1919. Μια χρονιά συνταρακτικών γεγονότων για τον ελληνισμό της καθ’ ημάς Ανατολής. Μετά την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, στις 14 Μαΐου το Αϊδίνι της Μικράς Ασίας ήταν υπό τον έλεγχό του. Όμως, έναν μήνα μετά η επίθεση που έγινε από τους τσέτες είχε σαν αποτέλεσμα την υποχώρηση των Ελλήνων. Ακολούθησε η σφαγή του πληθυσμού που κράτησε δύο μέρες.
Όταν λίγες ημέρες αργότερα οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις ανακατέλαβαν την πόλη, βρέθηκαν μπροστά σε ένα αποτρόπαιο θέαμα, καθώς οι δρόμοι ήταν γεμάτοι πτώματα κάθε ηλικίας. Ανάμεσα στους σφαγιασθέντες και 31 πρόσκοποι, μαζί με τον τοπικό έφορο Νίκο Αυγερίδη και τους αρχηγούς τους. Εκτελέστηκαν και αυτοί, παρόλο που προσέφεραν βοήθεια αδιακρίτως, και σε Τούρκους.
Το pontosnews.gr σε συνεργασία με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους παρουσιάζει απόσπασμα από τη γενική έκθεση του Κωνσταντίνου Νίδερ, αρχηγού του Στρατού Κατοχής Μικράς Ασίας.
Ο Έλληνας υποστράτηγος βρέθηκε για σχεδόν 24 ώρες (23-24 Ιουνίου 1919) στο Αϊδίνι, και χαρακτηρίζει την κατάσταση «φρικτή». Συγκεκριμένα γράφει:
Άμα τη αποχωρήσει εκ της πόλεως του Ελληνικού Στρατού την 17ην Ιουνίου, στίφη ανταρτών μετά τακτικού Τουρκικού Στρατού, υπό τον πρώην Μέραρχον Αϊδινίου Σεφκή Βέην, εισώρμησαν εις την πόλιν και επεδόθησαν, συμπράξει και του εντοπίου οθωμανικού πληθυσμού, εις λεηλασίας, ληστείας, ατιμώσεις, σφαγάς, πυρπολήσεις. Τον αποχωρούντα στρατόν μόνον περί τους 800 ακολούθησαν.
Οι λοιποί Έλληνες ηκολούθησαν διαφόρους οδούς πιθανής σωτηρίας, άλλοι μεν τραπέντες εις τα όρη, άλλοι καταφυγόντες εις φιλικάς Τουρκικάς οικίας, άλλοι προστρέξαντες (το πλείστον) εις το μοναστήριον των Γαλλίδων Αδελφών του Ελέους, του οποίου την προστασίαν είχον αναλάβει τρεις Γάλλοι χωροφύλακες, και άλλοι τέλος παραμείναντες εις τας οικίας αυτών.
Δυστυχώς η θηριώδης μανία των Τούρκων ανεκάλυψεν αυτούς πανταχού και εκορέσθη διά πλείστων θυμάτων. Εις τρεις μόνον χαράδρας ανευρέθησαν, άμα τη ανακαταλήψει, 87 πτώματα Ελλήνων καταφυγόντων εις τα όρη, βεβηλωμένα κατά τον απαισιώτερον τρόπον (άνδρες ηκρωτιηριασμένοι, γυναίκες βιασθείσαι, μητέρες με εσχισμένα τας κοιλίας έχουσαι τα βρέφη των εις τας αγκάλας, παιδία κρεουργημένα).
Ομοία ήτο η τύχη των παραμεινάντων εις τα οικίας αυτών, ων οι πλείστοι εσφάγησαν υπό των εισορμησάντων προς διαρπαγήν βαρβάρων, οίτινες μετά την σφαγήν και λεηλασίαν δεν ελησμόνησαν και την αγριότητα του πυρός και έφευγον μόνον αφού έθετον εις ενέργειαν και το τελευταίον τούτο μέσον της καταστροφής, ης υπήρξε συνέπεια η ανεύρεσις πλείστον απηνθρακωμένων πτωμάτων, 8 δε τοιούτων μικρών παιδιών εις μίαν μόνον οικίαν.
Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος Νίδερ περιγράφει την τύχη των 4.000 που κατέφυγαν στο μοναστήρι των Αδελφών του Ελέους. Όταν η πυρκαγιά που ξεκίνησε από την ελληνική συνοικία άρχισε να απειλεί τη μονή, μεταφέρθηκαν στην αρμενική εκκλησία. Όμως ούτε εκεί ήταν ασφαλείς.
Σύμφωνα με το ντοκουμέντο:
Ίνα αποφύγωσι τον κίνδυνον απεχώρησαν διά του κήπου Τσακίρογλου προς το Διοικητήριον. Καθ’ οδόν όμως υπέστησαν επίθεσιν εκ μέρους των κατακλυσάντων την πόλιν Ζεϊμπέκων, γενικών όλοι εληστεύθησαν, αρκετοί δε εσφάγησαν. Φθάσαντες εκεί ενεκλείσθησαν εις το κτίριον του Διοικητηρίου και των Φυλακών, αφεθέντες επί 36 ώρας άνευ άρτου και ύδατος. Τέλος εδέησε να τοις χορηγηθή άρτος 50 δραμίων κατ’ άτομον.
Εκεί εγκεκλεισμένοι εδέχοντο περιοδικώς ανά δίωρον περίπου την επίσκεψιν ομίλων επιδρομέων οίτινες απείγον εκείθεν καθ’ ομάδας άνδρας κατά προτίμησιν προκρίτους έχοντας καταλόγους ένθα τους κατέσφαζον ή τους εφόνευον διά πυροβόλων όπλων. Εκ των πυροβολισμών τούτων ηννόουν οι εν των Διοικητήρίω φρίσσοντες, την τύχην των απαχθέντων.
Ο αρχηγός του Στρατού Κατοχής Μικράς Ασίας κάνοντας έναν απολογισμό για εκείνες τις μαύρες ημέρες, γράφει:
• Περίπου 1.000 Έλληνες σφαγιάστηκαν.
• Σχεδόν 4.500 έμειναν «γυμνοί και άστεγοι» – οι περισσότεροι μεταφέρθηκαν στη Σμύρνη.
• Στη Σμύρνη βρέθηκαν και οι περίπου 800 που ακολούθησαν την υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού.
• Περίπου 500 γυναικόπαιδα «μεταφέρθησαν υπό των ανταρτών διά του σιδηροδρόμου εις Ναζλή και Δενιζλή», κατόπιν σύστασης του στρατιωτικού αντιπροσώπου της Αγγλίας, ανθυποπλοίαρχου Hodder.
Από τους 3.500 Εβραίους που ζούσαν στην πόλη δολοφονήθηκαν 12, ενώ μεταξύ των θυμάτων ήταν και ένας Αρμένιος.
Η ελληνική και αρμενική συνοικία αφού λεηλατήθηκαν παραδόθηκαν στις φλόγες· από την εβραϊκή και την οθωμανική κάηκε μόνο ένα μικρό τμήμα. Επίσης λεηλατήθηκαν όλα τα χριστιανικά καταστήματα, και αποτεφρώθηκε σχεδόν ολόκληρη αγορά· την ίδια τύχη είχαν και τα εργοστάσια, τα οποία στην πλειοψηφία τους ανήκαν σε Έλληνες.
Και ο Κωνσταντίνος Νίδερ συνεχίζει:
Ευθύς ως εγνώσθη η προέλασις των ημετέρων δυνάμεων προς ανακατάληψιν της πόλεως διέρρηξαν τας αποθήκας εν αις ήσαν εγκεκλεισμένα τα συμφώνως προς τους όρους της μετά των Συμμάχων ανακωχής πολεμοφόδια και ώπλισαν όλους τους άνω των 14 ετών Οθωμανούς κατοίκους, εφόρτωσαν την πλουσίαν λείαν επί καμήλων, υποζυγίων και αμαξών, και ητοιμάσθησαν οι επιδρομείς προς αναχώρησιν, συμπληρούντες άμα εν των μεταξύ την καταστροφήν των εναπομεινάντων ερειπίων.
Μη δυνάμενοι να μεταφέρωσι τα εν ταις διασωθείσαις αποθήκαις των Χριστιανών έλαια, ήνοιξαν τους κρουνούς των αποθηκών και κατέκλυσαν την πόλιν από εκατοντάδας χιλιάδας οκάδας ελαίου.
Η αναφορά καταλήγει με το εξής:
Προ των διαπραχθέντων κακουργημάτων ωχριά και η ωμή αγριότης των θηρίων. Τα θύματά των οι Τούρκοι εβασάνισαν απαισίως πριν η τα κατασφάξωσι. Απέκοπτον ώτα, ρίνας, απέσπον οδόντας, εξωρύγνυον οφθαλμούς, εβίαζον παρθένους, απέκοπτον τους μαστούς των και εις άπειρα άλλα μαρτύρια υπέβαλον προ του φόνου.
Ως επιστέγασμα των κακουργημάτων εξεβίασαν την προηγούμενην της εκδιώξεώς των τους εναπομείναντας ομογενείς να υπογράψωσιν ευχαριστήριον έγγραφον, διά του οποίου οικειοθελώς δήθεν εξεφράζοντο δυσμενώς δια τον Ελληνικόν Στρατόν και ενθουσιωδώς δι’ αυτούς, οίτινες ημίσειαν ώραν μετά την υπογραφήν του εγγράφου δεν εδίστασαν να σφάξωσι ουχί ολίγους εκ των υπογραψάντων αυτό.
Γεωργία Βορύλλα