Αυξήσεις στα σούπερ μάρκετ, στα καύσιμα, αλλά και σε όλο το φάσμα της αγοράς έρχονται μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα. Το κλίμα που έχει διαμορφωθεί διεθνώς και οι μεγάλες αυξήσεις που σημειώνονται περνάνε σύντομα και στον τελικό καταναλωτή.
Πώς θα είναι τα σούπερ μάρκετ στο κοντινό μέλλον
Η πανδημία του κορωνοϊού είχε άμεση επίδραση στις καταναλωτικές συνήθειες, επηρεάζοντας τη λειτουργία των σούπερ μάρκετ. Λόγω των περιοριστικών μέτρων, οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα άλλαξαν στρατηγική κι επενδυτικό προσανατολισμό, λαμβάνοντας υπόψιν τη στροφή -χωρίς… επιστροφή- στο ηλεκτρονικό κανάλι πωλήσεων.
Πρόσφατη έρευνα του ΙΕΛΚΑ έδειξε ότι οι πωλήσεις του online καναλιού των σούπερ μάρκετ ξεπέρασαν τα 100 εκατ. ευρώ το 2020, έναντι των 46,7 εκατ. ευρώ του 2019, ενώ το κοινό που αγοράζει τρόφιμα και γενικά είδη super market online έχει φτάσει πλέον στο 25% έναντι ενός πολύ μικρού ποσοστού 1-2% το 2019.
«Ξεπερασμένες» οι online αγορές
Οι ηλεκτρονικές αγορές όμως στο κοντινό μέλλον θα φαίνεται ως κάτι «ξεπερασμένο» καθώς έρχονται επαναστατικές αλλαγές στη λειτουργία των σούπερ μάρκετ. Ο κορωνοϊός υποχρέωσε τους καταναλωτές να αλλάξουν συνήθειες αλλά και τα ίδια τα super markets να αλλάξουν στρατηγική κι επενδυτικό προσανατολισμό, λαμβάνοντας υπόψιν τη στροφή χωρίς επιστροφή στο ηλεκτρονικό κανάλι πωλήσεων.Το στοιχείο που επιβεβαίωσε, όμως, ότι αυτή η στροφή στις ηλεκτρονικές αγορές είναι μόνιμη, αποτυπώνεται στην ποιοτική ανάλυση των πλεονεκτημάτων των e- αγορών. Αφήνοντας στην άκρη το 40%, που αφορά στην ασφάλεια από τον κορωνοϊό, ακολουθούν η ευκολία των αγορών σε ποσοστό 38%, η ταχύτητα αγορών με 23% και η αναζήτηση προσφορών με 22%. Παράλληλα 1 στους 4 καταναλωτές, δεν έχει εικόνα για τα πλεονεκτήματα των ηλεκτρονικών αγορών, κάτι που αποτελεί ένδειξη για ακόμα μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης της αγοράς.
Πρόσφατη έρευνα του ΙΕΛΚΑ έδειξε ότι οι πωλήσεις του online καναλιού των super markets ξεπέρασαν τα 100 εκατ. Ευρώ το 2020, έναντι των 46,7 εκατ. Ευρώ του 2019, ενώ το κοινό που αγοράζει τρόφιμα και γενικά είδη super market online έχει φτάσει πλέον στο 25% έναντι ενός πολύ μικρού ποσοστού 1-2% το 2019.
Το πρόβλημα αναμένεται να ενταθεί ακόμη περισσότερο το προσεχές διάστημα εξαιτίας των αυξήσεων όχι μόνο των πρώτων υλών διεθνώς αλλά και της τιμής των ναύλων.
Η αύξηση τιμών σε πρώτες ύλες, σιτηρά, γαλακτοκομικά, ζάχαρη, καφέ και βοδινό κρέας ξεκινά από 3,63% και φτάνει το 26,59%, σύμφωνα με στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ).
Την ίδια στιγμή, εκτός από την αύξηση τιμών στα σούπερ μάρκετ, παρατηρείται επίσης αύξηση στα καύσιμα, που επηρεάζουν με τη σειρά τους τις τιμές των προϊόντων.
Συγκεκριμένα όσον αφορά στη μέση τιμή σε αμόλυβδη, σήμερα διαμορφώνεται στα 1,61 ευρώ ανά λίτρο, ενώ πέρυσι τέτοια εποχή η τιμή ήταν στα 1,36 ευρώ ανά λίτρο και το πετρέλαιο κίνησης από 1,330 ευρώ το λίτρο πριν από ένα χρόνο, έχει φτάσει φέτος σε 1,110 ευρώ το λίτρο. ημαντική αύξηση του κόστους των τιμών ακόμη και βασικά προϊόντα στα σούπερ μάρκετ έφερε η πανδημία του κορονοϊού, ενώ το πρόβλημα αναμένεται να ενταθεί ακόμη περισσότερο το προσεχές διάστημα εξαιτίας των αυξήσεων όχι μόνο των πρώτων υλών διεθνώς αλλά και της τιμής των ναύλων. Παράλληλα σημαντική είναι η αύξηση που καταγράφεται και στις τιμές των καυσίμων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), διεθνώς η αύξηση των τιμών σε πρώτες ύλες σιτηρά, γαλακτοκομικά, ζάχαρη, καφέ και βοδινό κρέας ξεκινά από 3,63% και φτάνει το 26,59%. Οπως αναφέρει το ρεπορτάζ του OPEN TV, στα σούπερ μάρκετ ήδη καταγράφονται αυξήσεις τιμών σε προϊόντα όπως:
- Χαρτικά: 4-12%
- Άλευρα: 10%
- Σπορέλαια: 50%
Παράλληλα, ήδη έχει αυξηθεί η τιμή (κατά μερικά λεπτά του ευρώ) σε καταναλωτικά αγαθά στα σούπερ μάρκετ, όπως στα παρακάτω:
- Ρύζι: Από 1,70 ευρώ σε 1,90 ευρώ
- Καφές: Από 5,40 ευρώ σε 5,70 ευρώ
- Βρεφικό γάλα: Από 10,70 ευρώ σε 10,80 ευρώ
«Η αύξηση ναύλου ενός κοντέινερ από την Ασία στην Ευρώπη μέσα σε έξι μήνες είναι 525%», σημείωσε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος, ενώ ο Γενικός Διευθυντής του ΙΕΛΚΑ επιβεβαίωσε στο OPEN πως «υπάρχουν αυξητικές πιέσεις στις τιμές των πρώτων υλών και μένει να δούμε εάν αυτές θα επηρεάσουν και στο μελλον τις τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ».
Την πορεία των τιμών των τροφίμων και των σχετικών τιμών πρώτων υλών στην Ελλάδα και το εξωτερικό εξετάζει σε νέα μελέτη του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών, (ΙΕΛΚΑ).
Σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, ο δείκτης τιμών καταναλωτή για τα τρόφιμα τον Απρίλιο 2021 βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τον Απρίλιο 2013 και 1,3% χαμηλότερα από τον Απρίλιο 2020.
Ωστόσο, διαπιστώνονται σημαντικές αυξήσεις στις διεθνείς τιμές των πρώτων υλών για τα τρόφιμα και ποτά. Μέχρι τώρα, σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, οι αυξήσεις τιμών πρώτων υλών φαίνεται να έχουν απορροφηθεί από τους προμηθευτές και το λιανεμπόριο στην Ελλάδα, αυτό όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένο για το μέλλον, εφόσον οι αυξητικές τάσεις συνεχιστούν.
Όπως διαπιστώνεται και από τα δημοσιευμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή) ο υποδείκτης τιμών καταναλωτή για την ομάδα των ειδών τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών τον Απρίλιο του 2021 με τιμή 106,22 βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τον Απρίλιο του 2013 με τιμή 106,09. Παράλληλα δεν φαίνεται να καταγράφονται σημαντικές διακυμάνσεις το 2021.
Συγκεκριμένα ο δείκτης βρίσκεται χαμηλότερα από τον Ιανουάριο του 2021 με τιμή 106,51, ενώ παράλληλα βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα 1,3% από τον αντίστοιχο μήνα Απρίλιο 2020 με τιμή 107,50. Ο μέσος όρος τετραμήνου Ιανουαρίου-Απριλίου 2021 με 106,44 είναι επίσης χαμηλότερα από τον αντίστοιχο μέσο όρο του τετραμήνου Ιανουαρίου-Απριλίου 2020 με 107,7.
Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι ενδεχομένως να υπάρξουν αυξητικές πιέσεις στους δείκτες τιμών καταναλωτή και αυξήσεις της τελικής τιμής καταναλωτή για τα συγκεκριμένα προϊόντα τους επόμενους μήνες. Συγκεκριμένα, όπως καταγράφεται στον δείκτη τιμών εισροών αγροτικής παραγωγής της ΕΛΣΤΑΤ, δηλαδή στις τιμές που καταβάλλουν οι παραγωγοί, όταν αγοράζουν προϊόντα και υπηρεσίες για τη γεωργική - κτηνοτροφική παραγωγή καταγράφεται αύξηση τους πρώτους μήνες του 2021, οι τιμές του μηνός Μαρτίου 2021, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαρτίου 2020, παρουσίασε αύξηση 3,4%. Οι αυξήσεις αυτές οφείλονται κυρίως στις αυξήσεις τιμών στις ζωοτροφές και στο κόστος ενέργειας.
Οι αυξήσεις αυτές φαίνεται, σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, ότι μεταφέρονται πλέον προς τους επόμενους κόμβους της αλυσίδας αξίας, καθώς αυξάνονται και οι δείκτες τιμών εκροών αγροτικής παραγωγής, δηλαδή οι τιμές διάθεσης των προϊόντων. Για παράδειγμα δείκτης φυτικής παραγωγής παρουσιάζει αύξηση 6,1% σε σχέση με το 2020 και ο δείκτης ζωικής παραγωγής 0,6% σε σχέση με το 2020.
Παράλληλα όμως ανησυχητικά μηνύματα έρχονται από τους διεθνείς δείκτες. Ο δείκτης πρώτων υλών τροφίμων και ποτών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Commodity Food and Beverage Price Index Monthly Price) καταγράφει σε ένα μόλις χρόνο εξαιρετικά μεγάλη αύξηση άνω του 30%, από 92,42 τον Απρίλιο του 2020 σε 125,16 τον Απρίλιο του 2021. Οι αυξήσεις αυτές οφείλονται κυρίως στις αυξήσεις των πρώτων υλών παραγωγής και όχι τόσο στις αυξήσεις του κόστους ενέργειας.
Αντίστοιχα ευρήματα προκύπτουν και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO).Ο δείκτης τιμών τροφίμων FAO, ή FAO Food Price Index (FFPI), μετράει τη μηνιαία μεταβολή στις διεθνείς τιμές ενός καλαθιού πρώτων υλών. Ο δείκτης έφτασε τον Απρίλιο του 2021 στις 120,9 μονάδες, 28,4 μονάδες αυξημένος σε σχέση με τον Απρίλιο του 2020, ενώ κατέγραψε για 11ο συνεχόμενο μήνα αύξηση στην τιμή του φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.
Όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις (δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά, ζάχαρη) με μεγαλύτερες αυξήσεις από αυτές να καταγράφονται στα φυτικά έλαια και στα δημητριακά. Οι αυξήσεις οφείλονται, σύμφωνα με την έρευνα, κυρίως στην αποδοτικότητα της παραγωγής στις μεγάλες παραγωγούς χώρες και στην αύξηση της ζήτησης από τις χώρες της Ασίας. Αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.
Σημειώνεται ότι μέχρι τώρα οι αυξήσεις τιμών πρώτων υλών φαίνεται να έχουν απορροφηθεί από τους προμηθευτές και το λιανεμπόριο στην Ελλάδα, αυτό όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένο για το μέλλον, εφόσον οι αυξητικές τάσεις συνεχιστούν.
Εκτίναξη στα ναύλα
Ασφυκτικές πιέσεις έχουν αρχίσει ήδη να δημιουργούνται στην ελληνική οικονομία λόγω της αλματώδους ανόδου των διεθνών χρηματιστηριακών τιμών πρώτων υλών και τελικών προϊόντων και υπηρεσιών, που σε συνδυασμό με την εξωπραγματική αύξηση της τάξης του 525% των ναυτιλιακών ναύλων για τις μεταφορές κοντέινερ, προκαλούν ανυπέρβλητα προβλήματα στις εξαγωγικές αλλά και τις εισαγωγικές ελληνικές επιχειρήσεις, καταλήγοντας στους καταναλωτές».
Αυτό τόνισε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος μετά από έρευνα του ΕΒΕΑ για την πορεία των διεθνών τιμών σε ένα ευρύτατο φάσμα πρώτων υλών που αφορά την παραγωγή βασικών προϊόντων στους κλάδους των τροφίμων, της ενέργειας, των μεταφορών, των κατασκευών κλπ.
Όπως φαίνεται και στον πίνακα που επισυνάπτεται, μέσα σε ένα έτος οι διεθνείς τιμές των προϊόντων έχουν παρουσιάσει άνοδο σε διψήφια ποσοστά.
Ενδεικτικά, το πετρέλαιο θέρμανσης έχει αυξηθεί κατά 37,94%, η βενζίνη κατά 52,14%, η σόγια κατά 17,10%, ο καφές κατά 26,59%, το γάλα κατά 20,06%, το καλαμπόκι κατά 35,64%, τα πουλερικά κατά 16,64%, το μαλλί κατά 12,72%, ο χαλκός κατά 33,19%, το αλουμίνιο κατά 26,54% κλπ.
Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό μείγμα αυξήσεων, οι επιχειρήσεις στο σύνολό τους, εξαγωγικές και εισαγωγικές, έχουν να αντιμετωπίσουν και την αλματώδη άνοδο του κόστους του ναυτιλιακού ναύλου, το οποίο από την Ασία στην Ευρώπη έχει αυξηθεί τον τελευταίο χρόνο κατά 525%, καθώς η μεταφορά ενός κοντέινερ κοστίζει πλέον πάνω από 10.000 δολάρια όταν πριν περίπου ένα χρόνο η τιμή του ήταν αισθητά κάτω από 2.000 δολάρια.
Οι πληθωριστικές αυτές τάσεις που παρατηρούνται καθιστούν αποτρεπτικές τις εισαγωγές πρώτων υλών αλλά και τελικών προϊόντων στη χώρα μας, καθώς μεγάλος αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε τέτοια κόστη, ενώ οι τάσεις αυτές, ανόδου των τιμών, είναι αδύνατον να απορροφηθούν από τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Και βέβαια, λόγω της δεδομένης οικονομικής κατάστασης των καταναλωτών, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποφευχθεί η περαιτέρω συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης, βάζοντας την ελληνική οικονομία σε ένα νέο φαύλο κύκλο υφεσιακών πιέσεων.
Δυστυχώς οι επιλογές που υπάρχουν είναι περιορισμένες και εξαιρετικά δύσκολες και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το τσουνάμι προβλημάτων που έρχεται, δεδομένης της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας, αλλά και της στάσης που τηρούν διαχρονικά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, διατηρώντας κλειστές τις κάνουλες ρευστότητας στην αγορά.α και ταυτόχρονα να διερευνηθούν οι δυνατότητες για μια συνετή δημοσιονομική πολιτική αύξησης των εισοδημάτων των καταναλωτών, ώστε να αποτραπεί η αναμενόμενη δραματική μείωση της αγοραστικής κίνησης.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να λύσει τον γρίφο της στήριξης των επιχειρήσεων, όσο διαρκούν οι πιέσεις αυτές, με ενέσεις ρευστότητας και να συνεχίσει τη στήριξη των εργαζομένων προκειμένου να διασφαλίσει τη συνέχιση της επιχειρηματικής δράσης αλλά και η διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής.«Ασφυκτικές πιέσεις έχουν αρχίσει ήδη να δημιουργούνται στην ελληνική οικονομία λόγω της αλματώδους ανόδου των διεθνών χρηματιστηριακών τιμών πρώτων υλών και τελικών προϊόντων και υπηρεσιών, που σε συνδυασμό με την εξωπραγματική αύξηση της τάξης του 525% των ναυτιλιακών ναύλων για τις μεταφορές κοντέινερ, προκαλούν ανυπέρβλητα προβλήματα στις εξαγωγικές αλλά και τις εισαγωγικές ελληνικές επιχειρήσεις, καταλήγοντας στους καταναλωτές».
Ενδεικτικές αυξήσεις
Ενδεικτικά στη σχετική ανακοίνωση του ΕΒΕΑ περιλαμβάνεται πίνακας με τις αυξήσεις διεθνών τιμών από 31/5/20 έως 31/5/21 πρώτων υλών και προϊόντων που συναλλάσσονται στα διεθνή χρηματιστήρια:
Ξυλεία 52,3%
Μαζούτ 37,84%
Φυσικό Αέριο 19,18%
Βενζίνη 52,14%
Πετρέλαιο Θέρμανσης 37,94%
Προπάνιο 37,69%
Σόγια 17,10%
Σιτηρά 3,63%
Τυρί 10,51%
Γάλα 20,06%
Μαλλί 12,72%
Ρύζι 8,66%
Ζάχαρη 12,07%
Καφές 26,59%
Βαμβάκι 5,12%
Καλαμπόκι 35,64%
Βοδινό κρέας 8,65%
Πουλερικά 16,64%
Χαλκός 33,19%
Κάρβουνο 34,20%
Ατσάλι 13,72%
Λίθιο 91,40%
Παλλάδιο 16,29%
Κοβάλτιο 35,60%
Αλουμίνιο 26,54%
Ψευδάργυρος 11,68%
Νικέλιο 9,21%