Opinion

Ο Συριακός εμφύλιος και οι εξελίξεις του σήμερα

Ήταν Ιανουάριος του 2011, όταν ξέσπασαν στην Τυνησία οι πρώτες εξεγέρσεις εναντίον του σκληρού και διεφθαρμένου καθεστώτος του Ζιν Ελ Αμπιντίν Μπεν Άλι. Ταχύτατα η κατάσταση εκτραχύνθηκε, ενώ οι εξεγέρσεις επεκτάθηκαν και σε άλλα αραβικά κράτη, παίρνοντας το χαρακτήρα αραβικών εξεγέρσεων και εμφυλίων πολέμων, εναντίον ισόβιων και αυταρχικών καθεστώτων. Κατά αυτόν τον τρόπο, το Μάρτιο του 2011 οι εξεγέρσεις επεκτάθηκαν στη Συρία, με αίτημα την απομάκρυνση του Μπασάρ Αλ Άσαντ και της οικογένειας του από την ηγεσία, η οποία κυβερνά από το 1970.

Έτσι λοιπόν, δέκα ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από την έναρξη του αιματηρού συριακού εμφυλίου πολέμου, μεταξύ του Συριακού Αραβικού Στρατού του Άσαντ και των Ελεύθερων Συριακών Δυνάμεων, προκαλώντας τεράστια ανθρωπιστική και προσφυγική κρίση, αναρίθμητες υλικές καταστροφές, ενώ η Συρία μετατράπηκε σε πεδίο πολέμου δια αντιπροσώπων. Με την έναρξη της σύγκρουσης η Ρωσία, το Ιράν και η Χεζμπολάχ έσπευσαν να βοηθήσουν τον Άσαντ, ενώ από την άλλη οι ΗΠΑ, οι οποίες είχαν εντάξει τη Συρία στον «άξονα του κακού» όπως το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν και τη Λιβύη του Μουαμάρ Καντάφι έβλεπαν θετικά την πτώση του, όπως και οι χώρες του Κόλπου. Η συνέχεια όμως ήταν απρόβλεπτη, καθώς αναδείχθηκε το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος, οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, καθώς και πλήθος τοπικών πολιτοφυλακών, καθιστώντας την κατάσταση αρκετά περιπλοκή.

Παρόλα αυτά, ο Άσαντ κατόρθωσε να παραμείνει στην εξουσία και να μην διασπαστεί εδαφικά η Συρία, έχοντας τη βοήθεια των συμμάχων του και το διεθνή συνασπισμό που συντάχθηκε για να αντιμετωπίσει το «Ισλαμικό Κράτος». Ο εμφύλιος πόλεμος ακόμα δεν έχει τελειώσει, ωστόσο η Συρία προσπαθεί να επουλώσει τις πολυάριθμες πληγές της. Ο Συριακός Αραβικός Στρατός και οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, ενώ η αντιπολίτευση και τα υπολείμματα του «Ισλαμικού Κράτους» έχουν περιοριστεί σε μικρούς θύλακες. Τον περασμένο Μάιο πραγματοποιήθηκαν εκλογές, όπου ο Άσαντ νομιμοποίησε την κυριαρχία του όπως αναμενόταν, ενώ σταδιακά πραγματοποιούνται έργα αποκατάστασης υποδομών, γίνονται προσπάθειες για την επιστροφή προσφύγων, καθώς και για την αναθέρμανση των διπλωματικών σχέσεων του καθεστώτος με άλλα κράτη, όπως με την Ιορδανία, τα ΗΑΕ και τη Σερβία.

Η Συρία για τη Ρωσία είναι πεδίο ζωτικής σημασίας. Αρχικά, εδώ και πολλές δεκαετίες οι δυο χώρες έχουν στενές σχέσεις, ενώ υπάρχουν ρωσικές δυνάμεις στη Συρία και μπορούν να κατασκευαστούν βάσεις, έχοντας έτσι πρόσβαση στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, η Μόσχα μπορεί να βοηθήσει τη Δαμασκό στην ανοικοδόμηση της, καθώς και στην εξερεύνηση του θαλάσσιου της πλούτου. Επιπλέον, η σιιτική παράταξη του Ιράν και της Χεζμπολάχ, ήταν αδύνατον να μην βοηθήσει το μόνο σύμμαχο της στην περιοχή, μιας και είναι απομονωμένη από τη διεθνή κοινότητα. Τέλος, καταλυτικός ήταν ο ρόλος των Κούρδων οι οποίοι πολέμησαν μαζί με τον Άσαντ το «Ισλαμικό Κράτος».

CONTINUE READING

Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία αποτελεί έναν εκ των κυριότερων δρώντων στο συριακό εμφύλιο, έχοντας πραγματοποιήσει από το 2016 τέσσερις στρατιωτικές επιχειρήσεις, καθώς υποστηρίζει την αντιπολίτευση και οι θύλακες που κατέχει στη βόρεια Συρία παρέχουν προστασία σε αντιπάλους του Άσαντ. Ωστόσο, ο σημαντικότερος λόγος εμπλοκής της Τουρκίας στις συριακές υποθέσεις είναι η αυξανόμενη δύναμη των Κούρδων. Οι τελευταίοι επέκτειναν σημαντικά τις κτήσεις τους πολεμώντας το «Ισλαμικό Κράτος», ενώ κατέχουν νέο οπλισμό προερχόμενο είτε από τις ΗΠΑ, είτε από τρομοκράτες, είτε από τον Συριακό Αραβικό Στρατό. Το Κουρδικό Ζήτημα αποτελεί για την Τουρκία προτεραιότητα στην εξωτερική της πολιτική, κατά αυτόν τον τρόπο επιδιώκει τη διάσπαση και την αποδυνάμωση των Κούρδων της Συρίας και του Ιράκ. Επιπλέον, επιδιώκει την απομάκρυνση ή την εξάλειψη τους από τα τουρκοσυριακά σύνορα και τη μετέγκατασταση των προσφύγων που βρίσκονται στην Τουρκία.

Αφού εξαλείφθηκε η απειλή του «Ισλαμικού Κράτους», οι ΗΠΑ έχουν απομακρύνει τις δυνάμεις τους από τη Συρία, πλην από ορισμένες περιοχές ανατολικά της χώρας, οι οποίες ελέγχονται από τους Κούρδους και είναι πλούσιες σε πετρέλαια. Ωστόσο, αργά ή γρήγορα η αποχώρηση τους κι από εκεί είναι δεδομένη, καθώς οι ΗΠΑ έχουν στρέψει το ενδιαφέρον της εξωτερικής τους πολιτικής στον Ειρηνικό Ωκεανό, ώστε να αντιμετωπίσουν την απειλή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Τέλος, άξιος λόγου είναι και ο παράγοντας του Ισραήλ. Τα δυο κράτη παραδοσιακά είναι θανάσιμοι εχθροί, ωστόσο το Τελ Αβίβ επιζητούσε την εγγύηση της ασφάλειας του κυρίως κι όχι πτώση του καθεστώτος. Γι’ αυτό άλλωστε πραγματοποιεί επιθέσεις στην συριακή επικράτεια σε σιιτικές ομάδες. Μνεία πρέπει να γίνει για τη συμφωνία που ήταν κοντά να επιτευχθεί μεταξύ Συρίας και Ισραήλ, όπου τα υψίπεδα του Γκολάν θα επέστρεφαν στη Δαμασκό κι εκείνη με τη σειρά της θα πάγωνε τις σχέσεις της με το Ιράν και τη Χεζμπολάχ. Η συμφωνία όμως δεν επιτεύχθηκε καθώς ξέσπασαν οι εντάσεις στο αραβικό κράτος. Παρόλα αυτά, το Ισραήλ είναι ένα κράτος που θέλει να περιορίσει τους εχθρούς του και γι’ αυτό επιδιώκει την ειρήνη με τα αραβικά κράτη, γεγονός που επιβεβαιώνεται με τις συμφωνίες του Αβραάμ, αλλά και την εξομάλυνση των σχέσεων του με το Μαρόκο, το Μπαχρέιν, το Ομάν και το Σουδάν.

Ο Άσαντ κατόρθωσε να παραμείνει στην εξουσία και να γίνει ξανά ο κυρίαρχος του συριακού εδάφους, με τη διεθνή κοινότητα να αρχίζει προοδευτικά να τον αποδέχεται. Από την άλλη πλευρά, αυτή τη στιγμή φαίνεται αρκετά δύσκολη η αποχώρηση της Τουρκίας από τα συριακά εδάφη, ενώ άξιο απορίας θα είναι και το μέλλον των Κούρδων, μετά την εδαφική επέκταση – διαπραγματευτική ισχύ που απέκτησαν.

Follow Pentapostagma on Google news Google News

POPULAR