Πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν δηλώσει πως κάνουν εμπάργκο στην πώληση όπλων στην Τουρκία, όμως δεν είναι εκείνες οι βασικές χώρες που παρέχουν εξοπλισμό στην Άγκυρα.
Ο αριθμός των ευρωπαϊκών χωρών που εμποδίζει τις εξαγωγές όπλων στην Τουρκία θα μπορούσε να αυξηθεί, αλλά εκτός από τη Γερμανία, η Άγκυρα δεν αγοράζει το μεγαλύτερο μέρος των εξοπλισμών της από τη γηραιά ήπειρο.
Το εμπάργκο στις πωλήσεις όπλων προς την Τουρκία, το οποίο αποφάσισαν η Γερμανία, η Γαλλία, η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Ιταλία και η Ολλανδία, θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλες χώρες της ΕΕ.
Το ερώτημα είναι εάν τα μέτρα αυτά μπορούν πραγματικά να επηρεάσουν την στρατηγική που ακολουθεί η Άγκυρα στη βορειοανατολική Συρία.
Μεταξύ εκείνων που έχουν αναστείλει τις πωλήσεις όπλων, μόνο η Γερμανία είναι ο σημαντικός προμηθευτής της Άγκυρας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε το Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη μεταξύ των Λαών της Στοκχόλμης, η Γερμανία ήταν ο πρώτος προμηθευτής όπλων στην Άγκυρα μεταξύ του 2005 και 2009, με κορύφωση το 2005, όταν οι εισαγωγές έφθασαν στον όγκο των 602 εκατομμυρίων δολαρίων. Στη διετία 2006-2007, το ήμισυ των εξοπλισμών που εισήχθησαν από την Άγκυρα ήταν από το Βερολίνο.
Οι αριθμοί από το 2008 έχουν μειωθεί προοδευτικά, με όγκο αγορών μόλις 2 εκατομμυρίων δολαρίων που πραγματοποίησε η Τουρκία το 2016.
Από το 2010 τη Γερμανία αντικατέστησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Το 2009 το εμπόριο με την Ουάσιγκτον για την άμυνα ήταν μόλις 11 εκατομμύρια δολάρια, αλλά αυξήθηκε στα 335 το επόμενο έτος και το 2011 έφθασε στα 1,09 δις δολάρια για προχωρήσει το 2013 στα 1,11 δις δολάρια.
Μεταξύ του 2000 και του 2019 η Άγκυρα αγόρασε όπλα από την Ουάσιγκτον συνολικής αξίας 5, 59 δισεκατομμυρίων δολαρίων, περισσότερα από το ένα τρίτο των τουρκικών αμυντικών δαπανών της ιδίας χρονικής περιόδου (13,84 δις δολάρια) και περισσότερα από το διπλάσιο των 2,43 δις δολαρίων αγορών αμυντικού εξοπλισμού από τη Γερμανία.
Επίσης, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι ο ρόλος της Ρωσίας στην προμήθεια όπλων στην Τουρκία ήταν σχεδόν μηδενικός μέχρι φέτος, όταν προέβη στην αγορά του πυραυλικού αμυντικού συστήματος S-400, μετά την απόρριψη από τον πρώην Αμερικανό πρόεδρο, Μπαράκ Ομπάμα, την πώληση των πυραύλων Patriot στον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Πέρα από την πώληση του S-400,η συνεργασία μεταξύ Άγκυρας και Μόσχας περιλαμβάνει ανταλλαγές τεχνολογίας, ανάπτυξη της έρευνας, που θα οδηγήσουν την Τουρκία σε δική της παραγωγή συστημάτων άμυνας και ραντάρ.
Πίσω από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία, στην κατάταξη των μεγαλύτερων προμηθευτών όπλων στην Τουρκία, εμφανίζεται η Νότια Κορέα, η οποία πούλησε όπλα αξίας 1,39 δις δολάρια μεταξύ του 2000 και 2019, ακολουθούμενη από την Ιταλία με κύκλο εργασιών 886 εκατομμυρίων δολαρίων και κορύφωση πέρυσι όταν πωλήθηκαν όπλα αξίας 181 εκατομμυρίων δολαρίων.
Την ίδια περίοδο, ο όγκος των συναλλαγών με τις χώρες που εφάρμοσαν το εμπάργκο ήταν 610 εκατομμύρια με την Αγγλία, 556 εκατομμύρια δολάρια με τη Γαλλία και 329 με την Ολλανδία, ενώ η εφαρμογή του ίδιου μέτρου με τη Νορβηγία, η οποία εξήγαγε μόλις 24 εκατομμύρια ευρώ και η Φινλανδία (τα στοιχεία δεν είναι γνωστά), έκαναν την απόφαση των δύο σκανδιναβικών χωρών πιο συμβολική παρά πραγματική, γράφει το δημοσίευμα του ιταλικού πρακτορείο Agi.
Πηγή: echedoros-a.gr