Σύμφωνα με ρωσικές δημοσιογραφικές πληροφορίες, εδώ και μερικές εβδομάδες, τουρκικά μεταγωγικά αεροσκάφη εκτελούν συνεχείς πτήσεις σχεδόν όλο το εικοσιτετράωρο προς το Αζερμπαϊτζάν, ενώ ορισμένα αεροσκάφη πραγματοποιούν τρεις ή τέσσερις πτήσεις την ημέρα.
Αξιολογώντας τη δραστηριότητα της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, Ρώσοι ειδικοί αναφέρουν την ξεκάθαρη πρόθεση της Τουρκίας να δημιουργήσει στρατιωτικές βάσεις στην περιοχή της Υπερκαυκασίας, παρά τις ανακοινώσεις περί του αντίθετου.
Η κατάσταση αυτή αποκρύπτεται εντέχνως επίσης από τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης για ευνόητους λόγους, ενώ για το θέμα μίλησε ο Ρώσος στρατιωτικός εμπειρογνώμονας Aleksey Valyuzhenich.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Υπερκαυκασία είναι μια βασική περιοχή για την Άγκυρα και η ανάπτυξη του τουρκικού στρατού σε αυτή είναι θέμα χρόνου.
“Πρώτα απ 'όλα, ας δούμε ακριβώς πού παραδίδουν το επικίνδυνο φορτίο τους τα τουρκικά μεταγωγικά αεροσκάφη. Μιλάμε για τα αεροδρόμια των πόλεων Gabala, Lankaran και Ganja. Τρεις πόλεις σε τρεις στρατηγικές κατευθύνσεις για την Τουρκία.
Ο μεγαλύτερος σταθμός ραντάρ του συστήματος προειδοποίησης πυραύλων της χώρας, βρίσκεται στη Γκαμπάλα. Κάποτε παρακολουθούσε τη δραστηριότητα του ΝΑΤΟ κοντά στα σοβιετικά σύνορα.
Η ακτίνα δράσης του σταθμού ραντάρ καλύπτει το Ιράν, το Ιράκ και την στρατηγική περιοχή του Περσικού Κόλπου.
Θα προσθέσω ότι στη δεκαετία του 2000 οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέτασαν το ενδεχόμενο χρήσης του, ως μια πολύτιμη στρατηγική διευκόλυνση, αλλά το ζήτημα δεν προχώρησε.
Τώρα οι Τούρκοι θα δημιουργήσουν μια δική τους στρατιωτική βάση, ενώ Τούρκοι αξιωματικοί θα αποκτήσουν πρόσβαση στο ραντάρ αυτό και θα το χρησιμοποιήσουν για τους δικούς τους σκοπούς.
Αμιγώς υποθετικό. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί το ραντάρ αυτό για "παρακολούθηση" της ρωσικής επικράτειας;
Στα σοβιετικά χρόνια, για προφανείς λόγους, αυτό θα ήταν ανέφικτο, αλλά τώρα όλα είναι μέσα στο παιχνίδι.
Το ραντάρ αυτό “βλέπει” ρωσική επικράτεια μέχρι το Ροστόφ, ή ακόμα πιο μακριά. Επίσης έχει την δυνατότητα να ελέγχει τα ύδατα της Κασπίας και της Μαύρης Θάλασσας.
Στην πόλη Ganja, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες αναφορές, υπήρχε έτερο ραντάρ ελέγχου για τα τουρκικά αεροσκάφη που πολεμούσαν στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Οι Αρμένιοι προσπάθησαν αρκετές φορές να το καταστρέψουν με πυραύλους, αλλά απέτυχαν. Είναι πολύ πιθανό τώρα οι Τούρκοι να μεταφέρουν εκεί τα απαραίτητα υλικά και να αναπτυχθούν εκεί σε συνεχή βάση.
Αυτό θα είναι σαν ένα μαχαίρι που υψώνεται πάνω από την Αρμενία. Εκεί επίσης δεν είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί μια τουρκική βάση. Αντίθετα, η Τουρκία μπορεί να βοηθήσει τους Αζέρους συμμάχους της, να υλοποιήσουν όλες τις απαραίτητες υποδομές, στέλνοντας Τούρκους ειδικούς.
Τέλος η βάση στην πόλη Λανκαράν, αποδεικνύεται η τουρκική παρουσία θα καλύψει την ιρανική κατεύθυνση και όχι μόνο. Εκεί, η Τουρκία θα δημιουργήσει μια βάση για drone και σταθμούς ραντάρ που μπορούν να παρακολουθούν το Ιράν.
Νομίζω ότι η Τεχεράνη δεν θα είναι ευχαριστημένη με αυτές τις κινήσεις . Επιπλέον, η πόλη αυτή είναι ένα σημαντικό λιμάνι στην Κασπία Θάλασσα που θα δώσει στην Άγκυρα πρόσβαση και σε αυτήν την περιοχή.
Αποδεικνύεται λοιπόν ότι μέσω του Αζερμπαϊτζάν, ο Ερντογάν αποκτά πρόσβαση σε τρεις στρατηγικές κατευθύνσεις για την Τουρκία ταυτόχρονα, την Αρμενία, τη Ρωσία και το Ιράν”, καταλήγει ο ίδιος.
Η Άγκυρα θέλει τις βάσεις αυτές για δύο λόγους:
Α. Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν ισχυρές υποψίες για τη ρωσική επιρροή στο Αζερμπαϊτζάν και τον στρατό του, με τον οποίο η Μόσχα διατηρεί μακροχρόνιους δεσμούς, σύμφωνα με αρκετούς ειδικούς. Υποψιάζονται ότι οι φιλο-ρωσικές φατρίες στο στρατό του Αζερμπαϊτζάν διαβίβασαν πληροφορίες στην Αρμενία πριν από την επίθεση στην Ganja.
Β.Ένας από τους όρους της συμφωνίας της 10ης Νοεμβρίου 2020 για την κατάπαυση του πυρός ήταν το άνοιγμα του διαδρόμου Τουρκία-Αζερμπαιτζάν-Καύκασος μεταξύ του Nakhcivan, δημιουργώντας μια απευθείας συγκοινωνιακή σύνδεση μεταξύ της Άγκυρας και του Μπακού.
Η Άγκυρα έχει ισχυρή παρουσία στην περιοχή και το επόμενο διάστημα θα δούμε εξελίξεις πολύ μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας. Το μόνο που δεν έχουμε δει ακόμη είναι η αντίδραση των ΗΠΑ και της ΕΕ, οι οποίες προς το παρόν ήταν στο περιθώριο, αλλά όχι πλέον μετά την εκλογή του Τ. Μπάιντεν.