Ως στρατιωτικός έδρασε τα πρώτα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης και ήταν γνωστός για τη σκληρότητα του χαρακτήρα του και τις καταστροφές που προξενούσε με το ασκέρι του απ’ όπου περνούσε.
Όταν άρχισε η εξέγερση στη Μολδοβλαχία, ο Περκόφτσαλης ήταν φρούραρχος της Δοβρουτσάς, περιοχή που σήμερα μοιράζεται μεταξύ Ρουμανίας και Βουλγαρίας. Με δύναμη 5.000 ιππέων και 2.000 πεζών επιτέθηκε κατά των Ελλήνων του Αλέξανδρου Υψηλάντη που υπεράσπιζαν το Γαλάτσι με επικεφαλής τον Αθανάσιο Καρπενησιώτη. Την Πρωτομαγιά του 1821, ύστερα από σκληρή μάχη, οι άνδρες του κατέλαβαν το Γαλάτσι, το οποίο και έκαψαν, αφού σκότωσαν πολλές εκατοντάδες αμάχων. Μετά και τη νέα ήττα των Ελλήνων στη μάχη του Σκουλενίου (17 Ιουνίου 1821) και τον τερματισμό της εξέγερσης στη Μολδοβλαχία, ο Περκόφτσαλης με σκληρά και απάνθρωπα μέτρα επιδόθηκε στην ειρήνευση τα περιοχής.
Τον Φεβρουάριο του 1823, ο Περκόφτσαλης διορίστηκε Βαλής (περιφερειάρχης θα λέγαμε σήμερα) της Πελοποννήσου, στη θέση του Δράμαλη, αλλά δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στην κοιτίδα της Επανάστασης. Με έδρα το Ζητούνι (Λαμία), την άνοιξη της ίδιας χρονιάς επέδραμε στα Σάλωνα (Άμφισσα) και αφού έκαψε την Αράχωβα και το Καστρί (Δελφούς), λεηλάτησε και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στο ιστορικό μοναστήρι του Οσίου Λουκά.
Τον Ιούνιο του 1823 ήρθε σε βοήθεια του Πασά της Καρύστου Ομέρ και με 6.000 άνδρες εισέβαλε στη βόρεια Εύβοια και την υπέταξε. Με τον Ομέρ Πασά προσπάθησε να καταλάβει την Αθήνα τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, αλλά μία λοιμική νόσος που έπληξε τα στρατόπεδά τους στον Κάλαμο και τον Ωρωπό, τον ανάγκασε να επιστρέψει στο Ζητούνι.
Ο Περκόφτσαλης τότε έπεσε σε δυσμένεια και η θανατική του καταδίκη ήταν βεβαία, αν δεν τον έσωζε ο άλλοτε μεγάλο βεζύρης Δερβίς Πασάς. Οι δυο άνδρες εκστράτευσαν κατά της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας τον επόμενο χρόνο, αλλά και πάλι ο Περκόφτσαλης δεν στάθηκε τυχερός. Στις 14 Ιουλίου 1824, ο τουρκικός στρατός υπέστη σοβαρή ήττα στη Μάχη της Άμπλιανης, κατά την οποία μάλιστα οι Έλληνες πήραν λάφυρα το άλογο και τις αποσκευές του Περκόφτσαλη.
Η νίκη των Ελλήνων προκάλεσε την εκ νέου δυσαρέσκεια του σουλτάνου, χωρίς όμως να φτάσει στην καρατόμηση του Περκόφτσαλη. Ο τούρκος στρατηλάτης επέστρεψε στη Βλαχία και το 1828 συμμετείχε στον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο. Ήταν και η τελευταία ιστορική αναφορά προς το πρόσωπό του.