Ακόμα και για τον παμπόνηρο Ερντογάν η διακυβέρνηση της Τουρκίας γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη. Η οικονομία μαραζώνει από την ύφεση, καθώς ΗΠΑ και Ευρώπη εξετάζουν κυρώσεις κατά της Άγκυρας, ενώ τα ασταθή νότια σύνορα με τη Συρία και το Ιρακ προκαλούν προβλήματα στις σχέσεις της Άγκυρας με τη Μόσχα, τη Συρία και το Ιράν και, για άλλη μια φορά, με τις ΗΠΑ.
Το χειρότερο για τον Ερντογάν και το κόμμα του, το AKP, είναι ότι η κάποτε ακλόνητη πολιτική μηχανή που έχτισε φαίνεται πως μένει από καύσιμα μετά τις σοκαριστικές ήττες στις δημοτικές εκλογές σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη.
Αν και κατόρθωσε να στηθούν για δεύτερη φορά κάλπες στην Πόλη, η πολιτική μηχανή του AKP απέτυχε να κερδίσει τον αναγεννημένο υποψήφιο του CHP. Στην πραγματικότητα, η ήττα στις δεύτερες εκλογές ήταν χειρότερη από αυτή στις πρώτες, στις 31 Μαρτίου.
Μια νέα αναποδιά για τον τούρκο πρόεδρο είναι ότι πρώην πιστά μέλη του AKP εμφανίζονται έτοιμα να εγκαταλείψουν το σκάφος και να ιδρύσουν νέο κόμμα. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ο Ερντογάν θα έχει λίγες επιλογές για να σταματήσει τις αποστασίες που θα τον αδυνατίσουν στο κοινοβούλιο και να οδηγήσει την χώρα μέχρι τις προγραμματισμένες εκλογές τον Ιούνιο του 2023.
Ρωγμές στο οικοδόμημα
Οι άλλοτε λαμπρές προοπτικές του ΑΚP φαίνονται σήμερα αβέβαιες, ειδικά όσον αφορά την κυριαρχία του στο κοινοβούλιο. Για χρόνια, το κόμμα επωφελούνταν από την οικονομική άνθηση, την αποδιοργάνωση της αντιπολίτευσης, το χάρισμα του Ερντογάν και την προσωπική του απήχηση και από μια σειρά ιδεολογικών και πολιτικών συμμάχων που μετέτρεψαν το AKP στο κυρίαρχο κόμμα της Τουρκίας. Αυτή η θέση υπεροχής φαινόταν διασφαλισμένη μετά τις εκλογές του 2018, στις οποίες ο Ερντογάν κέρδισε εύκολα τη νέα ενισχυμένη προεδρική εξουσία. Η γενική εκτίμηση ήταν πως μια εποχή σταθερής ανόδου του AKP ήταν δεδομένη.
Αλλά ακόμα και στις εκλογές του 2018 υπήρχαν ενδείξεις ότι δεν ήταν όλα καλά για το AKP. Αν και ο Ερντογάν θριάμβευσε, αρκετές αρνητικές εξελίξεις φανέρωναν ρωγμές στην πολιτική μηχανή του.
Το AKP δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει πλειοψηφία στη βουλή, κερδίζοντας τις 295 έδρες από τις 600. Σήμερα, το κόμμα έχει τη δυνατότητα να περνάει τους ετήσιους προϋπολογισμούς ή τις νομοθεσίες χάρη στη συμμαχία με το ακροδεξιό MHP, η οποία του δίνει κυβερνητική πλειοψηφία.
Η μειωμένη ισχύς του AKP έγινε πιο εμφανής αυτή την άνοιξη όταν έχασε τα άλλοτε εκλογικά του προπύργια στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη. Κατά τη διάρκεια αυτών των εκλογικών αποτυχιών, το AKP δέχτηκε χτύπημα από πρώην συντρόφους, καθώς μέλη της παλιάς φρουράς του κόμματος, όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Αλί Μπαμπακάν, ο πρώην πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ και ο πρώην πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου αμφισβήτησαν ανοιχτά την αφοσίωσή τους στον οργανισμό του οποίου υπήρξαν συνιδρυτές.
Τότε, στις 8 Ιουλίου, ο Μπαμπακάν παραιτήθηκε από το AKP και διακήρυξε την πρόθεση του να σχηματίσει νέο κόμμα, ανάβοντας τις φλόγες της εσωτερικής εξέγερσης στο κόμμα.
Η συρρίκνωση της βάσης του AKP
Οι αποχωρήσεις αντανακλούν τη φθίνουσα στήριξη προς το AKP στην Τουρκία. Από τότε που ανήλθε στην εξουσία το 2002, το AKP βασίστηκε στους συντηρητικούς μουσουλμάνους, στο πολιτικό Ισλάμ, σε επιχειρηματικά συμφέροντα, στους εργαζόμενους και τους εθνικιστικές, για να κερδίσει την πλειονότητα των ψηφοφόρων στο συχνά κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας. Αυτή η ευρεία συμμαχία έδωσε στο AKP την πολιτική ισχύ που είχε ανάγκη για να περιορίσει και στο τέλος να διαλύσει το κοσμικό, στρατιωτικό κεμαλικό κατεστημένο το οποίο παρενέβαινε συστηματικά στην τουρκική πολιτική ζωή από την ίδρυση της δημοκρατίας το 1923.
Με τα χρόνια, ωστόσο, ο συνασπισμός αυτός αντιμετώπισε ρήξεις, ορισμένες από τις οποίες είχαν βαθιές συνέπειες για το σύνολο της Τουρκίας. Προς το τέλος του 2013, το ΑΚP ήρθε σε σύγκρουση με το ισλαμιστικό κίνημα που ίδρυσε ο Φετουλάχ Γκιουλέν, το οποία είχε βαθιά συμφέροντα στον επιχειρηματικό κόσμο και τα μέσα ενημέρωσης. Το 2016 το κίνημα Γκιουλέν αποπειράθηκε σύμφωνα με τον Ερντογάν και το AKP να ανατρέψει την κυβέρνηση με πραξικόπημα, το οποίο οδήγησε σε εκατοντάδες θανάτους. Ως επακόλουθο, το κίνημα κινείται σήμερα υπογείως ή στο εξωτερικό.
Μετά τη βουτιά της λίρας το καλοκαίρι του 2018, τα οικονομικά προβλήματα προκάλεσαν ανησυχία μεταξύ των επιχειρηματικών συμφερόντων και των εργαζομένων που αποτελούν τη βάση του AKP, δημιουργώντας το περιθώριο σε πρώην ηγετικές φιγούρες όπως ο Μπαμπακάν, ο Νταβούτογλου και ο Γκιούλ – όλοι από τους οποίους είχαν προσωπικές διαφορές με τον Ερντογάν – να εξετάσουν το ενδεχόμενο να ιδρύσουν το δικό τους αντίπαλο κόμμα.
Την ίδια στιγμή, μέλη της αποδιοργανωμένης τουρκικής αντιπολίτευσης – τα κόμματα της οποίας έκλεβαν ουσιαστικά ψήφους το ένα από το άλλο και επιδίδονταν περισσότερο σε μια εσωτερική μάχη αντί να κυνηγούν το AKP – έχουν επιτέλους καταφέρει να συνεργαστούν και να αποσπάσουν μέρος της εξουσίας της κυβέρνησης. Ψηφοφόροι που ανησυχούσαν ότι το AKP επιβάλλει μια κανονική απολυταρχία με ολοένα και πιο ισλαμιστικό χαρακτήρα συντάχτηκαν πίσω από το κοσμικό CHP, ειδικά στις δημοτικές εκλογές στις μητροπόλεις της χώρας.
To κουρδικό HDP έχει ανακόψει τις προσπάθειες του κυβερνώντος κόμματος να καταστείλει την ψήφο προς το κόμμα και αντιμετώπισε με επιτυχία τις απόπειρες του AKP να του αποσπάσει ψηφοφόρους, με πιο πρόσφατη την υπόσχεση ότι θα χαλαρώσει τους περιορισμούς στον ήρωα τους, τον ηγέτη του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ο οποίος είναι φυλακισμένος στο νησί Ιμραλί στη Θάλασσα του Μαρμαρά για τρομοκρατία.
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μια νέα πολιτική κατάσταση την οποία το AKP δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ στο παρελθόν: μια αποδυναμωμένη βάση στήριξης και μια ενισχυμένη αντιπολίτευση που μπορεί να αλλάξουν την πολιτική ζωή στην Τουρκία πολύ νωρίτερα από τις προγραμματισμένες για τον Ιούνιο του 2023 εθνικές εκλογές.
Ειδικότερα, αυτό θα εκδηλωθεί στο κοινοβούλιο, όπου το AKP είναι πιο ευάλωτο.
Γιατί το κοινοβούλιο έχει ακόμα σημασία
Το AKP έχει θεωρητικά περιθώριο ως τον Ιούνιο του 2023 για να απαντήσει και να αναρρώσει από τα χτυπήματα αυτά χρησιμοποιώντας τον έλεγχο που έχει πάνω στα μέσα ενημέρωσης και τα δικαστήρια της χώρας, καθώς και το υφιστάμενο κοινοβουλευτικό πλεονέκτημα, αλλά αν τα μέλη της παλιάς φρουράς που αποχώρησαν καταφέρουν να πάρουν με το μέρος τους βουλευτές του AKP, το κόμμα δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να προκηρύξει εκλογές νωρίτερα από ότι έχει προγραμματιστεί και με όρους που δεν είναι βέβαιο ότι ευνοούν την ταλαιπωρημένη κυβέρνηση του Ερντογάν.
Αυτό το σενάριο των πρόωρων εκλογών είναι ακόμα πιο ρεαλιστικό δεδομένου ότι το τουρκικό σύνταγμα προβλέπει σημαντικά θεσμικά αντίβαρα στην εξουσία του προέδρου, μολονότι οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις δίνουν στον Ερντογάν περισσότερη ισχύ από ότι στο παρελθόν.
O προϋπολογισμός, για παράδειγμα, πρέπει να λάβει έγκριση από την πλειοψηφία των βουλευτών, και αν και ο Ερντογάν μπορεί να αγνοήσει ένα δύστροπο κοινοβούλιο και να εφαρμόσει προηγούμενους προϋπολογισμούς, αυτός ο έλεγχος στην εξουσία του περιορίζει τη δυνατότητα του να επιβάλλει πλήρως τη βούλησή του στην οικονομία της χώρας.
To κοινοβούλιο μπορεί επίσης να εμποδίσει την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων και την κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης με απλή πλειοψηφία και να προκηρύξει εκλογές με το 60% των ψήφων. Για το AKP, η πιο ισχυρή προεδρία δίνει στο κόμμα περισσότερες λύσεις από πριν, αλλά δεν λύνει όλα τα προβλήματα.
Ως αντιστάθμισμα, ο Ερντογάν θα επιστρέψει στα παλιά του κόλπα. Άλλωστε, έχει αντιμετωπίσει και στο παρελθόν εκλογικούς πονοκεφάλους. Αφού απέτυχε να κερδίσει την πλειοψηφία στις εκλογές του Ιουνίου του 2015, ο Ερντογάν προκήρυξε πρόωρες εκλογές για τον Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς. Εν τω μεταξύ, έπαιξε το χαρτί του εθνικισμού, διατράνωσε τις οικονομικές επιτυχίες του AKP και εκμεταλλεύτηκε την επιρροή του κόμματος στους θεσμούς για να τους στρέψει ενάντια στην αντιπολίτευση. Η στρατηγική του απέδωσε στο τέλος καρπούς, καθώς η δεύτερη εκλογική αναμέτρηση έδωσε στον Ερντογάν τη νίκη που αναζητούσε.
Φθίνουσες αποδόσεις
Σήμερα, ωστόσο, οι ιδεολογικές και πατριωτικές εκκλήσεις του Ερντογάν δεν πρόκειται να ανακόψουν τη φθορά, ενώ οι οικονομικές του πολιτικές είτε θα αποτύχουν ή θα έρθουν σε σύγκρουση με τις ιδεολογικές του διακηρύξεις, το οποίο θα του κοστίσει σκληροπυρηνικούς υποστηρικτές.
Την ίδια στιγμή, οποιαδήποτε προσπάθεια να εκμεταλλευτεί τον έλεγχο που ασκεί στους θεσμούς για να καταστείλει τους αποστάτες ή άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης μπορεί να βλάψει περαιτέρω τις σχέσεις του με συμμάχους και να πυροδοτήσει κοινωνική αναταραχή.
To AKP χρησιμοποιεί επί μακρόν τον πατριωτισμό για να συσπειρώσει τους οπαδούς του κόμματος και να περιορίσει τις αποχωρήσεις και τις διαιρέσεις, κάτι που συνέβη ιδίως κατά τη ρήξη με το κίνημα Γκιουλέν, το οποίο το AKP κατηγορεί για προδοσία. Έχει ακολουθήσει επίσης εθνικιστικές πολιτικές για να προσελκύσει ακροδεξιούς ψηφοφόρους, όπως η αμφισβήτηση των δικαιωμάτων της Κύπρου στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο και οι επιχειρήσεις κατά Κούρδων ανταρτών στην νοτιοανατολική Τουρκία, τη Συρία και το Ιράκ. Και έχει χρησιμοποιήσει τη Θρησκεία σαν μέσο για να κερδίσει μεγαλύτερη στήριξη, κατασκευάζοντας θρησκευτικά σχολεία εντός και εκτός χώρας, δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην ισλαμική σκέψη στην κατάρτιση των σχολικών προγραμμάτων και κατασκευάζοντας τζαμιά στην Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική και την Αμερική.
Αλλά αυτές οι ιδεολογικές κινήσεις απευθύνονται κυρίως στους πιστούς οπαδούς και όχι στους αμφισβητίες, οι οποίοι επικρίνουν την οικονομική πολιτική του ΑKP και τον τρόπο διακυβέρνησης του Ερντογάν, το οποίο σημαίνει ότι κάνουν λίγα για να περιορίσουν τις διαρροές από το AKP.
Το AKP θα μπορούσε να δοκιμάσει διάφορους οικονομικούς ελιγμούς για να αποφύγει τη διάσπαση, αλλά είναι δύσκολο να φέρουν αποτελέσματα τέτοιες προσπάθειες. Στην πραγματικότητα, μπορεί να επιδεινώσουν την οικονομική κατάσταση της Τουρκίας.
Η Τουρκία χρηματοδότησε την ανάπτυξη της δανειζόμενη φθηνά τη δεκαετία του 2000, αλλά το χρέος της εποχής εκείνης αρχίζει να λήγει και η ασταθής λίρα δεν βοηθάει τη χώρα να περάσει ομαλά την περίοδο αυτή. Υπάρχουν λίγα που μπορεί να κάνει το AKP για να αποφύγει τις αναπόφευκτες χρεοκοπίες στον υπερχρεωμένο ιδιωτικό τομέα της χώρας και κάποιο είδος επώδυνης αναδιάρθρωσης είναι δεδομένο. Αν και η Τουρκία θα μπει στον πειρασμό να βρει ένα πρόγραμμα διάσωσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, μια τέτοια κίνηση μπορεί να προκαλέσει την οργή των υπερεθνικιστών και να συνοδεύεται από όρους που θα αναγκάζουν το AKP να υιοθετήσει πολιτικές στις οποίες είχε αντισταθεί για ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους.
Ωστόσο συνεχίζουν να έχουν περισσότερα μέσα για να αντισταθούν στην πίεση της αντιπολίτευσης. Το AKP εξακολουθεί να έχει μεγαλύτερη θεσμική επιρροή έναντι όλων των αντίζηλων μέσω του ελέγχου που ασκεί στα μέσα ενημέρωσης της χώρας, της πλειοψηφίας στο κοινοβούλιο, την κυριαρχία του στο εκλογικό συμβούλιο και την εξουσία του στα δικαστήρια της χώρας. Καταφεύγοντας σε εθνικιστική ρητορική στα μέσω ενημέρωσης και ασκώντας εξουσία μέσω του εκλογικού συμβουλίου και των δικαστηρίων, το AKP μπορεί να αποπειραθεί να απονομιμοποιήσει οποιοδήποτε νέο κόμμα δημιουργηθεί και να αποτρέψει δυνητικούς αποστάτες να φύγουν από τις τάξεις του. Αλλά για όσους είναι αποφασισμένοι να αποχωρήσουν, αυτές οι τακτικές απονομιμοποίησης δύσκολα θα επιτύχουν τον στόχο τους.
Την ίδια στιγμή, η απονομιμοποίηση μπορεί να είναι μόνο ένα πρελούδιο σε μια πιο αποφασιστική δράση. To ΑΚP είχε στο παρελθόν χρησιμοποιήσει έκτακτες εξουσίες για να απομακρύνει δημάρχους σε κουρδικές περιοχές στα νοτιοανατολικά – μπορεί να μπει στον πειρασμό να το ξανακάνει, ειδικά για να ανακτήσει τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης και της Άγκυρας. Aλλά οι διεθνείς και εγχώριες αντιδράσεις θα ήταν άμεσες αν έπαιρνε μια τέτοια απόφαση.
Το AKP θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει παροχές, αναθέσεις έργων και μια χαλαρή νομισματική πολιτική για να διατηρήσει την προσωπική αφοσίωση πιθανών αποστατών. Αλλά χωρίς την Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη στα χέρια της, δεν θα είναι σε θέση να επωφεληθεί από τα παχυλά συμβόλαια των μεγαλύτερων δημογραφικών και πολιτικών κέντρων της χώρας. Και η πιο χαλαρή νομισματική πολιτική απλά θα αυξήσει τον πληθωρισμό, κάτι που ήδη δημιουργεί προβλήματα στην οικονομική νομιμοποίηση του AKP. Επιπρόσθετα, οι παροχές που δόθηκαν σε οπαδούς του κόμματος έχει εξοργίσει πολλούς Τούρκους ψηφοφόρους, οι οποίοι απεχθάνονται την ευνοιοκρατία σε μια εποχή που η χώρα δεινοπαθεί. Αυτές οι δοκιμασμένες τακτικές δεν είναι με άλλα λόγια τόσο αξιόπιστες όσο στο παρελθόν.
Τέλος, το AKP μπορεί να χρησιμοποιήσει την κυριαρχία του στο κοινοβούλιο και το εκλογικό συμβούλιο για να προσπαθήσει να εμποδίσει την αντιπολίτευση να κερδίσει τις εκλογές. Εδώ έχει στη διαθέσει του κάποιες επιλογές, όπως τροποποιήσεις στην εκλογική νομοθεσία της Τουρκίας.
Πρώτον, μπορεί να αυξήσει το ποσοστό των ψήφων που πρέπει να λάβουν τα κόμματα για να μπουν στο κοινοβούλιο πάνω από το 10%, ένα πολύ υψηλό νούμερο το οποίο περιπλέκει τα πράγματα για το HDP, το Καλό Κόμμα (το οποίο έχει αποσχιστεί από το MHP), και δυνητικά για ένα κόμμα αποστατών από το AKP. Επίσης, μπορεί να ακυρώσει τον κανόνα που προβλέπει ότι τα μικρότερα κόμματα μπορούν να συνασπιστούν για να περάσουν το όριο του 10% - πλήττοντας τα μικρότερα κόμματα τα οποία χρειάζονται συμμαχίες για να περάσουν το όριο αυτό.
To ΑKP μπορεί επίσης να εγκαταλείψει το σύστημα της αναλογικής εκπροσώπησης και να εφαρμόσει ένα σύστημα σχετικής πλειοψηφίας (first past the post), το οποίο θα αύξανε την επιτυχία του κόμματος δεδομένου ότι είναι το κυρίαρχο κόμμα σε πολλές περισσότερες περιφέρειες από οποιονδήποτε άλλο ανταγωνιστή του.
Πράγματι, στις εκλογές του Ιουνίου του 2018, το AKP κέρδισε τις 64 από τις 81 περιφέρειες. Το CHP αντίθετα, κέρδισε μόλις έξι. Και για να περιορίσει ακόμα περισσότερο την αιμορραγία σε νέες δημοτικές εκλογές στο μέλλον, το AKP θα μπορούσε να εμπλακεί σε εκλογικές αυθαιρεσίες αναδιαμορφώνοντας εκλογικές περιφέρειες με τρόπο που να το ευνοεί.
Αλλά στο τέλος, αυτή η θεσμική επιρροή ενέχει σημαντικά ρίσκα και καμία εγγύηση ότι θα έχει αποτελέσματα. H χρησιμοποίηση των κρατικών θεσμών για κομματικό όφελος θα εξοργίσει την αντιπολίτευση και θα ενισχύσει το λαϊκό έρεισμα των ανταγωνιστών. Σε διαφορετική περίπτωση, τέτοιες κινήσεις θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα προκαλώντας εξεγέρσεις, απεργίες ή ακόμα και βία. Εν τω μεταξύ, λίγοι από τους μεγάλους συμμάχους της Τουρκίας στη Δύση θα καλωσόριζαν τέτοιες απόπειρες για την ενίσχυση του AKP, καθώς θα αύξανε τις τριβές με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία βρίσκεται ήδη σε κόντρα με την Άγκυρα για τις εξορύξεις στην Κύπρο, και με τις ΗΠΑ για την απόφαση της Τουρκίας να αγοράσει το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα των S-400.
Εν τω μεταξύ, οποιαδήποτε θεσμική κίνηση δεν θα αντιμετώπιζε τον βασικό λόγο για τον οποίο η εξέγερση του AKP απειλεί την κυριαρχία του Ερντογάν: τις κακές επιδόσεις της οικονομίας και την αυταρχική προσωπικότητα του ίδιου του Ερντογάν, δύο παράγοντες που το AKP δεν μπορεί να ελέγξει.
Τoύτο αφήνει το AKP με λίγες διαθέσιμες επιλογές για την αποτροπή των αποσκιρτήσεων και τη διατήρηση της κυριαρχίας του. Ακόμα και έτσι, το AKP δεν θα αποδεχθεί ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα μέσα για να παραμείνει στην εξουσία. Στο τέλος, το κόμμα θα πάρει ρίσκα, θα υποστεί αντιδράσεις από το εσωτερικό και το εξωτερικό και θα καταπατήσει το κράτος δικαίου στην προσπάθεια του να κρατήσει τον έλεγχο της διακυβέρνησης.
Ακόμα και με την πλάτη στον τοίχο, το AKP θα παραμείνει μια μεγάλη δύναμη που θα καθορίζει το μέλλον της Τουρκίας για κάποιο καιρό ακόμα.
euro2day.gr