Το πρωί τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ο οποίος κήρυξε και το θείο λόγο.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας τελέστηκε μνημόσυνο για τους κοιμηθέντας Ιερείς της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας την τελευταία εικοσιπενταετία.
Στην συνέχεια ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας και Καθηγούμενος του Ιερού Προσκυνήματος Παναγίας Σουμελά Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας καλωσόρισε τους Ιερείς και κάλεσε τον Σεβασμιώτατο να κηρύξει την έναρξη της ημερίδος, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε ο Πρόεδρος του Σωματείου Παναγία Σουμελά κ. Γεώργιος Τανιμανίδης.
Πρώτος εισηγητής ήταν ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμ. Νικόδημος Σκρέττας, Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ., ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Το λειτουργικό ήθος του κληρικού».
Δεύτερος εισηγητής ήταν ο Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Καλλιακμάνης, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Το ποιμαντικό ήθος του κληρικού».
Ο Σεβασμιώτατος στο τέλος ευχαρίστησε τους ομιλητές και τον Πρόεδρο του Σωματείου Παναγία Σουμελά κ. Γεώργιο Τανιμανίδη για την φιλοξενία και τους απένειμε τα αναμνηστικά των ΚΣΤ΄ Παυλείων.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θ. Λειτουργία :
«Ὁ οὖν διδάσκων ἕτερον σεαυτόν οὐ διδάσκεις;»
Ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τή μνήμη δύο μεγάλων ἀσκητῶν της, τοῦ ὁσίου Ὀνουφρίου καί τοῦ ὁσίου Πέτρου τοῦ Ἀθωνίτου.
Καί ἡ κοινή αὐτή μνήμη δύο ὁσίων τῶν ὁποίων τήν ἀσκητική ζωή καί τά παλαίσματα θαύμασαν καί οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, ὑπενθυμίζει σέ ὅλους μας τό χρέος μας νά ἀγωνιζόμεθα γιά νά ζήσουμε τήν ἐν Χριστῷ ζωή, γιά νά ζήσουμε σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο, ὅπως συνήθως λέμε, δέν εἶναι διαφορετικό γιά τούς λαϊκούς καί διαφορετικό γιά τούς μοναχούς, δέν εἶναι διαφορετικό γιά τούς ἀσκητές καί διαφορετικό γιά τούς ἱερεῖς ἤ τούς Ἐπισκόπους. Εἶναι ἕνα. Εἶναι κοινό. Γιατί ἕνας εἶναι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μᾶς τό ἀποκάλυψε μέ τό κήρυγμά του. Μία εἶναι κατά συνέπεια καί ἡ ἐν Χριστῷ ζωή. Μία εἶναι καί ἡ αἰώνιος ζωή στήν ὁποία ὁδηγεῖ, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅσους ἀγωνίζονται νά ἐναρμονίσουν τή ζωή τους μέ τό Εὐαγγέλιο.
Συμβαίνει ὅμως πολλές φορές νά λησμονοῦμε αὐτή τήν ἀλήθεια καί νά δημιουργοῦμε στόν ἑαυτό μας τήν ψευδαίσθηση ὅτι μποροῦμε νά ζήσουμε τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί μέ ἕναν ἄλλο τρόπο, κάνοντας ἐκπτώσεις ἤ προσπαθώντας νά προσαρμόσουμε τό Εὐαγγέλιο στά μέτρα τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας μας.
Ἀλλά ἡ πρακτική αὐτή δέν ὁδήγησε κανέναν πουθενά, γιατί ὅλοι ἔχουμε χρέος νά ἀγωνιζόμεθα γιά νά ζοῦμε τό Εὐαγγέλιο στήν ὁλότητά του, ἔχοντας πάντοτε κατά νοῦν καί τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας ὅτι «ἕως ἄν παρέλθῃ ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία οὐ μή παρέλθῃ ἀπό τοῦ νόμου».
Καί ἐάν κάθε πιστός, κάθε χριστιανός ἔχει χρέος νά γνωρίζει τό Εὐαγγέλιο καί νά ζεῖ σύμφωνα μέ αὐτό, πολύ περισσότερο ἔχουμε χρέος ἐμεῖς, τούς ὁποίους μᾶς ἔθεσε ἡ Ἐκκλησία «ποιμένας καί διδασκάλους πρός καταρτισμόν τῶν ἁγίων, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ», νά ἐναρμονίζουμε τή ζωή μας μέ τό Εὐαγγέλιο, νά εἶναι ἡ ζωή τό Εὐαγγέλιο στήν πράξη, ὥστε νά γίνεται ἀφορμή ἡ ζωή μας νά ἀκολουθοῦν καί ἄλλοι ἄνθρωποι τόν ἴδιο δρόμο.
Αὐτή τήν εὐθύνη, νά ζοῦμε ἐφαρμόζοντας τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, μᾶς ὑπενθυμίζει καί ἡ ἐρώτηση πού ἀκούσαμε στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἀπό τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου. «Ὁ οὖν διδάσκων ἕτερον σεαυτόν οὐ διδάσκεις;»
Ἐσύ πού διδάσκεις τόν ἄλλο, ρωτᾶ ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος, δέν διδάσκεις τόν ἑαυτό σου; Ἐσύ πού λέγεις, δηλαδή, στόν ἄλλο ἄνθρωπο τί λέει τό Εὐαγγέλιο καί τί πρέπει νά κάνει στή ζωή του, εἶναι δυνατόν νά μήν τό λέγεις καί στόν ἑαυτό σου;
Πόσο δίκαιο ἔχει ὁ ἀπόστολος καί πόσο συχνά συμβαίνει αὐτό πού λέγει. Εἶναι εὔκολο νά μιλοῦμε στούς ἀδελφούς μας γιά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἶναι δύσκολο νά τίς ἐφαρμόζουμε. Εἶναι εὔκολο νά ὑποδεικνύουμε στούς ἀδελφούς μας πῶς πρέπει νά ζοῦν, ἀλλά δύσκολο νά κάνουμε καί ἐμεῖς τό ἴδιο.
Ὅμως μία τέτοια ἀδιαφορία γιά τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὀλέθρια γιά τή ζωή μας, διότι ὁ Χριστός προειδοποιεῖ ὅτι «ὁ γνούς καί μή ποιήσας δαρήσεται πολλάς». Αὐτός πού γνωρίζει τίς ἐντολές καί δέν τίς ἐφαρμόζει, αὐτός θά τιμωρηθεῖ πολύ.
Ἡ ἀνυπακοή ὅμως στίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὀλέθρια ὄχι μόνο γιά τόν ἴδιο τόν κήρυκα τοῦ θείου λόγου ἀλλά καί γιά ὅσους ἀκοῦν μέν τόν λόγο του, δέν βλέπουν ὅμως τή ζωή του νά εἶναι σύμφωνη μέ αὐτόν. Καί αὐτό γιατί δέν ὑπάρχει πιό εὔγλωττη διδασκαλία ἀπό αὐτή τοῦ παραδείγματός μας, ἀλλά καί δέν ὑπάρχει πιό εὔκολη ἀποδόμηση μιᾶς ἐντολῆς, ὅταν αὐτός ὁ ὁποῖος τήν δίδει ἤ, ὅπως στήν περίπτωσή μας, τή μεταφέρει σέ ἄλλους, δέν τήν ἐφαρμόζει, δέν δίδει μέ τή συμπεριφορά του, μέ τή στάση του μέ τίς ἐπιλογές του τό ἀπαιτούμενο παράδειγμα, τό ὁποῖο περιμένουν καί οἱ ἀδελφοί μας.
Γι᾽ αὐτό ἄς ἐλέγξουμε τόν ἑαυτό μας, ἄς ψάξουμε νά βροῦμε πόσο βαδίζουμε σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο, σύμφωνα μέ ὅσα διδάσκουμε τούς ἀνθρώπους τούς ὁποίους μᾶς ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία, καί ἄς ἔχουμε πάντοτε ὑπόψη μας ὅτι ὁ Χριστός περιμένει ἀπό ἐμᾶς, πού μᾶς ἔθεσε στήν Ἐκκλησία του «ποιμένας καί διδασκάλους», νά γινόμεθα ὑπόδειγμα τηρήσεως τῶν ἐντολῶν του, προκειμένου καί νά κερδίσουμε τή σωτηρία μας μέ τή χάρη του καί νά μήν κατακριθοῦμε, ἀλλά καί οἱ ἀδελφοί μας νά ὁδηγηθοῦν στόν Χριστό καί τή σωτηρία ὄχι μόνο μέ τόν λόγο μας ἀλλά καί μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς μας.