Χρονιά σημαντικών αλλαγών θα είναι το 2021 για την Ευρώπη. Η «ατμομηχανή» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Γερμανία, μπαίνει σε νέα περίοδο, η Γαλλία ετοιμάζεται για πολιτικές ανακατατάξεις, ενώ συνολικά η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να ιαθεί από «παιδικές» ασθένειες και εσωτερικές έριδες που τόσο την ταλαιπώρησαν μέσα στο 2020 και να απαντήσει σε γεωπολιτικές προκλήσεις (π.χ. Ανατολική Μεσόγειος).
Για την παγκόσμια οικονομία, μονόδρομος είναι η άνοδος, ύστερα από ένα έτος μεγάλης ύφεσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε ανισότητες και πολιτικούς ή άλλους ανταγωνισμούς παγκοσμίως.
Γερμανία
Υστερα από 16 χρόνια της Ανγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία, η Γερμανία θα μείνει χωρίς τη «μητερούλα» της (Mutti). Τον Σεπτέμβριο η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU) θα έχει υποψήφιο καγκελάριο έναν εκ των Φρίντριχ Μερτς (εθνικιστής, νεοφιλελεύθερος), Αρμιν Λάσετ (μετριοπαθής, πρωθυπουργός της Ρηνανίας-Βεστφαλίας και συνεχιστής της σχολής Μέρκελ) και Νόρμπερτ Ρέντγκεν («κεντρώος», επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών της Μπούντεσταγκ).
Την απόφαση θα λάβουν στις 15-16 Ιανουαρίου οι 1.001 σύνεδροι της CDU, με την επίγνωση ότι όποιος και αν επικρατήσει, δύσκολα θα αντιμετωπίσει με την ίδια επιδεξιότητα το βουνό προβλημάτων που θα βρει μπροστά του: σε επίπεδο Ευρώπης, διεθνών σχέσεων, αλλά και στο εσωτερικό της Γερμανίας.
Στη μιάμιση δεκαετία που προηγήθηκε, η Μέρκελ αντιμετώπισε με αποφασιστικότητα -αν και όχι πάντα με επιτυχία- μια σειρά μεγάλων κρίσεων, όπως ο κλυδωνισμός της ευρωζώνης, το μεταναστευτικό, η πανδημία της Covid-19, το Brexit και οι απειλές του Τραμπ, δικαιώνοντας ως έναν βαθμό τον τίτλο της «ηγέτιδος του ελεύθερου κόσμου», που της απένειμε ο Μπαράκ Ομπάμα.
Παραμένει μέγα ζητούμενο αν ο διάδοχός της -ιδίως αν είναι ο Μερτς, που προβάλλει ως φαβορί- θα καταφέρει να συνεχίσει την ισορροπία τρόμου με τις εθνο-λαϊκιστικές κυβερνήσεις Ουγγαρίας-Πολωνίας, προκειμένου να λειτουργήσει απρόσκοπτα το Ταμείο Ανασυγκρότησης, αν θα βρει σημείο επαφής με τον Μακρόν και αν θα συνεχίσει την αμφίβολη μεσολάβηση στα Ελληνοτουρκικά, χωρίς να εξοργίσει περισσότερο την Αθήνα, με τη «στρατηγικά» φιλοτουρκική στάση του Βερολίνου.
Η παρουσία της Μέρκελ -έστω και σε αποδρομή- εγγυάται ότι τουλάχιστον έως το φθινόπωρο του 2021 δεν θα δούμε δραματικές αλλαγές στα παραπάνω ζητήματα, πόσο μάλλον από τη στιγμή που αποκαταστάθηκε η «κανονικότητα» στον Λευκό Οίκο. Οσο όμως πλησιάζει η στιγμή της αποχώρησής της είναι αναπόφευκτο ότι θα ξεδιπλώνονται στις Βρυξέλλες και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες διαφορετικά οράματα για το μέλλον της Ε.Ε., που σύντομα δεν θα υπάρχει μια ψύχραιμη «μανούλα» να τα διαχειριστεί πυροσβεστικά…
Αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, η Γερμανία βρίσκεται μπροστά σε ένα τέλος εποχής και στο ξεκίνημα μιας νέας, τα χαρακτηριστικά της οποίας ίσως να μην αποκρυσταλλωθούν ούτε μέσα στο 2021. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, το πολιτικό σκηνικό στη Γερμανία αναμένεται να γίνει πιο ρευστό, καθώς η Ακροδεξιά δείχνει να παγιώνει την παρουσία της στην Μπούντεσταγκ και οι Πράσινοι να ισχυροποιούνται έναντι των Σοσιαλδημοκρατών, ανακατεύοντας την τράπουλα των κυβερνητικών σχημάτων.
Γαλλία
Το 2021 είναι η χρονιά στην οποία ο Εμανουέλ Μακρόν καλείται να αποφασίσει τι θέλει για τον εαυτό του και τη Γαλλία. Οι περιφερειακές του Μαρτίου θα είναι ένα σημαντικό crash test εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2022, αλλά η εθνική συνοχή και η διεθνής πορεία της δεύτερης ευρωπαϊκής δύναμης -και μακράν πρώτης στρατιωτικά- δεν θα κριθούν μόνο στις κάλπες. Κυρίως, θα κριθούν στα πεζοδρόμια των κινητοποιήσεων, στα προάστια της ανεργίας και των κοινωνικά αποκλεισμένων, στην ερημωμένη γαλλική ύπαιθρο και στα νοσοκομεία που δέχονται κρούσματα του κορονοϊού.
Κι ακόμη θα κριθεί σε διπλωματικά fora και σε στρατιωτικά μέτωπα, όπως η Ανατολική Μεσόγειος, η Δυτική Αφρική, ο Λίβανος, η Λιβύη και άλλες θερμές εστίες, όπου διακυβεύονται ζωτικά γεωστρατηγικά συμφέροντα της Γαλλίας, με την Τουρκία να αποτελεί έναν από τους βασικούς αντιπάλους της.
Όπως σωστά σημειώνει η ιστοσελίδα Politico, μέσα στο 2021 ο Γάλλος πρόεδρος μπορεί να επιλέξει αν θα παραμείνει ο κορυφαίος think-tanker της έβδομης οικονομίας στον κόσμο κάνοντας διαλέξεις για το πώς η Ευρώπη θα αποκτήσει αυτόνομο ρόλο έναντι του ΝΑΤΟ – συνεχίζοντας έτσι τον καβγά με τους διαδόχους της Μέρκελ, που θέλουν τη Γερμανία προσδεδεμένη γεωστρατιωτικά στο αμερικανικό άρμα. Ή μπορεί εναλλακτικά να εστιάσει στον έλεγχο της πανδημίας, στον κατευνασμό της ρητορικής κατά του Ισλάμ από μερικούς υπουργούς, φαινόμενο που η αντιπολίτευση καταγγέλλει ως αντιπερισπασμό σε άλλα προβλήματα.
Ο Μακρόν θα πρέπει, επίσης, να διαλέξει εντός του 2021 αν θα ρίξει το βάρος στο σκέλος της καταστολής, την επιβολή απαγορεύσεων στον Τύπο, ή αν θα ακολουθήσει μια πιο φιλολαϊκή και φιλελεύθερη πολιτική στο πεδίο των ατομικών δικαιωμάτων, ικανοποιώντας οικονομικά αιτήματα ευρύτατων κοινωνικών στρωμάτων (άνεργοι των προαστίων, αγρότες κ.λπ.), που δέχονται τη χαριστική βολή εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.
Η απόπειρα προσέγγισης με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν έμεινε στη μέση, η κοινή γλώσσα με τον επόμενο καγκελάριο της Γερμανίας αναζητείται. Και, φυσικά, παραμένει ανοιχτό στοίχημα αν μετά την αποχώρηση της Μέρκελ ο Μακρόν θα αναδειχθεί, ελέω επετηρίδας, στον νέο «ισχυρό άνδρα» της Ευρώπης. Το μόνο που μπορεί να προβλέψει κανείς με σχετική βεβαιότητα είναι η επικράτησή του έναντι της Μαρίν Λεπέν το 2022 – εκτός και αν φέτος μεσολαβήσουν «σημεία και τέρατα».
Εσωτερικά μέτωπα και διεθνείς προκλήσεις
Οι εσωτερικές διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών, οι εθνικισμοί που αναδείχθηκαν λόγω της πανδημίας και η «χλιαρή» αλληλεγγύη στην αρχή της πανδημίας πλήγωσαν την ενότητα της Ε.Ε., που δοκιμάστηκε και λόγω του Brexit. Η βοήθεια των 750 δισ. ευρώ ήταν μια ανακούφιση, όμως οι αντιδράσεις και οι σκεπτικισμοί -με πρώτη την Ολλανδία- έδειξαν πως η Ε.Ε. δεν έχει ξεπεράσει τις «παιδικές» ασθένειες.
Η στάση της Ουγγαρίας και της Πολωνίας (που άσκησαν βέτο στον προϋπολογισμό της Ε.Ε., διαφωνώντας με την πρόθεση των Βρυξελλών να συνδέσουν την εκταμίευση πόρων με την τήρηση του κράτους δικαίου) έπληξε την ενότητα της Ε.Ε., παρά τον συμβιβασμό με τη γερμανική προεδρία. Η Ενωση θα βαδίσει όμως με αυτά τα βαρίδια και στην επόμενη χρονιά, οι κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας δεν πρόκειται να αλλάξουν τακτική ως προς τον σεβασμό των αρχών του κράτους δικαίου. Η Ενωση θα έχει το υψηλό καθήκον, παράλληλα, να εξασφαλίσει τις απαραίτητες δόσεις εμβολίων κατά του κορονοϊού για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Αυτή θα είναι η κορυφαία προτεραιότητα της Πορτογαλίας, όταν αναλάβει επισήμως την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σε λίγες ημέρες. Η Πορτογαλία θα έχει, επίσης, το καθήκον να ρυθμίσει τις λεπτομέρειες της εφαρμογής της εμπορικής συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο, που απέτρεψε το ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών.
Από τον Ιανουάριο ξεκινά μια νέα περίοδος στις σχέσεις Ε.Ε.-Βρετανίας και τίποτε δεν θα είναι πλέον όπως πριν. Τo 2021 θα είναι, πιθανότατα, η χρονιά των προβλημάτων όσον αφορά στις μετακινήσεις πολιτών από την Ε.Ε. στη Βρετανία (και αντιστρόφως) στη λειτουργία των επιχειρήσεων κ.λπ.
Πέραν των εσωτερικών ζητημάτων, η Ε.Ε. έχει να αντιμετωπίσει και τις διεθνείς προκλήσεις από τη Μεσόγειο έως τη Ρωσία. Η Ε.Ε. θα είναι ο προνομιακός σύμμαχος των ΗΠΑ αναβαθμίζοντας τη σχέση της με την υπερδύναμη. Η στάση της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαιτέρως, και το νέο ειδύλλιο της Αγκυρας με τη Ρωσία προκαλούν νέα μεγάλα προβλήματα στις Βρυξέλλες. Το κυριότερο είναι η διαφορά «συμφερόντων» των κρατών-μελών με τις δύο δυνάμεις, που καθορίζουν το επίπεδο σχέσεων με την κυβέρνηση Ερντογάν και με το Κρεμλίνο (έτσι διαμορφώνονται πολύ διαφορετικές σχέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και τη Γερμανία, στην Ισπανία και άλλες χώρες που έχουν ειδικά, εμπορικά και στρατιωτικά συμφέροντα με την Αγκυρα).
Ο κακός γείτονας που θα γίνει… χειρότερος
Το 2020 άφησε κακή υποθήκη στις ελληνοτουρκικές και τις ευρωτουρκικές σχέσεις, εξ ου και η Αθήνα παραμένει με το δάχτυλο στη σκανδάλη… Οχι μόνο στρατιωτικά, αλλά και διπλωματικά, για να αντιμετωπίσει τις επικοινωνιακές επιθέσεις της Aγκυρας περί επίλυσης των διμερών διαφορών και του Κυπριακού, ενόσω η «γερμανική Ε.Ε.» κλείνει το μάτι στον Ερντογάν και οι ΗΠΑ αναζητούν σημείο ισορροπίας ακόμη και μετά την επιβολή κυρώσεων για τους S-400. Ενα σημείο ισορροπίας, για να μην αυταπατώμαστε που θα κρατά την Τουρκία στην επιρροή της Δύσης, με τι αντάλλαγμα και εις βάρος ποιου;
Ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ ούτε ο Βλαντιμίρ Πούτιν ούτε η Aνγκελα Μέρκελ ούτε η Ε.Ε. ως θεσμική οντότητα υπέδειξαν τρόπο ανάσχεσης του τουρκικού επεκτατισμού στη Συρία, στη Λιβύη, στο Αιγαίο και τις ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου, παρά ο μόνος που το έπραξε ήταν ο Εμανουέλ Μακρόν. Ο πονηρός Ανατολίτης προσπάθησε να προσεγγίσει και αυτόν, διορίζοντας πρέσβη της Τουρκίας στο Παρίσι έναν παλαιό συμφοιτητή του Γάλλου προέδρου. Ομως, τέτοιου είδους παιχνίδια έχουν όρια. Το 2021 θα δείξει αν ο Ερντογάν γνωρίζει ποια είναι τα όριά του ή αν θα προσπαθήσει για πολλοστή φορά να τα υπερβεί προκλητικά, όπως έκανε στην Αμμόχωστο, εκμεταλλευόμενος τις πλάτες του γ.γ. του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, και την κραυγαλέα αδυναμία της Ε.Ε. να υιοθετήσει μια κοινή γραμμή απέναντι στην Τουρκία.
Υπό τον όρο ότι τα σοβαρά συναλλαγματικά και κεφαλαιακά προβλήματα της τουρκικής οικονομίας δεν θα τον αναγκάσουν να προσφύγει στο ΔΝΤ – κάτι που, άλλωστε, θα ισοδυναμούσε με πολιτική αυτοκτονία-, το 2021 ο Ερντογάν θα συνεχίσει να εφαρμόζει την αντιδημοκρατική ατζέντα του σε εσωτερικά και εξωτερικά μέτωπα. Το κυνήγι των Κούρδων, των γκιουλενιστών και κάθε δημοκρατικής αντιπολιτευόμενης φωνής θα γίνει αφόρητο, χέρι χέρι με τη ραγδαία ισλαμοποίηση της κοινωνίας. Ο Ερντογάν έχει το πεδίο ελεύθερο σε αυτά, καθώς δεν αναμένονται εκλογές πριν από το 2023.
Η καλλιέργεια εξωτερικών εχθρών και η συνέχιση των συμβολικών (Αγία Σοφία) και εδαφικών κατακτήσεων (Δυτική Λιβύη, Βόρεια Συρία, Ναγκόρνο Καραμπάχ, Αμμόχωστος) αποτελούν όρο εκ των ων ουκ άνευ του τουρκικού καθεστώτος για να στρέψει αλλού την προσοχή της κοινής γνώμης από τα καθημερινά προβλήματα της φτωχοποίησης, της ανεργίας (πάνω από το 50% των Τούρκων νέων θέλουν να μεταναστεύσουν), της φίμωσης του Τύπου και της ιδεολογικοπολιτικής καταπίεσης στη χώρα.