National affairs

Βαλκάνια και Ελλάδα στο νέο τοπίο που ανοίγεται

Με την απόφαση της 23ης Μαρτίου για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Αλβανίας και Σκοπίων στην ΕΕ, αρχίζει μία νέα εποχή και για την πλέον ταλαιπωρημένη περιοχή της Ευρώπης, αυτής των δυτικών Βαλκανίων. Μετά την υπαναχώρηση Γάλλων, Ολλανδών, και Δανών, οι ιθύνοντες της ΕΕ ευελπιστούν ότι ως το 2025 ολόκληρη η περιοχή των δυτικών Βαλκανίων θα αποτελεί τμήμα της.

CONTINUE READING

Οι αντιρρήσεις κυρίως των Γάλλων και των Ολλανδών περί ανετοιμότητος των χωρών αυτών να ξεκινήσουν τις ενταξιακές διαδικασίες, ανετοιμότητα που συνδέεται κυρίως με την έλλειψη υποδομών για την πάταξη της διαφθοράς στις χώρες αυτές, φαίνεται να κάμφθηκαν, μένει να μάθουμε κάποτε το πως, όπως αναφέρει ο Δημήτριος Ντόικος στο infognomonpolitics.gr

Μπαίνοντας η περιοχή σε μία νέα εποχή, νέες διαστάσεις δημιουργούνται στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι στην γειτονιά μας, διαστάσεις στις οποίες η Ελλάδα οφείλει να πάρει θέσεις και να οργανωθεί κατάλληλα.

Σχέσεις της Ελλάδος με τις γειτονικές χώρες των Βαλκανίων

1: Βουλγαρία

Τα Βαλκάνια ζούνε και σκέφτονται περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή περιοχή τυλιγμένα στο πέπλο της ιστορίας. Το παρελθόν σκιάζει τα πάντα, και τα αρνητικά του σημεία εμφανίζονται πάντοτε ισχυρότερα από τα θετικά. Στην περίπτωση της Βουλγαρίας, δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά τα πράγματα. Η χώρα αυτή έχει έρθει πολλές φορές σε σύγκρουση με την Ελλάδα τόσο στον Μεσαίωνα όσο και στην νεώτερη εποχή. Το παρελθόν είναι αρνητικό στις διμερείς ιστορικές σχέσεις. Αυτό αντανακλάται και στην διάθεση των κατοίκων αυτής της χώρας προς την Ελλάδα, παρά τις άριστες διπλωματικές και οικονομικές σχέσεις των τελευταίων 30 ετών. Σε αυτό βοήθησε και η επαρχιακής φύσεως αλαζονεία που επέδειξαν οι Έλληνες προς τους ανθρώπους που ήρθαν από αυτή την χώρα για να εργαστούν στην Ελλάδα από το 90 και μετά. Ατυχείς χαρακτηρισμοί για τις γυναίκες από αυτή την χώρα, όπως και εκφράσεις περί “ βουλγαροποίησης” της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, τραυμάτισαν βαθιά το εθνικό συναίσθημα και την αξιοπρέπεια αυτού του λαού, ενώ η γενικότερη εκτίμηση ήταν ότι ως λαός έχουμε έντονη ροπή προς ρατσιστικά πρότυπα. Θα έλεγε κανείς ότι δεν μας αρέσει να έχουμε φίλους. Αυτό είχε σαν αντίκτυπο μία βαθιά έλλειψη εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα, που εκφράζεται ακόμη και με εκφράσεις χαιρεκακίας σε περιπτώσεις κρίσεων στην Ελλάδα.

Οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών αποτελούν πρότυπο περιφερειακής συνεργασίας. Στην Βουλγαρία δραστηριοποιούνται σήμερα περί τις 15.000 ελληνικές επιχειρήσεις, με πάνω από 5€ δις πωλήσεις, απασχολώντας συνολικά πάνω από 53.000 εργαζόμενους, ενώ η χώρα κατέχει την πέμπτη θέση στην κατάταξη των αγορών μας, απορροφώντας το 4,7% του συνόλου των εξαγωγών μας. Οι ελληνικές επενδύσεις στην χώρα ανέρχονται σε 2,2€ δις, καθιστώντας την Ελλάδα τον έκτο μεγαλύτερο επενδυτή στην χώρα, και όλα αυτά παρά την εγκατάλειψη των επενδύσεων του ΟΤΕ που ξεπουλήθηκε, όπως και το κλείσιμο κάποιων ελληνικών τραπεζών που δραστηριοποιούταν στην χώρα. Μοναδική ελληνική τράπεζα σήμερα στην Βουλγαρία απέμεινε η Eurobank, η οποία κατέχει περίπου 20% της εγχώριας αγοράς.

Αν οι σχέσεις της Βουλγαρίας με την Ελλάδα είναι ιστορικά βεβαρημένες με ένα αρνητικό παρελθόν, οι αντίστοιχες σχέσεις της χώρας με την Τουρκία αποτελούν έναν ιστορικό εφιάλτη. Η βουλγαρική λαϊκή παράδοση είναι γεμάτη από τις μνήμες της Τουρκοκρατίας και των σφαγών που απετέλεσαν αναπόσπαστο τμήμα της οθωμανικής παρουσίας στην χώρα. Την δυσπιστία μεταξύ των δύο χωρών αναζωπυρώνει ακόμη περισσότερο η παρουσία της μουσουλμανικής μειονότητας στην χώρα, την οποία η τουρκική προπαγάνδα φροντίζει να εκτουρκίζει,προκαλώντας έτσι συνεχείς προστριβές με τις εκάστοτε βουλγαρικές κυβερνήσεις.

Επιπλέον η παρουσία του μειονοτικού κόμματος των Μουσουλμάνων του Κινήματος Δικαιωμάτων και Ελευθερίας-MRF, η ανάδειξη του εθνικιστικού βουλγαρικού κόμματος ΑΤΑΚΑ στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας, όπως και τα εσωτερικά προβλήματα του MRF, που οξύνθηκαν με το σκάνδαλο χρηματισμού του προέδρου του Αχμέτ Ντογάν, περιέπλεξαν ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Η ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη,καθώς και η αναρρίχηση της σε τρίτη επενδυτική δύναμη στην χώρα, έφερε σκεπτικισμό σε μεγάλο κύκλο ανθρώπων. Τα σύννεφα στις σχέσεις των δύο χωρών έγιναν ακόμη πιο βαρειά μετά την προσπάθεια του ηγέτη του MRF Λιουτφί Μεστάν το 2016, να δοθεί επίσημη στήριξη της Βουλγαρίας στην Τουρκία αναφορικά με την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους στην Συρία. Της κίνησης αυτής είχε προηγηθεί μία άνευ προηγουμένου παρέμβαση της τουρκικής πρεσβείας, η οποία έσκισε κάθε διπλωματική διακριτικότητα. Με παρέμβαση του πρώην προέδρου Ντογάν, ο Μεστάν εκδιώχθηκε από το κόμμα, και κατόπιν τούτου ίδρυσε δικό του κόμμα, το DOCT. Το νέο κόμμα έχει καθαρά μειονοτικό χαρακτήρα, και απολαμβάνει της πλήρους στήριξης του κόμματος του Ερντογάν ΑΚΡ. Στις εκλογές του 2017 έλαβε 2,86% των ψήφων, μένοντας εκτός βουλής. Απελάσεις διπλωματών έλαβαν μέρος και από τις δύο πλευρές, ενώ η Βουλγαρία απέλασε επιπλέον τρεις πολίτες τουρκικής καταγωγής, κατηγορώντας την Τουρκία για ανάμειξη στα εσωτερικά της. Με την ανάληψη της ευρωπαϊκής προεδρίας τον Ιανουάριο του 2018 η κυβέρνηση Μπορίσοφ θέλησε να κάνει μία επαναπροσέγγιση με την Τουρκία, αλλά οι δηλώσεις του Προέδρου Ράντεφ πως η κυβέρνηση στην συνάντηση της Βάρνας πρέπει να αναφερθεί στο ζήτημα της τουρκικής ανάμειξης στα εσωτερικά της χώρας, καθώς επίσης και στο θέμα των αποζημιώσεων των Βουλγάρων που εκδιώχθηκαν από την ανατολική Θράκη, έθεσε τέρμα σε αυτές τις φιλοδοξίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο ζήτημα αποτελεί τροχοπέδη στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών, και εργαλείο στα χέρια βουλγαρικών εθνικιστικών κύκλων, οι δε περιουσίες των Βουλγάρων που εγκατέλειψαν την ανατολική Θράκη εκτιμώνται από τους Βούλγαρους κοντά στα 15€ δις.

Παρά τις δυσκολίες που εμφανίζονται στις σχέσεις των δύο χωρών, οι οικονομικές σχέσεις παρουσιάζουν σταθερή άνοδο. Η Τουρκία είναι μέσα στην πρώτη πεντάδα των επενδυτικών χωρών στην Βουλγαρία,με επενδύσεις άνω των 2€ δις, ενώ τα κατασκευαστικά έργα που έχουν αναλάβει τουρκικές εταιρίες ανέρχονται σε 1,2€δις.

2: Ρουμανία

Οι σχέσεις της Ελλάδος με την Ρουμανία χαρακτηρίζονται από την μόνιμη επωδό των σχέσεων στα Βαλκάνια, είμαι φίλος με όποιον δεν συνορεύω. Στην ιστορική τους πορεία οι δύο χώρες είχαν κοινές πολιτιστικές σχέσεις που ενισχύθηκαν από την ίδια θρησκεία την οποία μοίραζαν μεταξύ τους, την επίδραση που ασκούσε το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στην πολιτιστική και πνευματική ζωή της χώρας για κάποιους αιώνες, στους κοινούς αγώνες εναντίον των Τούρκων, και στην κοινή αντιπαλότητα με την Βουλγαρία κατά την περίοδο του Β Βαλκανικού πολέμου. Σημεία τριβής αποτέλεσε η παρουσία του Φαναριωτικού στοιχείου στην εσωτερική εξέλιξη της χώρας, η οποία συνδέεται με την Τουρκοκρατία και όσα αρνητικά σημεία προκύπτουν από αυτή, καθώς επίσης και η διεκδίκηση από ρουμανικούς εθνικιστικούς κύκλους των Κουτσοβλάχων της Βαλκανικής ως Ρουμάνους. Τελευταία αναζωπύρωση αυτού του προβλήματος παρουσιάζεται στην δράση ρουμανικών διπλωματικών και πολιτιστικών υπευθύνων στην Βόρειο Ήπειρο, που στοχεύουν στην ανάδειξη ρουμανικής εθνικής ταυτότητας στους Βλάχους της περιοχής, αποκολλώντας τους έτσι από τον ευρύτερο ελληνικό κορμό, οι Βλάχοι είχαν δηλώσει στην συντριπτική τους πλειοψηφία Έλληνες και έχουν επίσης την ελληνική ιθαγένεια.

Η προδιάθεση του ρουμανικού πληθυσμού προς την Ελλάδα είναι σχετικά ουδέτερη, οι Ρουμάνοι ελάχιστα γνωρίζουν για την Ελλάδα,ενώ αυτοί που έζησαν στην χώρα μας βλέπουν πως και εμείς ελάχιστα γνωρίζουμε για αυτούς. Η παρουσία ενός έντονου ελληνικού πολιτιστικού και πνευματικού στοιχείου στην χώρα ιδιαίτερα κατά τους 18ο και 19ο αιώνα έχει σχεδόν λησμονηθεί, όπως λησμονούνται όλα όσα δεν τυγχάνουν αναγνώρισης μέσω προσπαθειών συντήρησης και ανάδειξης.

Οι οικονομικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από μία σταθερή βελτίωση. Αρχές του 2020 δραστηριοποιούνταν στην Ρουμανία 7.617 ελληνικές επιχειρήσεις, με επενδυμένο κεφάλαιο στα 1,905€ δις και ποσοστό επί συνόλου ΑΞΕ 4,23%. Η Ελλάδα κατατάσσεται έτσι στην 7η θέση των χωρών επενδυτών στην Ρουμανία. Οι εξαγωγές της Ελλάδος αυξήθηκαν κατά 4,3% το 2019. Στον τραπεζικό τομέα,οι ελληνικές τράπεζες αποχώρησαν σχεδόν εξ ολοκλήρου από την χώρα, ενώ προβληματική παραμένει ακόμη η πώληση του δικτύου της Εθνικής προς την ουγγρική ΟΤΡ, η οποία για ευνόητους λόγους δεν εγκρίθηκε από την ρουμανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς. Η δραστηριότητα των ελληνικών τραπεζών στην χώρα χαρακτηριζόταν από αρνητικές χρήσεις, ενώ η απόφαση της ρουμανικής κυβέρνησης να θεσπίσει νέο προοδευτικό φόρο επί των τραπεζικών κερδών το 2018, εξανέμισε οποιεσδήποτε ελπίδες για ανάκαμψη.

H τουρκική παρουσία στην χώρα ανέρχεται σε 15.000 εταιρίες παντός μεγέθους, ενώ το διμερές εμπόριο που το 2017 ανερχόταν στα 6€δις, συμφωνήθηκε κατά την διάρκεια της τελευταίας επίσκεψης της Ρουμάνας προέδρου Βιοριτσα Νταντσίλα στην Αγκυρα να ανέρθει στα 10€δις. Η Τουρκία αποτελεί για την Ρουμανία τον σημαντικότερο εμπορικό εταίρο στα Βαλκάνια.

3: Σκόπια

Με την Συμφωνία των Πρεσπών οι διμερείς σχέσεις ομαλοποιήθηκαν. Ξεπερνώντας τις συμπληγάδες που προέκυπταν από το πρόβλημα της ονομασίας, η μικρή αυτή χώρα μπορεί πλέον να σχεδιάσει την δική της πορεία στο μέλλον. Αυτή η πορεία είναι συνυφασμένη με την ένταξη της χώρας στην ΕΕ. Η συμβολή της Ελλάδος σε αυτή την πορεία υπήρξε καθοριστικής σημασίας, μένει να δούμε πως θα εξελιχθούν αυτές οι σχέσεις στην πορεία.

Η περιοχή είναι για την Ελλάδα υψίστης στρατηγικής σημασίας. Μικρή, φτωχή, αδύναμη στρατιωτικά, και με μία ισχυρή αλβανική μειονότητα στο έδαφός της,ικανή να προκαλέσει ανά πάσα στιγμή ταραχές, όπως και να γίνει το απαραίτητο για την Τουρκία προγεφύρωμα στα δυτικά Βαλκάνια. Επίσης η περιοχή είναι buffer zone μεταξύ Ελλάδος και Σερβίας.

Η προδιάθεση του πληθυσμού απέναντι της Ελλάδος είναι αρκετά βεβαρημένη. Αιτία η μακροχρόνια παραπληροφόρηση που σχετιζόταν με την ελληνικότητα της αρχαίας Μακεδονίας, με την ονομασία της, και με την γενικότερη ιστορική εξέλιξη. Κάθε λαός πιστεύει αυτά που του μαθαίνουν σαν παιδί. Την κατάσταση βάρυνε ακόμη περισσότερο η μακραίωνη παρουσία σλαβομακεδονικών πληθυσμών στο έδαφος της Ελλάδος, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα και τις περιουσίες τους κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, είτε ηθελημένα είτε όχι. Οι πρόσφυγες αυτοί αποτέλεσαν και ένα πανίσχυρο λόμπυ αργότερα, που με τα αιτήματά του και την προπαγάνδα του ιδιαίτερα ανάμεσα στους μετανάστες Σλαβομακεδόνες του Καναδά και της Αυστραλίας, δυναμίτιζε συνεχώς οποιαδήποτε προσπάθεια προσέγγισης μεταξύ των δύο χωρών.

Η συμφωνία των Πρεσπών ίσως δεν ικανοποίησε όλες τις πλευρές, δημιούργησε όμως κάποια αποδεκτά πλαίσια. Και μία λύση την είχαμε ανάγκη. Με αυτή την συμφωνία η Ελλάδα καθίσταται σε ουσιαστικό κηδεμόνα της χώρας αυτής. Αναλαμβάνει την επιτήρηση του εναέριου χώρου της και την εκπαίδευση του στρατού της. Στην χώρα επανέρχεται το αίσθημα ασφάλειας που τόσο ανάγκη το είχε, και που ήταν και βασική προϋπόθεση για την είσοδο ξένων επενδύσεων. Η Ελλάδα αποτελεί τον πιο σταθερό γείτονα της χώρας,και τον πλέον απαραίτητο. Οι κάτοικοί της περνούν σχεδόν αποκλειστικά τις διακοπές τους στην Ελλάδα, ενώ τα ψώνια στην Θεσσαλονίκη θεωρούνται εκ των ουκ άνευ. Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης αποτελεί την κύρια εμπορική είσοδο της χώρας, καθώς επίσης διαθέτει τα προϊόντα της σε πολύ μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα. Ανεπίσημα η Ελλάδα είναι ο βασικός αποδοχέας των αγροτικών προϊόντων των Σκοπίων. Το 2018 αποτέλεσε τον δεύτερο μεγαλύτερο επενδυτή στην χώρα με σχεδόν 1€δισ επενδύσεις. Η εγγύτητα της χώρας την τοποθετούν στις κύριες προτιμήσεις των ελληνικών εταιριών για επενδύσεις, ενώ δραστηριοποιούνται ήδη η Εθνική Τράπεζα ως κάτοχος της Στόπανσκα Μπάνκα,η οποία είναι η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας. Επονται η ΕΛΠΕ ιδιοκτήτης της ΟΚΤΑ,η Βερόπουλος, η ΔΕΗ, η Σαράντης, Μάρμαρα Κυριακίδης, Σιδενόρ, Τιτάν, 3Ε, και άλλες. Οι προοπτικές των διμερών οικονομικών σχέσεων έχουν μεγάλα περιθώρια βελτίωσης, περιθώρια που θα διευρυνθούν ακόμη περισσότερο με την είσοδο της χώρας στην ΕΕ. Σύμφωνα με την Deutsche Welle, υπολογίζεται ότι οι ελληνικές εταιρίες επενδύουν σχεδόν μισό δισεκατομμύριο Ευρώ στην χώρα.

Οι προοπτικές περαιτέρω σύσφιξης των διμερών σχέσεων είναι ακόμη πιο μεγάλες. Τα Σκόπια όπως και η Ελλάδα γνώρισαν μία μακραίωνη τουρκική κατοχή, μία κατοχή που αποτυπώνεται στο μεγαλύτερο μέρος της λαικής της παράδοσης, γεμάτης από ιστορίες σφαγών και εκτοπισμών, απέλπιδων αγώνων,παιδομαζώματος, αυτοθυσίας, και βίαιου εκτουρκισμού. Ο φόβος της μουσουλμανικής απειλής είναι έντονος στο υποσυνείδητο του λαού, φόβος που ενισχύεται περισσότερο με την έντονη εθνικιστική κινητικότητα των Αλβανών της περιοχής. Παράλληλα οι προσπάθειες της Βουλγαρίας να θέσει υπό την κηδεμονία της την χώρα, θεωρώντας την ως ιστορικό της τμήμα, ενισχύει τους φόβους διαμελισμού μεταξύ Βουλγάρων και Αλβανών. Η Ελλάδα αναπόφευκτα καθίσταται η μοναδική διέξοδος για την χώρα,πράγμα που ενισχύθηκε μετά την συμφωνία των Πρεσπών. Στον αντίποδα αυτής της εξέλιξης θα μπορούσαμε να περιμένουμε μια ψύχρανση των σχέσεών μας με την Βουλγαρία, κάτι που δεν έλαβε διαστάσεις προφανώς εξαιτίας της αβυσσαλέας δυσπιστίας της χώρας απέναντι στην Τουρκία.

4: Σερβία

Δεδομένων των ιστορικών και γεωγραφικών συνθηκών, η Σερβία είναι η χώρα με την οποία η Ελλάδα είχε τις πιο αγαστές σχέσεις στην περιοχή. Η παρουσία ελληνικού στοιχείου στην χώρα ήταν πολύ περιορισμένη, διεκδικήσεις για διαφιλονικούμενες περιοχές δεν υπήρξαν, οι δύο λαοί μοιράζονται την ίδια θρησκεία, και στην νεώτερη ιστορία βρέθηκαν και οι δύο στο ίδιο στρατόπεδο. Επιπλέον η συλλογική μνήμη του σερβικού λαού είναι συνδεδεμένη με την παρουσία του σερβικού στρατού στο μέτωπο της Θεσσαλονίκης κατά την διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα που εμπράκτως στήριξε την από παντού βαλλόμενη Σερβία κατά την διάρκεια της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και της διεθνούς απομόνωσης που επέβαλλε η “ Διεθνής Κοινότητα” στην χώρα. Στα Βαλκάνια περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή, η ιστορία και η μνήμη αποτελούν πυξίδα αυτοπροσδιορισμού των λαών. Επιτάσσουν την πολιτική του μέλλοντος σε μεγάλο βαθμό. Την δεκαετία του 90 δημιουργήθηκε μία φιλία η οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν πρόκειται να σβήσει παρά μόνον μετά από προσπάθειες δικές μας.

Η Σερβία άργησε να βγει από την απομόνωση, έμεινε εκτός ΕΕ,και κατά πάσα πιθανότητα θα μείνει με δική της πρωτοβουλία και στο μέλλον εκτός ΕΕ. Η οικονομία της έχει μπει σε δυναμική τροχιά ανόδου, αυτό οφείλεται στο ότι ενώ από την μία συμμετέχει στα προγράμματα ενίσχυσης της περιοχής που χρηματοδοτεί η ΕΕ, από την άλλη διατηρεί πλήρεις εμπορικές σχέσεις με την Ρωσία, με αποτέλεσμα η χώρα να έχει γίνει κόμβος πολλών ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που διατηρούν παραγωγικές μονάδες στο έδαφός της προκειμένου να μπορούν να εξάγουν στην Ρωσία.

Η Ελλάδα έχει ισχυρή παρουσία στην σερβική οικονομία, στην χώρα δραστηριοποιούνται περί των 150 ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις, και οι άμεσες επενδύσεις ανέρχονται στα 1,5€δις, επί συνόλου 2,5€δις ΑΞΕ, διαμορφώνοντας έτσι το 6,2% του ΑΕΠ.

Η εξομάλυνση των σχέσεων της Σερβίας με την διεθνή κοινότητα δημιουργεί για την Ελλάδα τις προϋποθέσεις για την δημιουργία της ισχυρότερης ίσως συμμαχίας στα δυτικά Βαλκάνια.

5: Αλβανία

Με την Αλβανία η Ελλάδα έχει τις πιο περίπλοκες σχέσεις. Σχέσεις οι οποίες είναι επιβαρυμένες κυρίως από την παρουσία ελληνικού πληθυσμού στον νότο της χώρας, αλλά επίσης και με τις διεκδικήσεις των Τσάμηδων, Αλβανών κατοίκων της Ηπείρου οι οποίοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους κατά το τέλος του εμφυλίου πολέμου φοβούμενοι αντίποινα από τον ελληνικό πληθυσμό ως αποτέλεσμα της συνεργασίας τους με τον κατακτητή. Επιπλέον μία όξυνση των σχέσεων υποδαυλίζεται και από την προδιάθεση Αλβανών μεταναστών στην Ελλάδα, οι οποίοι αντιμετώπισαν την ίδια υποδοχή από τους περισσότερους Έλληνες που γνώρισαν και άλλοι Βαλκάνιοι, όπως αναφέραμε ήδη προηγουμένως.

Βασικό αγκάθι στις σχέσεις των δύο χωρών παραμένει η μεθοδευμένη συρρίκνωση των αναφαίρετων δικαιωμάτων του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου. Η αλβανική κυβέρνηση προσπαθεί παντί τρόπω να περιορίσει τα δικαιώματά της, καθώς περιορίζει ακόμη και την μειονοτική ζώνη στην Χιμάρα και στην Κορυτσά, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζονται ως μειονοτικές περιοχές ένα πολύ μικρότερο τμήμα από αυτό που πραγματικά είναι. Σκοπός των προσπαθειών αυτών, είναι να συρρικνώνεται η μειονοτική ζώνη, έτσι ώστε οι Ελληνες που μένουν έξω από αυτή την ζώνη να μην έχουν τα δικαιώματα της εκπροσώπησης τους σε πολιτιστικό, γλωσσικό, πολιτικό επίπεδο. Με αυτό τον τρόπο οδηγούνται στον αφανισμό εστίες Ελληνισμού αιώνων. Η εμφάνιση τα τελευταία χρόνια ενός ιδιότυπου αλβανικού εθνικισμού, ο οποίος διαδίδεται κυρίως σε στρώματα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, και στόχο έχει να δημιουργήσει μία παναλβανική κοσμοθεωρία όπου λίγο πού όλα έχουν μία αλβανική ρίζα, δημιουργεί ένα τεταμένο κλίμα το οποίο διοχετεύεται στην καθημερινή πολιτική και πολιτιστική ζωή. Χρησιμοποιώντας την τακτική του Γκαίμπελς η οποία συγκεντρώνεται στο σύνθημα “ λέγε, λέγε, στο τέλος όλο και κάτι θα μείνει να πιστέψουν”, ένα μεγάλο δίκτυο αλβανικών ιστοσελίδων διαδίδουν ανακρίβειες και διαστρεβλωμένες πληροφορίες από το διαδίκτυο, ώστε να δημιουργήσουν μία νέα μεγαλοαλβανική συνείδηση, η οποία διεκδικεί σχεδόν όλη την ανατολική Μεσόγειο. Ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου έχει λίγες γραμμές άμυνας, κυρίως επειδή, μην έχοντας ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση, αναγκάζεται να στέλνει τα παιδιά του για Λύκειο και Πανεπιστήμιο στην Ελλάδα. Αν συνεχιστεί αυτό υφίσταται μεγάλος κίνδυνος αφελληνισμού του.

Οι περισσότερες αλβανικές κυβερνήσεις αντιμετώπισαν με καχυποψία την Ελλάδα. Παρόλο που η Ελλάδα είναι από τους μεγαλύτερους δωρητές της χώρας, μεγάλα ποσά έχουν διατεθεί για νοσοκομεία, σχολεία, ορφανοτροφεία, κοινωφελή έργα, δημόσια έργα, κλπ. Έλληνες γιατροί χειρουργούν αμισθί στην Αλβανία, ενώ υπάρχουν αερογέφυρες μεταξύ των δύο χωρών σε θέματα βαρέων ιατρικών περιστατικών. Υπάρχει μία πάγια τακτική στα αλβανικά ΜΜΕ να υποβαθμίζεται ο ρόλος της Ελλάδος στην προσπάθεια βελτίωσης των συνθηκών στην χώρα. Τακτική η οποία φαίνεται να είναι συλλογική πλέον. Σε αντίθεση προβάλλεται συνεχώς οποιαδήποτε τουρκική αρωγή στην χώρα, γεγονός που τείνει να δυναμιτίζει το κλίμα ανάμεσα στις δύο χώρες.

Μετά την οικονομική κρίση που σάρωσε την Ελλάδα το 2010, μεγάλο μέρος της αλβανικής πολιτικής ελίτ δείχνει να θεωρεί την Ελλάδα ως έναν αδύναμο γείτονα που δεν μπορεί να αντιδράσει δυναμικά. Όποιος γνωρίζει από βαλκανική ψυχολογία μπορεί να καταλάβει πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα. Στα Βαλκάνια όποιος δεν μιλάει χάνει το δίκιο του, ο αδρανής θεωρείται ηττημένος πριν να δώσει μάχη, αυτή είναι μία πάγια νοοτροπία που δυστυχώς ελάχιστοι έως κανένας Έλληνας πολιτικός δεν μπόρεσε να αντιληφθεί ως τώρα.

Τα κύρια προβλήματα στις διμερείς σχέσεις εστιάζονται στην οριοθέτηση της ΑΟΖ ανάμεσα στις δύο χώρες, την διευθέτηση του περιουσιακού ζητήματος και από τις δύο πλευρές, και την θέση της ελληνικής μειονότητας.

Θα έλεγε κανείς ότι η διακαής επιθυμία της Αλβανίας να γίνει μέλος της ΕΕ, θα ωθούσε την χώρα σε μία πιο φιλική στάση απέναντι στην Ελλάδα, συμβαίνει όμως το αντίθετο. Η χώρα απομακρύνεται συνεχώς από του σημείου να έρθει σε διακανονισμό με την Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα κάνει όλο και πιο μεγάλα βήματα να έρθει στην αγκαλιά της Τουρκίας, με αποκορύφωμα την παραχώρηση ναυτικής βάσεως στην Τουρκία. Η αλήθεια είναι δυστυχώς ότι κάτι τέτοιο συζητούσε η Ελλάδα με την Αλβανία ήδη από την δεκαετία του 90, χωρίς όμως να έχει προβεί καμία ελληνική κυβέρνηση σε κάποια απόφαση επ’ αυτού. Η αιώνια ελληνική κωλυσιεργία που μας κάνει να τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα.

Για να είμαστε ρεαλιστές, καμία αλβανική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να είναι φιλική με την Ελλάδα. Η Αλβανία σαν κράτος έχει αλωθεί από το λόμπυ των Κοσσοβάρων οι οποίοι πνέουν τα μένεα εναντίον της Ελλάδος, και κρατάνε την οικονομική επιβίωση της χώρας στα χέρια τους, έχοντας υπό την εξουσία τους ολόκληρο σχεδόν το δίκτυο της αλβανικής μαφίας που δρα σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Χωρίς την χρηματοδότηση από τις εγκληματικές αυτές οργανώσεις, η χώρα θα κατέρρεε οικονομικά. Ο πρώην υπουργός της Αλβανίας, ο 28χρονος Gent Cakaj ο οποίος κατάγεται από το Κόσοβο, κρίθηκε ακατάλληλος για την θέση αυτή από τον Αλβανό Πρόεδρο Ιλιρ Μέτα, αναγκάζοντας τον πρωθυπουργό Εντι Ράμα να τον παύσει των καθηκόντων του, δηλώνοντας όμως ότι ο Cakaj θα καθορίζει ανεπισήμως την πορεία του υπουργείου Εξωτερικών. Ηταν μάλιστα αυτός που συναντήθηκε με τον κ. Κατρούγκαλο στην άτυπη συνάντηση των ΥΠΕΞ κρατών-μελών της ΕΕ στο Βουκουρέστι. Υπό την επίδραση του κοσσοβάρικου λόμπυ διακρίνουμε μία συνεχόμενη αύξηση της ισλαμικής επιρροής στην αλβανική κοινωνία,μία κοινωνία που ανέκαθεν διακρινόταν για την θρησκευτική της ανοχή, αν όχι ακόμη και αδιαφορία. Το έντονο ισλαμικό ρεύμα εξαπλώνεται κυρίως στους Γκέγκηδες του βορρά, γεγονός που θα μπορούσε να διασαλεύσει την ισορροπία μεταξύ των διαφόρων φυλετικών και θρησκευτικών ομάδων στην χώρα, εάν προσπαθήσει να γίνει έστω και άτυπο καθεστώς. Πιστεύω πως δυστυχώς τα όρια για την ελληνική διπλωματία στην Αλβανία έχουν στενέψει πολύ. Η Ελλάδα έδειξε ορθώς ότι δεν θέλει να εκβιάσει την Αλβανία στην περίπτωση εισόδου της στο ΝΑΤΟ, παρόλα αυτά όμως η Αλβανία δείχνει ένα σχεδόν εχθρικό πρόσωπο πια. Ισως είναι πλέον καιρός για την ελληνική κυβέρνηση να θέσει κάποια ευκρινή όρια στην Αλβανία εν όψει διαπραγματεύσεων,όρια που θα μπορούσαν να θυμίσουν λίγο την περίπτωση των Σκοπίων, όπου τελικά η κυβέρνηση της χώρας αυτής έδειξε ότι μπορεί να αποδεχθεί τους όρους μας, ανεξάρτητα από την ισχυρή αντίθεση του εκλογικού σώματος.

Στην περίπτωση της Αλβανίας τα προβλήματα είναι πολλά, και δεν πιστεύω ότι η χώρα θα μπορούσε τουλάχιστον τώρα να γίνει μέλος της ΕΕ. Μία καθαρή άρνηση της Ελλάδος όμως, θα πυροδοτούσε κύμα ανθελληνισμού στην Αλβανία, και θα άφηνε μία μόνιμη κηλίδα στις διμερείς μας σχέσεις.

Οικονομικά, η Ελλάδα είναι από τους μεγαλύτερους επενδυτές στην χώρα, ενώ αν προσθέσουμε και το όφελος που δημιουργείται από την παραμονή των Αλβανών εργαζόμενων στην Ελλάδα, η χώρα μας καθίσταται στον κύριο πάροχο οξυγόνου στην σχεδόν μονίμως χειμαζόμενη αλβανική οικονομία. Μόνο τα εμβάσματα των Αλβανών εργαζομένων που εστάλησαν από την Ελλάδα, ανερχόταν το 2018 σε 670εκ€. Μέχρι το 2017, οι ελληνικές επενδύσεις στην χώρα άγγιζαν τα 5δις€, αποτελώντας το 25% όλων των ξένων επενδύσεων στην χώρα. Το 2019 είχαμε μία δραματική μείωση των επενδύσεων στα 558εκ€ από 1,2δις€ ένα χρόνο πριν, γεγονός που κατά πάσα πιθανότητα είναι συγκυριακό.

Τι πρέπει να γίνει, ανάγκη ενός ολοκληρωμένου Βαλκανικού Δόγματος.

Η λαϊκή παροιμία λέει, “στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται”, και είναι πολύ ταιριαστή για την περίπτωση της Ελλάδος. Η Ελλάδα προ κρίσης ήλεγχε μέσω του χρηματοπιστωτικού της συστήματος από 15 έως 35% ανά περιοχή του βαλκανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο ότι η εμμονή για αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος της Ελλάδος στα μνημόνια εστιάστηκε με έμφαση στην διακοπή κάθε βαλκανικής δραστηριότητας των ελληνικών τραπεζών. Με εξαίρεση την Eurobank, η οποία βρήκε ίδια κεφάλαια ανακεφαλαιοποίησης,όλες οι άλλες τράπεζες αναγκάστηκαν να πουλήσουν τις βαλκανικές τους δραστηριότητες στους αντιπάλους τους, Ιταλούς, Αυστριακούς, Ούγγρους. Η ελληνική τραπεζική παρουσία στην περιοχή σχεδόν έσβησε,με αποτέλεσμα να δυσχεράνουν οι συνθήκες χρηματοδότησης επενδυτικών σχεδίων από τις ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Πολλοί Ελληνες τραπεζικοί παράγοντες μίλησαν για πισώπλατη μαχαιριά. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως σχέδιο εξοβελισμού της χώρας από κάθε οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή. Η Ελλάδα όμως δεν μπορεί να το δεχθεί αυτό, διότι χωρίς την βαλκανική ενδοχώρα παύει να αποτελεί κάποιον παράγοντα, η σημασία της ως στρατηγικού εταίρου συρρικνώνεται σε μηδενική βάση.

Η μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα χάθηκε αρχές του αιώνα, όταν η χώρα μας λόγω εγγύτητας και έντονης τραπεζικής παρουσίας, θα μπορούσε μέσω των ημικρατικών εταιρικών σχημάτων της, ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΟΣΕ, ΕΛΠΕ, να οργανώσει, λειτουργώντας ως όχημα έλξης, ένα διαβαλκανικό δίκτυο επενδύσεων πάνω στο οποίο θα έβρισκαν τροχιά κίνησης και άλλες εταιρίες τόσο ελληνικές όσο και εγχώριες. Συνήθως αυτός είναι και ο τρόπος που λειτουργούν και άλλα ευρωπαϊκά κράτη κατά την πορεία διείσδυσης τους σε ξένες αγορές. Η Ελλάδα όμως δεν έδρασε όπως οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, θέλοντας να δείξει ότι δεν μπορεί να δράσει ως ευρωπαϊκή χώρα.

Η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να εξάγει τις απόψεις της και να κάνει μία έμμεση προπαγάνδα μέσω τηλεοπτικών καναλιών, τότε που τα ελληνικά κανάλια ήταν εύρωστα, πετούσαν εκατομμύρια σε τηλεπερσόνες, και δεν πλήρωναν καν φόρους διαφημίσεων. Αυτό που κάνει σήμερα η Τουρκία, εξάγοντας σήμερα μέσω των σαπουνόπερων της ένα δικό της way of life, κάτι που εμείς δεν το σκεφτήκαμε ολοκληρωμένα, προφανώς γιατί η σκέψη είναι δύσκολο πράγμα στην Ελλάδα, και δη στον κόσμο των καναλιών. Η διάδοση ενός ελληνικού τύπου way of life, θα δημιουργούσε και τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την παγίωση στην περιοχή ενός ελληνικού brand name, βασικής προϋπόθεσης για την εξάπλωση των ελληνικών εμπορικών σημάτων σε μία περιοχή 45εκ κατοίκων. Αυτό που με τεράστια επιτυχία κάνουν ως τώρα Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, ΗΠΑ. Οι χρυσές εποχές όμως πέρασαν, η Ελλάδα χρεοκόπησε, παραμένει όμως η ισχυρότερη οικονομία της περιοχής ακόμη. Η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή από το να προσδέσει ολόκληρη την περιοχή σε ένα κοινό σχήμα που θα λαμβάνει ομόφωνα πρωτοβουλίες και αποφάσεις χωρίς να επιτρέπει την ανάπτυξη της επιρροής τρίτων δυνάμεων. Τα Βαλκάνια είναι η οικονομική ενδοχώρα της Ελλάδος, η περιοχή όπου σχεδόν όλο το φάσμα των ελληνικών επιχειρήσεων μπορεί να δραστηριοποιηθεί με επιτυχία και με λιγότερο ανταγωνισμό.

Για να εδραιωθεί η επιρροή της Ελλάδος στην περιοχή, πρέπει να προχωρήσει σε παράλληλους άξονες που θα καλύπτουν όλο σχεδόν το φάσμα των δραστηριοτήτων, οικονομικών, πολιτιστικών, εκπαιδευτικών, κοινωνικών. Οι Ελληνες αρμόδιοι, πολιτικοί, επιχειρηματίες, ακαδημαϊκοί, και λαός, πρέπει να αποβάλλουν το αίσθημα αλαζονείας που τους διακατέχει αρκετά συχνά απέναντι στους βαλκανικούς λαούς, και να φροντίσουν να ρίξουν γέφυρες φιλίας και συνεννόησης επί ίσοις όροις. Βασικοί άξονες πάνω στους οποίους θα μπορούσε να βασιστεί η δημιουργία ενός ευρύτερου σχεδίου αύξησης της ελληνικής επιρροής στην Βαλκανική, είναι οι εξής:

a) Δημιουργία εθνικού Συμβουλίου για την Βαλκανική.

Στο Συμβούλιο αυτό θα συμμετέχουν εκπρόσωποι του πολιτικού, διπλωματικού, επιχειρηματικού, ακαδημαϊκού, και καλλιτεχνικού χώρου της Ελλάδος. Σκοπός του θα είναι η μελέτη και οργάνωση κοινών πρωτοβουλιών στην περιοχή σε όλους τους κλάδους της ζωής. Βασικός στόχος το “Πουλάμε Ελλάδα”. Το Συμβούλιο αυτό θα καθορίζεται από ένα ευρύτερο φάσμα του πολιτικού και ακαδημαϊκού χώρου της χώρας, και θα καταθέτει σε διακομματική επιτροπή ανά τρίμηνο την πορεία των κινήσεών του. Ο ρόλος του θα είναι συμβουλευτικός και συντονιστικός.

β) Δημιουργία ειδικού πιστωτικού και συμβουλευτικού Fund για την περιοχή.

Σκοπός αυτού του Fund θα είναι η εξέταση και χρηματοδότηση με ευνοϊκές πιστώσεις,όπως και η συμβουλευτική υποστήριξη διαφόρων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών στην περιοχή. Στο επενδυτικό αυτό σχήμα θα μπορούσαν να συμμετάσχουν και επιχειρήσεις που ήδη δραστηριοποιούνται στην περιοχή, δημιουργώντας έτσι ένα ευρύτερο δίκτυο ελληνικών επιχειρήσεων που θα συνεργαζόταν μεταξύ τους είτε ανεξάρτητα είτε μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών. Η κίνηση αυτή εκτός από την ενίσχυση ελληνικής προέλευσης πρωτοβουλιών στην περιοχή, θα βοηθούσε επίσης και στην προστασία των ελληνικών επενδύσεων από τυχόν επιθετικές εξαγορές από ανταγωνιστές και τον πιθανό αφελληνισμό τους. Σε αυτή την κίνηση ένας βασικός ρόλος θα έπεφτε στον ΣΕΒ και στις ελληνικές τράπεζες.

γ) Δημιουργία Διαβαλκανικού Χρηματιστηρίου.

Κάθε επιχείρηση χρειάζεται ρευστό για να επεκταθεί και να αναλάβει πρωτοβουλίες. Ο επιχειρηματικός κόσμος της Βαλκανικής ασφυκτιά από την έλλειψη ρευστού, με αποτέλεσμα συχνά να γίνονται οι βαλκανικές επιχειρήσεις αντικείμενο επιθετικών εξαγορών. Ο τραπεζικός κλάδος επίσης της περιοχής βρίσκεται σε αλλοδαπά κεφάλαια, με αποτέλεσμα πολλές πρωτοβουλίες για την εγχώρια ανάπτυξη να εξαρτώνται από ξένα κέντρα λήψης αποφάσεων. Ενας συνήθης τρόπος άντλησης κεφαλαίων εκτός από το δάνειο, είναι το χρηματιστήριο. Στην ουσία με αυτό τον τρόπο η εταιρία ελέγχει μόνη της πόσο ποσοστό της και σε ποιον θα δοθεί. Λαμβάνοντας υπόψιν την έλλειψη ρευστότητας που μόνιμα ταλανίζει τις βαλκανικές οικονομίες, όπως επίσης και την έλλειψη τεχνικής υποδομής και προσωπικού για την λειτουργία σύγχρονων και απαιτητικών χρηματιστηρίων, η Ελλάδα θα μπορούσε να προωθήσει την δημιουργία ενός Διαβαλκανικού χρηματιστηρίου, το οποίο θα λειτουργούσε παράλληλα με τα επί μέρους εθνικα χρηματιστήρια, και θα παρουσίαζε μία κοινή πλατφόρμα επιλεγμένων επιχειρήσεων από κάθε χώρα της περιοχής. Η επιλογή αυτή θα γινόταν με καθαρά οικονομικά κριτήρια, και για να αποφευχθούν τυχόν κερδοσκοπίες οι οποίες θα έκαναν το χρηματιστήριο να απολέσει της εμπιστοσύνης του, θα επιβαλλόταν αυστηροί κανόνες εξ αρχής, ξεκινώντας από την απαγόρευση του σορταρίσματος. Σαν έδρα αυτού του χρηματιστηρίου θα πρότεινα την Θεσσαλονίκη.

δ) Προώθηση ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών και παραγωγών στην Βαλκανική.

Με εξαίρεση τον ΑΝΤΕΝΑ, κανένα άλλο ελληνικό κανάλι δεν δραστηριοποιείται στα Βαλκάνια, ενώ ακόμη και ο ΑΝΤΕΝΑ πρόσφατα πούλησε τις δραστηριότητές του σε Σερβία, Μαυροβούνιο, Βουλγαρία. Η τηλεόραση είναι ο γρηγορότερος και αποτελεσματικότερος τρόπος να περάσει κάποιος τα μηνύματα που θέλει σε πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Εκτός από τις ειδήσεις που σκοπός τους είναι η μετάδοση πληροφοριών, υπάρχουν και οι τηλεοπτικές παραγωγές και ταινίες, οι οποίες δημιουργούν ένα αίσθημα υποσυνείδητης υπαγωγής σε ένα κοινό σύνολο. Η τηλεόραση μεταδίδει κοινές αξίες, ή τουλάχιστον τις αξίες που θέλει ο παραγωγός να περάσει στο κοινό του, όπως επίσης και να δημιουργήσει “κοινές συνειδήσεις”. Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε μία άνευ προηγουμένου διάδοση αξιών και μηνυμάτων τουρκικής προέλευσης μέσω των τηλεοπτικών παραγωγών της γείτονος, η οποία σταδιακά δημιουργεί ένα δικό της brand name στην περιοχή, το οποίο μεταφράζεται από αποδοχή πολιτικών επιδιώξεων μέχρι αυξημένης εκτίμησης για τα προϊόντα της στους τηλεθεατές. Η προώθηση ελληνικών καναλιών στην περιοχή πρέπει να είναι από τους βασικούς στόχους κάθε ελληνικού υπουργείου οικονομικών, όπως και κάθε ελληνικής κυβέρνησης. Η πληροφορία πρέπει να φιλτράρεται από την Ελλάδα. Παραγωγές που θα αναδεικνύουν ένα κοινό πολιτιστικό τοπίο, την αναγκαιότητα για περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων των βαλκανικών χωρών, όπως και ιστορικά γεγονότα θετικής επίδρασης στην κοινή βαλκανική ιστορία, θα έπρεπε να είναι η αιχμή του δόρατος για μία ελληνική πολιτιστική επίθεση στην περιοχή.

ε) καλλιτεχνική επέλαση.

Αν υπάρχει ένα σημείο στο οποίο η Ελλάδα να θεωρείται από όλους ανεξαιρέτως κυρίαρχη στην περιοχή, είναι αυτός της τέχνης και του πολιτισμού. Είτε στην μουσική είτε στις καλές τέχνες, η Ελλάδα ακόμη αποτελεί πόλο έλξης στην ευρύτερη γειτονιά της. Ο πολιτισμός και οι τέχνες δημιουργούν την ελίτ κάθε χώρας, και αυτή η ελίτ συνήθως εκφέρει άποψη για το γενικό γίγνεσθαι της χώρας. Αυτής της ελίτ η γνώμη ακούγεται, έστω και υποσυνείδητα. Η Ελλάδα πρέπει να προωθήσει κοινά μουσικά, καλλιτεχνικά, θεατρικά και κινηματογραφικά δρώμενα και σχήματα, στα οποία να δοθεί μεγάλη έκταση και αρκετό χρήμα. Συγχρηματοδότηση ή και ολική χρηματοδότηση κινηματογραφικών και θεατρικών παραγωγών όπως και δισκογραφικών, δημιουργούν κλίμα κοινής κληρονομιάς και καλλιεργούν κοινά πρότυπα. Μεγάλη σημασία θα έπρεπε να δώσει η Ελλάδα στην παροχή υποτροφιών σε Βαλκάνιους καλλιτέχνες και επιστήμονες,οι οποίοι θα διαμόρφωναν μεγάλο μέρος της προσωπικότητάς τους στην Ελλάδα. Αυτοί θα μπορούσαν να γίνουν οι καλύτεροι πρεσβευτές μας στις χώρες τους.

ζ) Εκπαιδευτική συνεργασία.

Οι Ελληνες είναι ο λαός που έχει τις λιγότερες γνώσεις για τους γείτονές του στην Ευρώπη, τουλάχιστον όσον αφορά τις γνώσεις που αποκόμισε στο σχολείο του. Και οι άλλοι όμως κάτοικοι της Βαλκανικής δεν τα πάνε πολύ καλύτερα. Ενα γενικό μάθημα βαλκανικής ιστορίας και πολιτισμού θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία μας. Επίσης τα σχολεία μας θα έπρεπε να βρίσκονται σε στενή συνεργασία με άλλα σχολεία της Βαλκανικής, και να λαμβάνουν μέρος ανταλλαγές μαθητών όπου αυτό είναι δυνατόν, εκμάθηση μιας βαλκανικής γλώσσας, και διαδικτύωση μέσω κοινών προγραμμάτων πολλών σχολείων μαζί.

Σε πανεπιστημιακό επίπεδο είναι απαραίτητη η στενή συνεργασία των πανεπιστημίων της περιοχής, όπου η Ελλάδα θα μπορούσε να αναλάβει την πρωτοβουλία μέσω κοινών ερευνητικών προγραμμάτων, υποτροφιών, ίδρυσης τμημάτων ελληνικών σπουδών στα Πανεπιστήμια της περιοχής. Σε αυτό το πλαίσιο είναι σημαντικό να προωθηθεί η δημιουργία ενός δικτύου ελληνικών πολιτιστικών ινστιτούτων στην περιοχή,ανάλογα με αυτά της Γαλλικής Ακαδημίας, της Αμερικανικής Ενωσης, του ισπανικού Cervantes, του ιταλικού Dante, του γερμανικού Goetthe, ή του ρωσικού Pushkin. Η Ελλάδα οφείλει να δείξει στην γειτονιά της ότι όχι μόνον έχει βιτρίνα, αλλά ξέρει και να την δείχνει. Με αυτό τον τρόπο θα γινόταν ο φάρος κάθε διανοούμενου, καλλιτέχνη, ανθρώπου των γραμμάτων, και κάθε πνευματικού ανθρώπου στην περιοχή.

Η Ελλάδα βρίσκεται παρά τα προβλήματά της σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι των άλλων βαλκανικών χωρών. Αντιμετωπίζει μία οικονομική, πολιτική, και πολιτιστική εισβολή στην γειτονιά της από την Τουρκία. Οφείλει να αντιληφθεί τους κινδύνους και να αντιδράσει, αλλά αυτή η αντίδραση πρέπει να είναι σχεδιασμένη και καλά οργανωμένη. Πρέπει να έχει συγκεκριμένους και ευκρινείς στόχους, και να λάβει υπόψιν της το συναίσθημα των λαών της Βαλκανικής, διότι στα Βαλκάνια το αίσθημα πολύ συχνά μιλάει δυνατότερα από την λογική. Για αυτό και λέω σαν επίλογο, πριν κάνουμε οτιδήποτε στην περιοχή, πρέπει πρώτα από όλα να αποβάλλουμε την αλαζονεία μας και τα σύνδρομα που μας διακατέχουν, αν θέλουμε να επεκτείνουμε την επιρροή μας. Διότι αν απωλέσουμε την επιρροή μας στα Βαλκάνια, χάσαμε ένα από τα ελάχιστα στρατηγικά ατού που διαθέτουμε ακόμη.

Follow Pentapostagma on Google news Google News

POPULAR