Χαρακτηριστική περίπτωση του συνδυασμού υψηλότερου κόστους παραγωγής και ακριβότερων πρώτων υλών, είναι τα προϊόντα αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής. Η διεθνής τιμή των δημητριακών είναι αυξημένη κατά 31% σε σχέση με πέρσι- όπως προκύπτει από τα στοιχεία του FAO- της ζάχαρης κατά 39%, των φυτικών ελαίων 67%. Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσει κανείς και την επιβάρυνση που προκύπτει από την τιμή του πετρελαίου (64% πάνω η τιμή του Brent) με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τα μεταφορικά, καθώς και τις αυξήσεις στο φυσικό αέριο (85% πάνω η διεθνής τιμή) με ό,τι συνεπάγεται για την παραγωγή, για να έχει μια εικόνα της κατάστασης.
Μεγάλες αυξήσεις στην τιμή του ψωμιού
Χωρίς να μπουν στην εξίσωση οι ανατιμήσεις στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος- ήδη εδώ και μήνες η επιβάρυνση από τη σχετική ρήτρα σύνδεσης με τις χονδρικές τιμές έχει «τσιμπήσει» τα τιμολόγια ιδιωτών παρόχων- οι καταναλωτές θα βρεθούν μέσα στο επόμενο 15νθήμερο μπροστά στις πρώτες αυξήσεις σε ένα βασικό αγαθό: το ψωμί. Οι αρτοποιοί κάνουν λόγο για 10-15%, χωρίς να διευκρινίζεται αν στα αρτοσκευάσματα πολυτελείας και στα άλλα είδη ψωμιού, οι αυξήσεις θα είναι υψηλότερες.
Ανεβαίνουν οι τιμές και στα super market -Ποια προϊόντα επηρεάζονται περισσότερο
Ο Σεπτέμβριος μπαίνει με αυξήσεις και στα ράφια των super markets και μάλιστα με τον πλέον επίσημο τρόπο. Οι εταιρίες έχουν αποστείλει ενημερωτικά e-mail και πάμε για αυξήσεις ως 15% σε λάδια, μπισκότα, καταψυγμένα, συσκευασμένα τρόφιμα, γαλακτοκομικά. Οι καταναλωτές παρατηρούν, πάντως, ήδη ανατιμήσεις, οι οποίες πολλές φορές καλύπτονται από συνδυαστικές προσφορές προϊόντων.
Ο «τζόγος» με τον καφέ
Μεγάλος τζόγος θα γίνει, όπως φαίνεται, με τον καφέ. Οι καταστροφές στις φυτείες της Βραζιλίας προκάλεσαν σοκ στις διεθνείς αγορές, με αποτέλεσμα η τιμή του να έχει αυξηθεί κατά 49%, χωρίς μάλιστα να διαφαίνεται προοπτική μείωσης του, καθώς η ζημιά στον κύκλο της παραγωγής δεν αποκαθίσταται από τη μια ημέρα στην άλλη. Σε ανάλογη περίπτωση, όταν η γρίπη των χοίρων είχε ρημάξει την κινεζική παραγωγή και είχε εκτοξεύσει τις τιμές του χοιρινού κρέατος παγκοσμίως, το εγχώριο σουβλάκι είχε τραβήξει τον ανήφορο, χωρίς φυσικά να επιστρέφει στα πρότερα επίπεδα όταν ομαλοποιήθηκε η διεθνής παραγωγή-ζήτηση χοιρινού κρέατος.
Επίκειται «τσουνάμι» στα νωπά προϊόντα
Στα νωπά προϊόντα τα πράγματα είναι ακόμα πιο σύνθετα. Από τη μια, είναι το υψηλότερο κόστος παραγωγής. Πέρα από το πετρέλαιο (κίνηση, θερμοκήπια κ.λ.π.), σημαντικές ανατιμήσεις ως και 45% καταγράφονται σε λιπάσματα, σπόρους, ζωοτροφές. Από την άλλη, είναι οι ελλείψεις λόγω φυσικών καταστροφών. Για παράδειγμα, οι καταναλωτές φέτος πλήρωσαν πιο ακριβά από πέρσι τα ροδάκινα και τα κεράσια, καθώς ο παγετός της Άνοιξης ρήμαξε την παραγωγή. Σύμφωνα με τα στοιχεία χονδρικής (ΟΚΑΑ), η επικρατούσα τιμή στα λευκόσαρκα ροδάκινα την περασμένη εβδομάδα ήταν 1,60 ευρώ/ κιλό έναντι 0,90 ευρώ/ κιλό πέρσι. Αντίστοιχα, μεγάλη ζημιά προκάλεσε και ο παρατεταμένος καύσωνας του Αυγούστου, ο οποίος έπληξε τομάτες, αγγούρια, φασολάκια κι απ’ ότι λένε οι παραγωγοί, ζημιά ανάλογη έγινε σε μπρόκολα, κουνουπίδια κ.λ.π. Αν βάλει κανείς στην εξίσωση την έλλειψη στην αγορά που ήδη δημιουργεί η απώλεια οπωροκηπευτικών από τη Β. Εύβοια, έχει την εικόνα. Όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, οι αυξήσεις κατά 8% στα οπωροκηπευτικά και 5% στα φρούτα, που είδαμε τον Ιούλιο, θα είναι υγιεινός περίπατος μπροστά σε αυτά που έρχονται.
Τι γίνεται με τις αυξήσεις στο ρεύμα
Οι ανατιμήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα είναι μια κατηγορία από μόνες τους, καθώς πλήττουν και τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η αύξηση κατά 85% του φυσικού αερίου και η πίεση στις χονδρικές τιμές απαιτούν καίρια κρατική παρέμβαση, έτσι ώστε να μην περάσουν στα τιμολόγια λιανικής. Ήδη, η ΔΕΗ από τις 5 Αυγούστου έχει ενεργοποιήσει μειωμένα 30% τιμολόγια για οικιακή χρήση και 50% για αγροτική, αλλά μένει να διαπιστωθεί αν αυτό είναι αρκετό για να μην υπάρξουν επιβαρύνσεις, ενώ αναμένονται κινήσεις κι από τους ιδιώτες παρόχους που κατέχουν περίπου το 35% της αγοράς.
Η κυβέρνηση και συγκεκριμένα το υπουργείο Περιβάλλοντος προσανατολίζονται στην αξιοποίηση του ταμείου για τις εκπομπές ρύπων αλλά και των πόρων που εξοικονομούνται από τη διασύνδεση των νησιών και την ενεργοποίηση φωτοβολταϊκών, προκειμένου να προστατευθούν τα ευάλωτα νοικοκυριά. Ωστόσο είναι προφανές ότι το σύνολο των νοικοκυριών και οι επιχειρήσεις, που βγαίνουν «τραυματισμένα» από την πανδημία, δεν αντέχουν τέτοιες επιβαρύνσεις, οι οποίες εν πολλοίς απορροφούν τα οφέλη από τη μείωση της άμεσης φορολογίας (εισφορά αλληλεγγύης, χαμηλός φορολογικός συντελεστής) και των ασφαλιστικών εισφορών.
Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν υπάρχουν τα περιθώρια μείωσης κάποιων Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης π.χ. στα ενεργειακά προϊόντα ή αναστολής τους π.χ. στον καφέ, για όσο διάστημα διαρκέσει αυτή η κρίση. Σύμφωνα, άλλωστε, με την επικρατούσα άποψη στην ΕΚΤ αλλά το ΔΝΤ, οι ανατιμήσεις αυτές θα υποχωρήσουν μέσα στο 2022, οπότε η ισχύς της ρήτρας διαφυγής από τους κανόνες των πλεονασμάτων δίνει τα περιθώρια για τέτοιου είδους δημοσιονομικές παρεμβάσεις προσωρινού χαρακτήρα.
Τα συγκριτικά στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν, άλλωστε, ότι η αναλογία των έμμεσων φόρων στην Ελλάδα, σε σχέση με το σύνολο των εσόδων, κινείται πολύ υψηλότερα από το μέσο όρο των υπολοίπων χωρών. Ως γνωστόν, η έμμεση φορολογία είναι η πιο άδικη, καθώς «χτυπά» αδιακρίτως, πόσο μάλλον όταν οι δαπάνες για διατροφή είναι ανελαστικές…