H Meral Akşener, αρχηγός του εθνικιστικού κόμματος αντιπολίτευσης İYİ party, δήλωσε ότι ο υπουργός Εσωτερικών Süleyman Soylu επιβεβαίωσε κατά τη διάρκεια ενός πρόσφατου τηλεοπτικού προγράμματος ότι οι καταγγελίες για διαφθορά του 2013 αφορούσαν τον τότε πρωθυπουργό και σημερινό Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, την οικογένειά του και τον εσωτερικό του κύκλο, όπως αναφέρουν τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης σήμερα
«Ο Soylu] αναφέρθηκε στις 17 και 25 Δεκεμβρίου,σε έρευνες διαφθοράς του 2013, λέγοντας ότι ανακαλύφθηκαν μηχανές καταμέτρησης χρημάτων στο σπίτι του γιου του πρώην υπουργού Εσωτερικών Muammer Güler και ότι ο γιος του δεν θα συμμετείχε ποτέ σε τέτοιες επιχειρήσεις», είπε ο Akşener νωρίς την Παρασκευή κατά τη διάρκεια ενός ζωντανού προγράμματος στο Fox TV.
Η ηγέτης του İYİ party, υποστήριξε ότι ο Σόγλου επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς διαφθοράς που εμπλέκουν τον Ερντογάν, τα μέλη της οικογένειάς του και τους κυβερνητικούς αξιωματούχους που ήταν κοντά του, όταν επέλεξε να μιλήσει ανοιχτά για τα μηχανήματα καταμέτρησης χρημάτων που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας σε μια χώρα όπου όποιος μιλά για τους ελέγχους του 2013, κατηγορείται αμέσως ότι είναι μέλος της FETÖ.
Το FETÖ είναι ένας υποτιμητικός όρος που επινοήθηκε από την κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν, για να αναφέρεται στο κίνημα Gülen, που κατηγορείται ότι είναι τρομοκρατική οργάνωση.
Ακολουθώντας τις παρατηρήσεις του Σόιλου σε σχέση με τους ελέγχους διαφθοράς, ο Ερντογάν έσπασε τη σιωπή του εδώ και αρκετές εβδομάδες σχετικά με τις αποκαλύψεις του Peker, ενός διαβόητου τούρκου αφεντικού της μαφίας που έχει στοχεύσει άμεσα στη Σόιλου.
Ορισμένοι αναλυτές λένε ότι η υποστήριξη του Ερντογάν για τον Σόιλου, αποσκοπεί στο να εμποδίσει τον υπουργό να επαναφέρει τις έρευνες για διαφθορά στην ατζέντα του κράτους λόγω της δικής του συμμετοχής.
Η Τουρκία συγκλονίστηκε από δύο έρευνες για διαφθορά που εμπλέκουν τον εσωτερικό κύκλο του Ερντογάν στα τέλη του 2013. Η κυβέρνηση του Ερντογάν στη συνέχεια "κατέστειλε το σκάνδαλο διαφθοράς", δημιουργώντας ειδικά ποινικά δικαστήρια με επικεφαλής έναν μόνο δικαστή, χάρη στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία του ΑΚΡ.
Στη συνέχεια, αυτοί οι δικαστές φυλάκισαν όλους τους αστυνομικούς και τους εισαγγελείς που είχαν διεξαγάγει τις έρευνες διαφθοράς, σημειωτέον όλοι τους εξακολουθούν να βρίσκονται πίσω από τα κάγκελα, ενώ ο Ερντογάν και τα μέλη της οικογένειάς του που εμπλέκονταν, ποτέ δεν εμφανίστηκαν στο δικαστήριο.
Ο Ερντογάν ενέτεινε την καταστολή εναντίον των οπαδών του Γκιουλέν μετά από την απόπειρα πραξικοπήματος που πραγματοποιήθηκε στις 15 Ιουλίου 2016, για την οποία κατηγόρησε τον ιεροκήρυκα και τα μέλη του κινήματός του.
Σύμφωνα με δήλωση του Soylu τον Φεβρουάριο, συνολικά 622.646 άτομα έχουν διερευνηθεί και 301.932 έχουν τεθεί υπό κράτηση, ενώ 96.000 άλλοι έχουν φυλακιστεί λόγω φερόμενων δεσμών με το κίνημα του Gülen μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα.
Η κυβέρνηση του AKP απομάκρυνε επίσης περισσότερους από 150.000 δημόσιους υπαλλήλους από τη δουλειά τους για φερόμενους συνδέσμους του Gülen μετά την απόπειρα πραξικοπήματος και δεκάδες άλλοι έπρεπε να εγκαταλείψουν την Τουρκία για να αποφύγουν τη σύλληψή τους από την τουρκική κυβέρνηση.
Το πρόβλημα διαφθοράς και συγκάλυψης στην Τουρκία , δεν είναι κάτι νέο, αφού έχει βαθιές ρίζες και χρονικά οι σχέσεις πολιτικών με το οργανωμένο έγκλημα, αποκαλύφθηκαν μετά από το τροχαίο ατύχημα στο Σουσουρλούκ στις 3 Νοεμβρίου 1996 κατά τύχη.
Εκείνο το βράδυ μία θωρακισμένη Μερσεντές συγκρούστηκε με ένα φορτηγό. Στα συντρίμμια βρέθηκαν εξοπλισμός υποκλοπών και μυστικών επιχειρήσεων, όπλα, ναρκωτικά, χρήματα και αποκαλυπτικά έγγραφα.
Το ζουμί της υπόθεσης ήταν οι επιβάτες της Μερσεντές. Οδηγός ήταν ο Χουσεΐν Κοτσαντάγκ υποδιευθυντής Ασφαλείας στην Κωνσταντινούπολη και πρώην διευθυντής ειδικών επιχειρήσεων στις κουρδικές επαρχίες ο οποίος ανασύρθηκε νεκρός, όπως και η ερωμένη του αεροσυνοδός Γκόντσα Ους. Νεκρός ήταν και ένας τρίτος επιβάτης. Το όνομά του δεν ήταν γνωστό, αλλά σύντομα αποκαλύφθηκε ότι επρόκειτο για τον καταζητούμενο Αμπντουλάχ Τσατλί.
Ο Τσατλί ήταν στέλεχος των Γκρίζων Λύκων και σύμφωνα με ομολογία του τότε υπαρχηγού της ΜΙΤ Μεχμέτ Εϊμούρ- συνεργάτης της τουρκικής μυστικής υπηρεσίας με μεγάλη δράση στο εξωτερικό, όπου συχνά ταξίδευε με διπλωματικό διαβατήριο!
Είχε συλληφθεί στην Ελβετία για κατοχή μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών, απ’ όπου δραπέτευσε με την παρέμβαση Τούρκων πρακτόρων.
Είναι ενδεικτικό ότι ο καταζητούμενος για πολλές δολοφονίες Τσατλί κηδεύθηκε με την τουρκική σημαία. Παρέστησαν ανώτατα στελέχη της ΜΙΤ και η τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τανσού Τσιλέρ, η οποία φέρεται να δήλωσε τα εξής αποκαλυπτικά: «Εμείς τιμούμε με σεβασμό αυτούς που πυροβολούν εν ονόματι του κράτους»!
Στο ατύχημα του Σουσουρλούκ, όμως, υπήρξε και επιβάτης, που επέζησε. Ηταν ο Εντίπ Σεντάτ Μπουτσάκ, βουλευτής, αρχηγός μιας ισχυρής παρακρατικής ομάδας στις κουρδικές επαρχίες και σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες υπεύθυνος για πλήθος δολοφονιών.
Ας σημειωθεί ότι η θωρακισμένη Μερσεντές συνοδευόταν και από υπηρεσιακό αυτοκίνητο της ασφάλειας, στο οποίο επέβαιναν τρεις αστυνομικοί.
Οι αποκαλύψεις που προέκυψαν από το ατύχημα στο Σουσουρλούκ προκάλεσαν μείζονα πολιτική κρίση, η οποία οδήγησε στην κατάρρευση της κυβέρνησης Τσιλέρ και στον τραυματισμό του κύρους των ενόπλων δυνάμεων.
Παρόλα αυτά, οι ελεγχόμενοι από τους στρατηγούς κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί δεν σταμάτησαν τις βρώμικες δουλειές.
Χαρακτηριστική περίπτωση η "υπόθεση Σεμντινλί"
Στις 9 Νοεμβρίου 2005, εξερράγη μία βόμβα σ’ ένα βιβλιοπωλείο της πόλης Σεμντινλί στη νοτιοανατολική Τουρκία, ιδιοκτήτης του οποίου φερόταν ότι ήταν πρώην μέλος του ΡΚΚ. Στην επίθεση εκείνη, που κόστισε την ζωή ενός ανθρώπου, συνελήφθησαν από παρευρισκόμενους πολίτες οι τρεις δράστες, οι οποίοι απεδείχθη ότι ήταν μέλη των μυστικών υπηρεσιών του στρατού.
Για έναν απ’ αυτούς, ο μετέπειτα αρχηγός του τουρκικού Γενικού Επιτελείου Στρατηγός Γιασάρ Μπουγιούκανιτ είχε σπεύσει να δηλώσει δημοσίως πως τον γνωρίζει και διαβεβαιώνει ότι «είναι καλό παιδί»! Επρόκειτο για τον Τούρκο Υπαξιωματικό Αλί Κάγια, ο οποίος είχε συλληφθεί επιτόπου από πολίτες όπως προαναφέραμε
Ο εισαγγελέας της πόλης Βαν, Φερχάτ Σαρίκαγια ,είχε ασκήσει δίωξη εναντίον του Στρατηγού γι’ αυτή την υπόθεση, αλλά η δίωξη σταμάτησε και ο εισαγγελέας υπέστη κυρώσεις!
Ακόμα και ο διορισμένος από το κυβερνών κόμμα επικεφαλής της Τουρκικής Διεύθυνσης Ασφαλείας Σαμπρί Ουζούν, που είχε αποδώσει τη βομβιστική επίθεση στο βιβλιοπωλείο σε δάκτυλο του στρατού, στις 23 Μαρτίου 2006 απομακρύνθηκε από τη θέση του.
Ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν είχε υποχρεωθεί να στηλιτεύσει όσους προσπαθούν να προκαλέσουν σύγκρουση μεταξύ της κυβέρνησης και των ενόπλων δυνάμεων και είχε απευθύνει αυστηρή σύσταση στα στελέχη του κόμματός του, δηλώνοντας ότι «κανείς δεν δικαιολογείται να μη δείχνει σεβασμό προς τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, τις οποίες φυλάττουμε ως κόρην οφθαλμού».
Αυτά τα μνημονεύουμε για να αντιληφθούμε ότι η Τουρκία δεν είναι ένα συνηθισμένο κράτος, αλλά ένα "κράτος συμμορία".
Στο παρελθόν οι επαφές κράτους-παρακράτους-οργανωμένου εγκλήματος και η Διοίκησή τους ασκούνταν από τους στρατιωτικούς, ενώ τώρα πέρασαν στα χέρια της κυβέρνησης Ερντογάν.
Τίποτε δεν άλλαξε, μόνο οι επικεφαλής άλλαξαν , οι οποίοι συντονίζουν και διευθύνουν αυτούς τους 3 φορείς εξουσίας στην Τουρκία.