Η Αίγυπτος εξετάζει το ενδεχόμενο στρατιωτικής επιχείρησης στη Λιβύη και έχει προσδιορίσει ως «κόκκινη γραμμή» τη Σύρτη. Οι κινήσεις αυτές στρέφονται στην ουσία κατά της Τουρκίας, που έχει ισχυρή παρουσία στην περιοχή.
Το κοινοβούλιο της Αιγύπτου άνοιξε την περασμένη Δευτέρα τον δρόμο στον πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι για μια στρατιωτική επιχείρηση στη Λιβύη. Στόχος είναι «η υπεράσπιση της εθνικής ασφάλειας ενάντια σε εγκληματικές και ένοπλες πολιτοφυλακές και ξένα τρομοκρατικά στοιχεία». Τι σημαίνουν όλα αυτά; Και πόσο βάσιμος είναι ο φόβος κλιμάκωσης; Μέχρι στιγμής ένα είναι σαφές. Η απόφαση του αιγυπτιακού κοινοβουλίου αυξάνει τον κίνδυνο άμεσης σύγκρουσης με την Τουρκία, η οποία έχει ισχυροποιήσει τη θέση της στη Λιβύη. Η Άγκυρα υποστηρίζει τη διεθνώς αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με έδρα την Τρίπολη υπό τον πρωθυπουργό Φαγιέζ Αλ Σάρατζ. Από την άλλη πλευρά η Αίγυπτος κάνει εκστρατεία, από κοινού με τη Ρωσία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, υπέρ του αντάρτη στρατηγού Χαλιφά Χαφτάρ, ο οποίος συνδέεται με το λεγόμενο «εξόριστο κοινοβούλιο» στο Τομπρούκ της Ανατολικής Λιβύης.
Σύμφωνα με αραβικά ΜΜΕ οι δύο πλευρές προετοιμάζονται ήδη για πιθανή σύγκρουση, όχι απαραίτητα με δικά τους στρατεύματα. Εκτός από Toύρκους στρατιώτες, η Άγκυρα έχει στείλει στη Λιβύη χιλιάδες μαχητές από τη Συρία, επιτρέποντας έτσι στην κυβέρνηση Αλ Σαράτζ να επιτύχει ανέλπιστες στρατιωτικές επιτυχίες. Την ίδια ώρα η Αίγυπτος, σύμφωνα με την εφημερίδα Rai Al-Youm, αναβαθμίζει μαζικά τον εξοπλισμό ανταρτών στην Λιβύη.
Η «κόκκινη γραμμή» της Αιγύπτου
Τα στρατεύματα του Σάρατζ είναι έτοιμα να καταλάβουν την στρατηγικής σημασίας πόλη της Σύρτης και την αεροπορική βάση Αλ Τζούφρα. Αυτό όμως θα σήμαινε για την Αίγυπτο υπέρβαση της «κόκκινης γραμμής», όπως δήλωσε πρόσφατα ο πρόεδρος Αλ Σίσι. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τις κρίσιμες εγκαταστάσεις πετρελαίου της Σύρτης. Ο Αλ Σίσι φοβάται επίσης ότι τα τουρκικά στρατεύματα θα μπορούσαν να προελάσουν από εκεί στη μεθόριο Λιβύης-Αιγύπτου. Οι ηγέτες των τοπικών φυλών της Λιβύης αλλά και η εξόριστη κυβέρνηση στο Τομπρούκ ζήτησαν ανοιχτά την παρέμβαση της Αιγύπτου.
Ο φιλοκυβερνητικός τύπος στην Αίγυπτο κάνει λόγο για «τρεις ιστορικούς εχθρούς» που καλείται να αντιμετωπίσει η χώρα: την Αιθιοπία, με την οποία βρίσκεται σε διαμάχη για το νέο φράγμα του Νείλου, το Κατάρ, το οποίο εμφανίζεται έτοιμο να χρηματοδοτήσει κάθε σχέδιο που στρέφεται εναντίον της Αιγύπτου, και την Τουρκία, η οποία απειλεί τα δυτικά σύνορα της χώρας. Οι θεωρίες συνωμοσίας στην Αίγυπτο δίνουν και παίρνουν, πάντα με έντονη δόση πατριωτισμού.
Αντιτιθέμενα συμφέροντα
Σύμφωνα με τον Τιμ Ίτον, ο οποίος διερευνά τα οικονομικά αίτια του πολέμου στη Λιβύη στη βρετανική δεξαμενή σκέψης Chatham House, η παρούσα κατάσταση είναι κρίσιμη και απειλητική. Η Αίγυπτος και η Τουρκία καθοδηγούνται από μια σειρά ασύμβατων συμφερόντων στη Λιβύη. Η Τουρκία, αναφέρει ο Ίτον, θέλει να υποστηρίξει όχι μόνο την κυβέρνηση της Τρίπολης αλλά και τις ισλαμιστικές δυνάμεις στη Λιβύη. Επιδιώκει επίσης οικονομικά συμφέροντα, θέλοντας να έχει μια καλή αφετηρία για μελλοντικές προσοδοφόρες συμβάσεις στη Λιβύη. Όπως υποστηρίζει ο βρετανός ερευνητής, η Τουρκία έχει ήδη επωφεληθεί από την υποστήριξη στον Σάρατζ για να ενισχύσει τη θέση της και στη διαμάχη για το δικαίωμα γεωτρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από την άλλη πλευρά η Αίγυπτος δεν ανησυχεί μόνο για την εδαφική της ακεραιότητα. «Η αιγυπτιακή πολιτική έχει επίσης και μια ιδεολογική διάσταση. Η κυβέρνηση βλέπει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και όλους τους παράγοντες που συνδέονται έστω και χαλαρά με αυτούς ως υπαρξιακή απειλή, στην οποία πρέπει να αντιταχθεί» αναφέρει ο Ίτον. Για το Κάιρο, βασικός υποστηρικτής των Αδελφών Μουσουλμάνων στην περιοχή είναι ο Ταγίπ Ερντογάν. Και ο Σάρατζ θεωρείται κατά κάποιον τρόπο εκπρόσωπος των Αδελφών Μουσουλμάνων, ενώ ο Χαφτάρ θεωρείται «προπύργιο» έναντι των Ισλαμιστών.
Αποδυναμωμένος έως ανύπαρκτος ο ρόλος της ΕΕ
Σε περίπτωση πάντως στρατιωτικής σύρραξης, αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η Αίγυπτος όσο και η Τουρκία, που είναι μέλος του ΝΑΤΟ, θεωρούνται χώρες υψηλής στρατιωτικής ισχύος. Σύμφωνα με το Global Firepower Index του 2020 η Αίγυπτος κατατάσσεται στην 9η θέση σε σύνολο 139 στρατιωτικών δυνάμεων παγκοσμίως και η Τουρκία στην 11η. Ο Νασέρ Ζουχίρ, σύμβουλος διεθνών σχέσεων στο Κέντρο Πολιτικών και Διπλωματικών Σπουδών της Γενεύης, δεν αναμένει πάντως μια γενικευμένη στρατιωτική ανιπαράθεση μεταξύ των δύο χωρών: «Αντ' αυτού θα μπορούσαν να υπάρξουν γρήγορες, σύντομης διάρκειας συγκρούσεις με τις οποίες και οι δύο πλευρές θα θελήσουν να αποδείξουν την ισχύ τους και στη συνέχεια να επιστρέψουν σε μια πολιτική λύση». Εξαιτίας της τουρκικής απειλής στη Λιβύη, η Αίγυπτος μπορεί επίσης να ξεκινήσει πιο εντατικές προσπάθειες για να πάρει τη διεθνή διπλωματία με το μέρος της στο θέμα της Λιβύης.
Την ίδια ώρα ο Γερμανός υπΕξ Χάικο Μαας επέκρινε τόσο «τις τουρκικές προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο» όσο και την απόφαση του αιγυπτιακού κοινοβουλίου. Αποφάσεις για στρατιωτικές επιχειρήσεις ενέχουν πάντα τον κίνδυνο κλιμάκωσης, ανέφερε ο Χάικο Μάας, ενώ μαζί με τον ομόλογό του Νίκο Δένδια από την Αθήνα καλούν για αποστρατωτικοποιημένες ζώνες γύρω από τη Σύρτη και την Αλ Τζούφρα. Αναφορικά με τη στάση της ΕΕ, οι μέχρι τώρα εκκλήσεις και πρωτοβουλίες της για τη Λιβύη παραμένουν άκαρπες. Αυτό παραδέχτηκε και η υπ. Άμυνας της Γερμανίας Άνεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ σε συνέντευξή της προς την DW, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι το παράδειγμα της Λιβύης «δείχνει πόσο περιορισμένο πεδίο χειρισμών έχει κανείς, όταν δεν είναι παρών στην περιοχή». Δυστυχώς τα ευρωπαϊκά κράτη δείχνουν απρόθυμα ή ανίκανα να καταβάλουν προσπάθειες για την επίλυση της κρίσης στη Λιβύη. Κι όπως παρατηρεί ο Τιμ Ίτον: «Οι εξελίξεις βρίσκονται στα χέρια των χωρών, που υποστηρίζουν άμεσα τα αντιμαχόμενα μέρη στη Λιβύη. Αυτές είναι η Τουρκία, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Kαι κυρίως η Ρωσία».