«Είχα», τόνισε ο Ν. Παναγιώτοπουλος, μετά το τέλος της Συνόδου, «την ευκαιρία να καταδείξω τις νέες προκλήσεις ασφαλείας που συνδέονται με την κατάσταση στο Αφγανιστάν».
Την ανάγκη να αποτραπεί η εργαλειοποίηση μεταναστευτικών ροών από το Αφγανιστάν προς την Ευρώπη τόνισε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, που συμμετείχε στην άτυπη Σύνοδο των υπουργών Αμύνης της Ευρωπαϊκής Ενώσεως που πραγματοποιήθηκε χθες και σήμερα, 1 – 2 Σεπτεμβρίου, στη Λιουμπλιάνα.
«Είχα», τόνισε ο Ν. Παναγιώτοπουλος, μετά το τέλος της Συνόδου, «την ευκαιρία να καταδείξω τις νέες προκλήσεις ασφαλείας που συνδέονται με την κατάσταση στο Αφγανιστάν». «Υπογράμμισα», πρόσθεσε, «την ανάγκη να ολοκληρώσουμε την εκκένωση όσων μας υπεστήριξαν κατά την παρουσία μας στο Αφγανιστάν, να διασφαλίσουμε την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή και να αποτρέψουμε την ενδεχόμενη εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη».
Σε αυτή την κατεύθυνση, «είναι», είπε, «απαραίτητη η παροχή συνδρομής της Ε.Ε. προς τις γειτονικές χώρες του Αφγανιστάν, ιδίως όσον αφορά στην πρόληψη των προσφυγικών ροών». Ο Έλληνας υπουργός σημείωσε «την αυξημένη σημασία που αποδίδει η χώρα μας στη συνδρομή των αποστολών της ΕΕ στις περιοχές της υποσαχάριας Αφρικής, τη Μοζαμβίκη, τη Λιβύη και ασφαλώς τα Δυτικά Βαλκάνια». Δεν παρέλειψε, δε, να καταδείξει «τη σπουδαιότητα της επιχείρησης IRINI για την ασφάλεια και σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο».
Στο κοινό Γεύμα Εργασίας ΕΕ-ΝΑΤΟ-ΟΗΕ, με συμμετοχή του αναπληρωτή Γ.Γ. ΝΑΤΟ Μιρτσέα Γκεοάνα και του αναπληρωτή Γενικού γραμματέα Ηνωμένων Εθνών, αρμόδιου για ειρηνευτικές επιχειρήσεις, Ζαν – Πιερ Λακρουά, ο Ν. Παναγιωτόπουλος αναγνώρισε τη σταθερά θετική και εποικοδομητική συνεργασία των τριών Οργανισμών, ενώ τόνισε πως οι τρέχουσες κοινές προκλήσεις απαιτούν την περαιτέρω εμβάθυνση της υπόψη συνεργασίας σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος.
Για το ΝΑΤΟ, ο Ν. Παναγιώτοπουλος επεσήμανε ότι η οποιαδήποτε ανάπτυξη της συνεργασίας θα πρέπει να εδράζεται στις αρχές του μη-αποκλεισμού, δηλαδή της συμμετοχής όλων των κρατών – μελών της ΕΕ στις επιμέρους δράσεις και πρωτοβουλίες καθώς και της αυτονομίας του κάθε Οργανισμού στη λήψη αποφάσεων.