Παρ’ όλα αυτά, συγκριτικά με πολλές άλλες μορφές καρκίνου, ο καρκίνος των ωοθηκών χαρακτηρίζεται από υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία, αποτελεί τον πέμπτο πιο θανατηφόρο καρκίνο μεταξύ των γυναικών και οδηγεί σε περισσότερους θανάτους από οποιονδήποτε άλλο γυναικολογικό καρκίνο.
Η υψηλή επικινδυνότητα του καρκίνου των ωοθηκών οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι δεν προκαλεί εμφανή συμπτώματα έως ότου είναι πια αρκετά προχωρημένος και επομένως είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Ακόμη όμως και όταν προκαλεί συμπτώματα, η γυναίκα μπορεί να τα αποδώσει σε άλλες αιτίες, όπως το προεμμηνορροϊκό σύνδρομο, το στρες ή μια ουρολοίμωξη.
Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό οι γυναίκες να γνωρίζουν τους παράγοντες που συμβάλλουν στον καρκίνο των ωοθηκών ώστε να μπορούν να αξιολογήσουν τον κίνδυνο που διατρέχουν και να απευθυνθούν εγκαίρως στον γιατρό τους αν το κρίνουν αναγκαίο.
1. Κληρονομικότητα
Αρκετές γονιδιακές μεταλλάξεις που κληρονομεί μια γυναίκα από τους γονείς της αυξάνουν τον κίνδυνο για τον καρκίνο των ωοθηκών (π.χ. BRCA1, BRCA2). Ενδεικτικά, υπολογίζεται ότι στον γενικό πληθυσμό καρκίνο των ωοθηκών εκδηλώνει μία στις 100 γυναίκες, ενώ μεταξύ των γυναικών που έχουν στον γενετικό τους κώδικα μετάλλαξη του γονιδίου BRCA1 το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 44%. Για το γονίδιο BRCA2 το ποσοστό εκτιμάται στο 17%. Ειδικά αν μια γυναίκα έχει οικογενειακό ιστορικό για καρκίνο των ωοθηκών ή άλλους καρκίνους που σχετίζονται με αυτές τις γονιδιακές μεταλλάξεις (π.χ. μαστού, μελάνωμα, παγκρέατος, προστάτη), καλό θα είναι να ρωτήσει τον γιατρό της να θα πρέπει να υποβληθεί σε γονιδιακό έλεγχο. Αν πράγματι η γυναίκα έχει κληρονομική προδιάθεση απέναντι στον καρκίνο των ωοθηκών, θα μπορεί να λάβει επιπρόσθετα μέτρα για να προστατευτεί.
2. Ηλικία
Η ηλικία αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου για πολλούς καρκίνους και ο καρκίνος των ωοθηκών δεν αποτελεί εξαίρεση. Συγκεκριμένα, τα μισά περιστατικά καρκίνου των ωοθηκών αφορούν γυναίκες 63 ετών και άνω. Δυστυχώς η ηλικία αποτελεί μη τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου για ευρύ φάσμα ασθενειών, ωστόσο μπορούμε να καθυστερήσουμε τη βιολογική γήρανση του οργανισμού υιοθετώντας έναν υγιεινό τρόπο ζωής με υγιεινή διατροφή, συστηματική σωματική άσκηση κ.λπ.
3. Υπερβολικό βάρος
Το αυξημένο σωματικό βάρος επιδρά αρνητικά στο ορμονικό σύστημα κι αυτό γιατί ο λιπώδης ιστός του σώματος παράγει οιστρογόνα. Η υπερβολική παραγωγή οιστρογόνων, ιδίως στις μεγαλύτερες γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, συμβάλλει τόσο στον καρκίνο των ωοθηκών όσο στον καρκίνο της μήτρας. Παράλληλα, ο λιπώδης ιστός απελευθερώνει μόρια που προκαλούν βλάβες στο DNA και στα γονίδια.
4. Συχνή ωορρηξία
Οι γυναίκες που έχουν μικρό κύκλο περιόδου, άρα και συχνότερη ωορρηξία, κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν καρκίνο στις ωοθήκες. Κατά την ωορρηξία, το επιθήλιο που καλύπτει εξωτερικά την ωοθήκη σπάει, απελευθερώνει το ωάριο και στη συνέχεια επουλώνεται. Η διαδικασία της επούλωσης απαιτεί τη διαίρεση και αναγέννηση των κυττάρων του επιθηλίου. Όσο περισσότερο και συχνότερα συμβαίνει αυτή η διαδικασία τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες κάποιο κύτταρο να μεταλλαχθεί σε καρκινικό. Η εγκυμοσύνη, ο θηλασμός και η λήψη αντισυλληπτικών αποτρέπουν τη συχνή ωορρηξία και επιτρέπουν στις ωοθήκες να «ξεκουραστούν».
5. Ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση είναι μια επίπονη γυναικολογική πάθηση που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του ενδομητρίου (του ιστού που επενδύει εσωτερικά τη μήτρα) εκτός της μήτρας, για παράδειγμα στις σάλπιγγες ή τις ωοθήκες. Οι γυναίκες που έχουν διαγνωστεί με ενδομητρίωση εκτιμάται ότι διατρέχουν ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου των ωοθηκών.
Πηγή: prevention.com