Στις εξελίξεις στο θέμα των ελληνοτουρκικών, μετά και τη νέα δημοσκόπηση στην Τουρκία, που δείχνει ήττα του Ερντογάν στις εκλογές, αναφέρθηκε ο υφυπουργός Παιδείας Άγγελος Συρίγος μιλώντας στην εκπομπή της ΕΡΤ «Από τις έξι».
Όπως ανέφερε: «Αυτά που λέει ο Ερντογάν δεν είναι κάτι πρόσκαιρο, είναι δομικό στοιχείο της τουρκικής πολιτικής, που δεν αφορά μόνο στον Ερντογάν, περνάει οριζόντια σε όλα τα κόμματα, που τα ενστερνίζονται, με εξαίρεση το φιλοκουρδικό κόμμα. Όλοι οι άλλοι θεωρούν ότι ισχύουν αυτά που λέει, ότι έχουμε καταλάβει μεγάλα νησιά, ότι είναι αμφισβητούμενη η κυριαρχία, κλπ
Εάν υπάρξει κυβερνητική αλλαγή στην Τουρκία, μπορεί χωρίς την ένταση που βλέπουμε τις τελευταίες εβδομάδες, που πραγματικά είναι κρεσέντο αυτό που γίνεται, σε γενικές γραμμές αυτό είναι ένα σταθερό σημείο της τουρκικής πολιτικής.
Είναι σαφές ότι όσο ο Ερντογάν πιέζεται πολιτικά και θα πιέζεται, λόγω της τραγικής καταστάσεως της οικονομίας, θα προσπαθήσει να στρέψει την προσοχή του κόσμου σε θέματα που τον συγκινούν και συσπειρώνουν γύρω του ψηφοφόρους.
Αυτά είναι τα εθνικά θέματα, δεν είναι τυχαίο ότι έχει ανοίξει δύο μέτωπα, ένα στη Συρία και ένα στην ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, με εμάς και την Κύπρο και έτσι προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή του κόσμου από τις τραγικές τιμές, διάβαζα ότι 15 εκατομμύρια Τούρκοι, ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, καθημερινά, δεν μπορούν δηλαδή να τραφούν σωστά.
Ο Ερντογάν καθοδηγείται από την περίοδο του Αυγούστου με Νοεμβρίου 2020, τότε στις 4 Αυγούστου ξεκίνησε την ένταση βγάζοντας το «Ρουτς Ρέις», ξέρει ότι ο μέσος τουρίστας δεν θα επηρεαστεί άμεσα από το τι συμβαίνει κάπου στην ανατολική Μεσόγειο, όπως δεν επηρεάζεται από τι συμβαίνει κάπου στα τουρκοσυριακά σύνορα, κοκ. Επομένως θεωρεί ότι σε αυτό το θέμα μπορεί να παίξει».
Συνεχίζοντας ως προς το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου, ο κ. Συρίγος δήλωσε πως: «Κανένας δεν μπορεί να ξέρει όταν μπλέκει σε αυτές τις καταστάσεις, αν θα γίνει θερμό επεισόδιο, πολλές φορές αυτό μπορεί να γίνει και κατά λάθος. Η εκτίμησή μου είναι ότι ο Ερντογάν επιδιώκει νίκες εύκολες, για να τις δώσει προς τον κόσμο. Η Ελλάδα δεν προσφέρεται για κάτι τέτοιο, δεν είναι ούτε Συρία, ούτε Ιράκ, ούτε ΡΚΚ, ούτε Αρμενία, ούτε όπως ήταν η Κύπρος το 1974.
Είναι μία ισχυρότατη στρατιωτικά χώρα, δεν μπορεί να πετύχει την εύκολη νίκη, άρα η πιθανότητα θερμού επεισοδίου είναι περιορισμένη, εγώ πιστεύω ότι θα επιχειρήσει να δράσει στη Συρία, εκεί όμως πρέπει να έχει τη σύμφωνη γνώμη της Ρωσίας και της Αμερικής, δεν το έχει καταφέρει ακόμα. Επομένως είμαστε σε μία κατάσταση που οξύνει λεκτικά και θα συνεχίσει να οξύνει.
Ο Ερντογάν θεωρεί ότι είναι περιορισμένη η δυνατότητα της Αμερικής να του ασκήσει πολύ μεγάλη πίεση, ακολουθεί τη δικιά του πολιτική, ανεξάρτητα από το τι λέει η Αμερική, ανεξάρτητα από το τι λέει η διεθνής κοινότητα.
Αυτά που κάνει τώρα είναι αναβάθμιση της τουρκικής απειλής. Παλιά αμφισβητούσαν μικρά μη κατονομαζόμενα νησιά, τώρα αμφισβητούν ρητώς κατονομαζόμενους νησιωτικούς σχηματισμούς σε όλο το ανατολικό Αιγαίο, δηλαδή αμφισβητούν τη Συνθήκη της Λωζάνης.
Αυτό είναι το επόμενο βήμα που περιμέναμε, θυμάστε όταν είχε έρθει στην Ελλάδα το Δεκέμβριο του 2018, που ευθέως είχε αμφισβητήσει τη Συνθήκη της Λωζάνης. Είναι συνέχεια αυτής της λογικής, δεν τον ενδιαφέρει τι λέει η διεθνής κοινότητα και το κακό είναι ότι όλα τα κόμματα θεωρούν ότι έχει δίκιο».
Συνεχίζοντας ο υφυπουργός Παιδείας, σχολίασε πως: «Ο Ερντογάν είναι ένας άνθρωπος που λειτουργεί πάρα πολλές φορές ευκαιριακά, βλέποντας τη διεθνή αντίδραση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, φοβήθηκε ότι η διεθνής κοινότητα θα ακολουθούσε την ίδια τακτική και εναντίον της χώρας του, που είχε έκδηλη επιθετικότητα, η Τουρκία είναι μία “μικρή Ρωσία” με αυτά που κάνει στην ανατολική Μεσόγειο, απλώς δεν έχει επιτεθεί ακόμη.
Ο Ερντογάν σε εκείνη τη φάση, θεώρησε ότι πρέπει να έχει καλή σχέση με την Ελλάδα και να εξομαλύνει τις διαφορές του, όταν όμως διαπίστωσε ότι η Δύση δεν είχε διάθεση να τον πιέσει ιδιαιτέρως, όταν έθεσε βέτο σε ένα θέμα στρατηγικής σημασίας για τη Δύση, την ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ, θεώρησε ότι η Δύση έχει περισσότερη ανάγκη την Τουρκία, από ότι η Τουρκία τη Δύση και πιστεύει ότι έχει περιθώριο να μπορέσει να ελιχθεί διαφορετικά, γι’ αυτό άλλαξε τη ρητορική του μετά από εκείνο το περιστατικό.
Δηλαδή το κρίσιμο στοιχείο είναι η ρωσική εισβολή, το δεύτερο κρίσιμο στοιχείο είναι η χλιαρή αντίδραση της Δύσης στο βέτο της Τουρκίας για ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας. Δηλώσεις όπως αυτή του κ. Στόλτενμπεργκ περνούν πολύ κακό μήνυμα στην Τουρκία, ότι με αφήνουνε, μπορώ να το συνεχίσω».