να διευρύνει τη δυνατότητα αλλά και το χώρο που της επιτρέπει να ασκεί όλο και περισσότερο τη δική της ανεξάρτητη πολιτική σε μια σειρά από ζητήματα, όπως
-το Κουρδικό,
-η εισβολή της και οι παράνομες δραστηριότητες στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας,
-η Λιβύη,
-τα θέματα των θαλασσίων ζωνών με την Ελλάδα,
-η παράνομη διακίνηση μεταναστών στην Ελλάδα και εκείθεν στην Ευρώπη κλπ.
Κορυφαία στιγμή αυτής της επιδίωξης της Τουρκίας, ήταν ο εκβιασμός που άσκησε στις ΗΠΑ, απειλώντας ευθέως ότι θα εισβάλει στη Β. Συρία, εκεί που ήταν αναπτυγμένες αμερικανικές δυνάμεις και «γαία πυρί μειχθήτω», εκβιασμός που υποχρέωσε τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλτ Τραμπ να ανάψει το πράσινο φως στην εισβολή της Τουρκίας, διατάσσοντας ταυτοχρόνως την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία.
Η κίνηση αυτή του Τραμπ προκάλεσε ενός είδους σεισμό στις ΗΠΑ, αφού η κινήσεις αυτές ισοδυναμούσαν με προδοσία των συμμάχων τους Κούρδων, οι οποίοι, σε κοινές μάχες με το στρατό των ΗΠΑ, στο πλαίσιο του πολέμου καταπολέμησης της ισλαμιστικής τρομοκρατίας του ISIS, έχασαν στα πεδία των μαχών 11 χιλιάδες νέες και νέους, ενώ ο αριθμός των τραυματιών είναι πολύ μεγαλύτερος.
Το μέγεθος δε της προδοσίας αλλά και της επιτυχίας της Τουρκίας, καταδεικνύεται από το γεγονός ότι η Τουρκία ήταν και παραμένει ο βασικός υποστηρικτής τις ισλαμιστικής τρομοκρατίας του ISIS και της Αλ Κάιντα, όπως πολύ καλά το γνωρίζουν οι ΗΠΑ και η Ρωσία και όπως αποδεικνύεται καθημερινά στη Λιβύη, με την αποστολή τρομοκρατών εκεί από το τουρκικό κράτος.
Πέραν των ειδικών σχέσεων που φέρεται να διατηρεί ο Πρόεδρος των ΗΠΑ με τον Τούρκο ομόλογό του, Ταγίπ Ερντογάν, ο λόγος για τον οποίο φέρεται να υποχώρησαν οι ΗΠΑ απέναντι στους εκβιασμούς της Τουρκίας, είναι η γεωπολιτική της αξία και η σημασία που έχει για τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και τη Δύση γενικότερα η Τουρκία.
Έτσι επικράτησε το δόγμα «να κρατήσουμε την Τουρκία στο άρμα μας, πάση θυσία».
Γι’ αυτό δεν επιβάλλονται στην Τουρκία αποφασισμένες και νομοθετημένες κυρώσεις για τους S-400, ένα στρατηγικό όπλο που προμηθεύτηκε από τη Ρωσία, ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας, όταν σκεφθήκαμε να αγοράσουμε τεθωρακισμένα οχήματα μάχης από τη Ρωσία, που δεν είναι στρατηγικό όπλο, έπεσαν ‘σφαλιάρες’ σε Έλληνες αξιωματούχους που ακούστηκαν μέχρι την Πλατεία Συντάγματος.
Γι’ αυτό δεν επιβάλλονται κυρώσεις για τον TurkishStream, όπως επιβλήθηκαν εξωδίκως στην Ελλάδα για τον SouthStream.
Για να αντιληφθούμε δε την αξία του αλγορίθμου που ανακάλυψε η Τουρκία, αρκεί να αναλογιστούμε ότι ενώ και οι δυο χώρες ανήκουμε στο ΝΑΤΟ και είμαστε χρήσιμες για τις ΗΠΑ και τη Δύση, η Ελλάδα πλήρωσε βαρύ τίμημα για έναν αγωγό που ούτε καν έγινε, ενώ η Τουρκία στην ουσία επιβραβεύεται από τις ΗΠΑ, για ένα ίδιο αγωγό οποίος μάλιστα κατασκευάστηκε και οσονούπω θα αρχίσει να λειτουργεί.
Θα αναρωτηθεί κανείς για ποιο λόγο τα αναφέρουμε αυτά, από τη στιγμή μάλιστα που έχουμε κάνει και πάλι αναφορά σε προηγούμενα άρθρα μας στα θέματα αυτά.
Στην περιοχή της Αν. Μεσογείου εδώ και περίπου είκοσι χρόνια, είναι σε εξέλιξη διαδικασίες για την εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων στις ΑΟΖ του Ισραήλ, του Λιβάνου, της Κύπρου, της Αιγύπτου και της Λιβύης.
Όσο το πρόγραμμα αυτό προχωρεί, τόσο η ανάγκη να καθοριστεί το τι ανήκει σε ποιον γίνεται πιο πιεστική για τις ενδιαφερόμενες χώρες.
Μάλιστα, δεν χωρά καμία αμφιβολία ότι το Σχέδιο Ανάν ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου για τη διευθέτηση αυτών των προβλημάτων. Μόνο που η Τουρκία θα συνέχιζε να έχει τη δυνατότητα παρέμβασης στην ΑΟΖ της Κύπρου, μέσω των προνομίων που της παρέρχονταν με το σχέδιο Ανάν, ενώ δεν θα υπήρχε η Κυπριακή Δημοκρατία. Θα υπήρχε ένα άλλο κράτος, που θα ήταν υπό τον έλεγχο των ξένων δικαστών.
Το μείζον για τον Ελληνισμό είναι το γεγονός ότι επειδή η γεωγραφία έχει τιμωρήσει την Τουρκία, αφού στις θαλάσσιες ζώνες που δικαιούται, με βάση τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου, δεν υπάρχουν κοιτάσματα, αυτή, για να “ισοφαρίσει”, έχει αποφασίσει να λεηλατήσει τα κοιτάσματα που ανήκουν σε άλλους, δηλαδή στον θεωρούμενο απ’ αυτήν«αδύναμο κρίκο» της υπόθεσης, που δεν είναι άλλος από την Κύπρο και την Ελλάδα.
Στη λογική αυτή έκανε τα εξής βήματα:
- Στην Κύπρο, εκτός από το βόρειο τμήμα του νησιού που κατέχει από το 1974, έχει εισβάλει ως πειρατής και στην κυπριακή ΑΟΖ και διαπράττει διεθνή εγκλήματα.
- Όσον αφορά τις θαλάσσιες ζώνες της Ελλάδας, εκμεταλλευόμενη την ακατανόητη διστακτικότητα της να καθορίσει τα όριά τους έστω μονομερώς, τις λεηλατεί.
- Πρώτο βήμα ήταν η ανακήρυξη του δόγματος της Γαλάζιας Πατρίδας, που στην αρχή ούτε που κατάλαβαν οι κυβερνώντες και οι καθ’ ύλην αρμόδιοι στην Αθήνα περί τίνος πρόκειται -έλα μωρέ, ένας χάρτης είναι, μην ακούτε τους «τουρκοφάγους», μας έλεγαν.
- Δεύτερο βήμα είναι η υπογραφή της Συμφωνίας οριοθέτησης με τη Λιβύη, που λεηλατεί τις θαλάσσιες ζώνες της Ελλάδας στην Αν. Μεσόγειο και μας αποκόπτει από την Κύπρο.
- Τρίτο βήμα θα είναι στο Αιγαίο, όπου, αφού κατοχυρώσει τα «κέρδη» από τη συμφωνία με τη Λιβύη, θα διεκδικήσει αυτά που φαίνονται στη χάρτη της Γαλάζιας Πατρίδας.
Όσον αφορά τα επόμενα βήματα, μετά τη συμφωνία με τη Λιβύη, η Άγκυρα θα επιχειρήσει να κατοχυρώσει τα κέρδη με αποστολή ερευνητικού σκάφους στην περιοχή που οριοθέτησε με τη συμφωνία που έκανε με τον Σαράζ.
Αυτό, είναι ο προάγγελος μιας ελληνοτουρκικής κρίσης, αφού η Ελλάδα δήλωσε ότι δεν πρόκειται να δεχτεί κάτι τέτοιο και ότι θα παρεμποδίσει το σκάφος με κάθε μέσο.
Αυτό μας οδηγεί με βεβαιότητα σε μια στην ουσία προαναγγελθείσα κρίση, η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως μια καλοστημένη φάκα για την Ελλάδα.
Όσοι στην κυβέρνηση και το κράτος σχεδιάζουν τα σενάρια μιας τέτοιας κρίσης, να έχουν υπ’ όψιν τους ότι στις τρεις προηγούμενες κρίσεις, του «Βυθίσατε το Χόρα» το 1976, του Σισμίκ, το 1997 και των Ιμίων, το 1996, αποσοβήθηκε το θερμό επεισόδιο με την Τουρκία με παρέμβαση των ΗΠΑ.
Όμως, και στις τρεις πολιτικές διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν των κρίσεων, η Ελλάδα υποχώρησε από τις εθνικές της θέσεις και η Τουρκία προώθησε τις διεκδικήσεις της.
Να έχουν υπ’ όψιν τους λοιπόν οι ιθύνοντες όλα τα παραπάνω, τον αλγόριθμο που είπαμε παραπάνω και το πάθημα των Κούρδων στη ΒΑ Συρία, που είδαν τους συμμάχους τους από τη μια μέρα στην άλλη να τους αδειάζουν, «γιατί σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χαθεί η Τουρκία για τις ΗΠΑ και τη Συμμαχία».