Οπως και να το δει κανείς, είτε µε όρους νίκης στο σύνολο (όπου η ισλαµοεθνικιστική συµµαχία των AKP-MHP αναδείχθηκε πρώτη δύναµη µε ποσοστό 51,6%) είτε µε όρους ήττας σε επιµέρους δήµους, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «βγαίνει λαβωµένος» από τις τουρκικές αυτοδιοικητικές εκλογές της περασµένης Κυριακής, µετρώντας απώλειες που έρχονται µε τη σειρά τους να προστεθούν σε µια µακρά λίστα από προϋπάρχοντα ανοιχτά µέτωπα εντός αλλά και εκτός των συνόρων.
Ακόµη και αν τελικώς δεν χάσει τον µητροπολιτικό δήµο της Κωνσταντινούπολης, όπου αµφισβητεί το εκλογικό αποτέλεσµα, η ισλαµοσυντηρητική παράταξη του Ερντογάν θα έχει χάσει για πρώτη φορά όλους τους άλλους µεγάλους µητροπολιτικούς δήµους της Τουρκίας – της Αγκυρας συµπεριλαµβανοµένης.
Ο λόγος για πόλεις µε βαριά συµβολική αξία, όπως είναι η τουρκική πρωτεύουσα, αλλά και για πόλεις µε αξιοσηµείωτη επιχειρηµατική ή βιοµηχανική δραστηριότητα. Τα πλούσια τουρκικά παράλια (Σµύρνη κ.ά.) βάφτηκαν στα χρώµατα της κεµαλικής αντιπολίτευσης (CHP), η οποία, όµως, «άλωσε» για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια και άλλες περιοχές µε βαρύνουσα σηµασία, όπως είναι, για παράδειγµα, η βιοµηχανική πόλη των Αδάνων και η τουριστική πόλη της Αττάλειας.
Η επόµενη ηµέρα βρίσκει τον Ερντογάν ενώπιον έξι µεγάλων προκλήσεων, από την έκβαση των οποίων αναµένεται να κριθεί και το πολιτικό του µέλλον στον δρόµο προς τις βουλευτικές και προεδρικές εκλογές του 2023… εάν φυσικά δεν στηθούν κάλπες νωρίτερα.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Εάν κάτι πραγµατικά «κόστισε» στον Ερντογάν την περασµένη Κυριακή, ειδικά στις µεγάλες πόλεις, αυτό ήταν η επιδεινούµενη κατάσταση της τουρκικής οικονοµίας, που έχει πια εισέλθει σε τροχιά ύφεσης για πρώτη φορά έπειτα από δέκα χρόνια:
1) Οι τιµές των βασικών αγαθών που αυξήθηκαν κατά 30% µέσα σε 12 µήνες, µε τον πληθωρισµό να κυµαίνεται πια κοντά στο 20% και τη λίρα να έχει χάσει πάνω από το 30% της αξίας έναντι του δολαρίου µέσα σε έναν χρόνο (ενώ η ισοτιµία χθες διαµορφωνόταν στις 5,6 λίρες ανά δολάριο)
2) Η ανεργία που έχει εκτοξευθεί σε υψηλό δεκαετίας (στο 13,5%, το οποίο όµως γίνεται 25% µεταξύ των νέων κάτω των 24 ετών)
3) Η καταναλωτική εµπιστοσύνη που υποχωρεί
4) Οι πωλήσεις που πέφτουν (µόνο των ΙΧ κατά… 44% το πρώτο τρίµηνο του 2019, σε σύγκριση µε την αντίστοιχη περίοδο του 2018),
5) Το έλλειµµα στον προϋπολογισµό που αυξάνεται
6) Τα συναλλαγµατικά διαθέσιµα της κεντρικής τράπεζας που εξανεµίζονται
7) Τα εκατοντάδες δισ. δολ. του εξωτερικού χρέους που ωριµάζουν, χρήζοντας αποπληρωµής, κ.ά.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το καθεστώς Ερντογάν καλείται να δράσει επαναφέροντας την οικονοµία σε τροχιά ανάπτυξης, καταπολεµώντας τις πληθωριστικές πιέσεις, ρίχνοντας την ανεργία κ.ά.
Στις 8 Απριλίου η κυβέρνηση αναµένεται να «εγκαινιάσει» ένα νέο πακέτο µεταρρυθµίσεων, όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονοµικών της χώρας (και γαµπρός του Ερντογάν) Μπεράτ Αλµπαϊράκ. Εξωτερικοί παρατηρητές φοβούνται, ωστόσο, ότι το τουρκικό καθεστώς θα επιµείνει σε «λαϊκιστικές» πολιτικές, απλώς και µόνο για να µη δυσαρεστήσει περαιτέρω τους ήδη δυσαρεστηµένους ψηφοφόρους.
Σε µια τέτοια περίπτωση, βέβαια, οι φούσκες ίσως σκάσουν, δηµιουργώντας την ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τραπεζών, ενώ παράλληλα επιστρέφουν στο προσκήνιο και σενάρια που θέλουν την Τουρκία να προσφεύγει εκ νέου στο ∆ΝΤ.
F-35 – ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΗΠΑ
Το «ευ ζην» της τουρκικής οικονοµίας περνάει, ωστόσο, µέσα και από το «εύρυθµο» των σχέσεων της Τουρκίας µε τη ∆ύση. Οταν τον περασµένο Αύγουστο η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραµπ αποφάσισε να επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία (στη σκιά της υπόθεσης του πάστορα Μπράνσον), η τουρκική οικονοµία γονάτισε. Οκτώ µήνες µετά, ο Αντριου Μπράνσον µπορεί πια να έχει απελευθερωθεί, αλλά τα αγκάθια µεταξύ Ουάσιγκτον και Αγκυρας παραµένουν (S-400, Γκιουλέν, Συρία, Ιράν).
Εκπρόσωπος του αµερικανικού Πενταγώνου ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ αναστέλλουν κάθε παράδοση και δραστηριότητα που «συνδέεται µε την υποστήριξη της επιχειρησιακής ικανότητας της Τουρκίας για τα µαχητικά αεροσκάφη F-35», έως ότου η Τουρκία ακυρώσει τη συµφωνία που έχει συνάψει µε τη Μόσχα για την απόκτηση του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήµατος S-400. Εάν µάλιστα ο Ερντογάν προχωρήσει µε την εν λόγω συµφωνία όπως διαµηνύει, παραλαµβάνοντας τους πρώτους ρωσικούς πυραύλους τον Ιούλιο, τότε οι Αµερικανοί καθιστούν σαφές ότι η Τουρκία θα εκδιωχθεί από το πρόγραµµα ανάπτυξης των F-35, στο οποίο όµως εκείνη συµµετέχει ως συµπαραγωγός χώρα, έχοντας µάλιστα η ίδια επενδύσει σε αυτό πάνω από 1 δισ. δολ.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, βρίσκεται από χθες στις ΗΠΑ, για να πάρει µέρος στην επετειακή Σύνοδο των 70 ετών του ΝΑΤΟ. Στο πλαίσιο της παραµονής του εκεί, ήταν προγραµµατισµένο να έχει συναντήσεις µε τον επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτµεντ, Μάικ Ποµπέο, και τον σύµβουλο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Τζον Μπόλτον.
Το παζάρι, προφανώς, συνεχίζεται, µε τις ΗΠΑ να σκληραίνουν τη στάση τους και την Τουρκία να διεκδικεί ανταλλάγµατα (ενδεχοµένως την έκδοση του ιµάµη Φετουλάχ Γκιουλέν, τη δηµιουργία τετελεσµένων σε βάρος των Κούρδων στη Συρία κ.λπ..) ή άλλες συµβιβαστικές οδούς διεξόδου (την παραλαβή, για παράδειγµα, των S-400 µε τη δέσµευση όµως µη χρήσης τους ή τοποθέτησής τους σε κάποια άλλη Τρίτη χώρα), που δεν φαίνεται ωστόσο να γίνονται αποδεκτές από την Ουάσινγκτον.
Στις ΗΠΑ, αναλυτές επεξεργάζονται σενάρια σκλήρυνσης της αµερικανικής στάσης απέναντι στην Τουρκία, προκρίνοντας επιλογές όπως είναι (πέρα από την ακύρωση της συµφωνίας για τα F-35): η υποβάθµιση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Τουρκία, η µερική ή ολική απόσυρση αµερικανικών δυνάµεων και πυρηνικών όπλων από την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, η επιβολή νέων, ακόµη σκληρότερων κυρώσεων, αλλά και η αποµάκρυνση της Τουρκίας από ΝΑΤΟϊκές δράσεις που αποσκοπούν στην αντιµετώπιση της Ρωσίας.
ΡΩΣΙΑ - ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Η Τουρκία βρίσκεται, ωστόσο, εγκλωβισµένη. Εάν κάνει πίσω στο θέµα των S-400, αυτό προφανώς δεν θα αρέσει καθόλου στη Μόσχα, η οποία όµως ελέγχει πια την Τουρκία σε πολλά επίπεδα, µε αιχµή κυρίως τα ενεργειακά (τον αγωγό φυσικού αερίου TurkStream, τις πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ακούγιου, τις τουρκικές εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία).
Αλλά και σε οικονοµικό-εµπορικό επίπεδο, υπενθυµίζεται πως όταν οι Ρώσοι αποφάσισαν να επιβάλουν κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας µετά την κατάρριψη του ρωσικού µαχητικού στη Συρία από τουρκικά πυρά το 2015, το πλήγµα είχε αποδειχθεί δυσβάστακτο για τον Ερντογάν.
ΣΥΡΙΑ - ΚΟΥΡΔΟΙ
Οι Ρώσοι, ωστόσο, ελέγχουν και τα περιθώρια των τουρκικών στρατιωτικών κινήσεων εντός της Συρίας. Χωρίς τη ρωσική ανοχή, οι δυνάµεις του Ερντογάν δεν θα µπορούσαν να εξαπολύσουν πόλεµο ενάντια στους Κούρδους της Bορειοανατολικής Συρίας «καθαρίζοντας» τη µεθόριο. Πιθανή ρωσοτουρκική ρήξη θα µπορούσε, όµως, να οδηγήσει σε αλλαγή της ρωσικής στάσης στο συριακό µέτωπο, όπου οι Ρώσοι εξακολουθούν άλλωστε να στηρίζουν τον «εχθρό» της Τουρκίας, Μπασάρ αλ Aσαντ. Oλα τα παραπάνω αναµένεται να συζητηθούν και κατά τη συνάντηση που είναι προγραµµατισµένο να έχουν οι πρόεδροι της Ρωσικής Οµοσπονδίας, Βλαντιµίρ Πούτιν, και της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στις 8 Απριλίου στη Ρωσία.
ΕΝΕΡΓΕΙΑ - ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ
Από τις προκλήσεις δεν θα µπορούσε, φυσικά, να λείπει και το στοίχηµα της τουρκικής συµµετοχής στην εκµετάλλευση των ενεργειακών κοιτασµάτων της Ανατολικής Μεσογείου. Ο λόγος για ένα πεδίο από το οποίο όµως η Τουρκία του Ερντογάν φαίνεται επί του παρόντος να έχει αποκλειστεί, και µάλιστα µε δική της υπαιτιότητα, καθώς πλέον βρίσκεται στα µαχαίρια µε περιφερειακούς παίκτες (Αίγυπτος, Ισραήλ) και συµµάχους (ΗΠΑ, Γαλλία). Ο Ερντογάν θα κληθεί να αποδείξει δύο πράγµατα στα ενεργειακά: ότι µπορεί να πραγµατοποιήσει επιτυχηµένες γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο µε τα δικά του µέσα («Φατίχ», «Γιαβούζ») αλλά και ότι µπορεί να µπει σφήνα στα σχέδια των άλλων, παγιώνοντας τις γκρίζες τουρκικές διεκδικήσεις µέσα από τη δηµιουργία τετελεσµένων συνιδιοκτησίας στην κυπριακή ΑΟΖ.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ – ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Αλλά και εντός των συνόρων της τουρκικής πολιτικής σκηνής, ο Ερντογάν καλείται πλέον να διαχειριστεί ένα ανησυχητικά ρευστό τοπίο, διαποτισµένο από δυσαρέσκεια (στον απόηχο και των τελευταίων αρνητικών εκλογικών αποτελεσµάτων) και νέες ανταγωνιστικές τάσεις, καθώς οι κοµµατικές γραµµές θολώνουν µεταξύ ισλαµιστών (AKP) και εθνικιστών (MHP), µε τους εθνικιστές µάλιστα να ενισχύονται σε κάποια µέτωπα. Εάν πιστέψουµε, µάλιστα, και κάποια από τα δηµοσιεύµατα στον τουρκικό Τύπο, τότε ο στενός κύκλος του Ερντογάν γίνεται σταδιακά ολοένα στενότερος, µε αποτέλεσµα ο πρόεδρος να χάνει την επαφή… µε την πραγµατικότητα αλλά και (λόγω οικονοµίας) µε τις επιχειρηµατικές ελίτ που επί σειρά ετών τον στήριζαν