Το 1990 ο Ταξίαρχος ιπτάμενος, σε αποστρατεία Ιωάννης Κολοβός, σε συνέντευξή του στο «Περιοδικό» του συγκροτήματος ΔΙΑΣ, εξιστόρησε το παρασκήνιο με τα ελληνικά Φάντομς που ενώ είχαν διαταγή στις 22 Ιουλίου 1974 να ετοιμαστούν να φύγουν εις βοήθεια της Κύπρου, η διαταγή δεν ήλθε ποτέ…
«΄Οσοι καταπιάστηκαν με τα γεγονότα και τις λεπτομέρειες τις εισβολής των Τούρκων στο νησί μας στις 20 Ιουλίου 1974 ξέρουν ότι οι Τούρκοι, παρά τις λυσσώδεις προσπάθειές τους από ξηρά, θάλασσα και αέρα, τίποτα το ουσιαστικό δεν κατόρθωσαν τις πρώτες μέρες. Πέτυχαν μόνο ν’ αποβιβάσουν μια μικρή δύναμη ανδρών στην ακτή «Πέντε Μίλι» η οποία τηρούσε σε απόγνωση μέχρι τη Δευτέρα 22 Ιουλίου, οπότε αποβιβάστηκαν πολλαπλάσιες δυνάμεις, άρματα και άλλο υλικό για να αρχίσουν το απόγευμα της ίδιας μέρας την επίθεση και να καταλάβουν την Κερύνια… Τι θα γινόταν όμως αν το σημείο απόβασης και τα τουρκικά πλοία βομβαρδίζονταν από ελληνικά αεροπλάνα και δέχονταν τις τορπίλες των ελληνικών υποβρυχίων; Οι Τούρκοι θα πάθαιναν πανωλεθρία. Αυτή τη απάντηση, δίδει ο ταξίαρχος ιπτάμενος Ιωάννης Κολοβός, απόστρατος σήμερα της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, ο οποίος ως επισμηναγός τότε, ήταν πιλότος σμήνους τεσσάρων αεροσκαφών «Φάντομς|» τα οποία πήραν εντολή να σπεύσουν αμέσως στην Κερύνια και να βομβαρδίσουν τον τουρκικό στόλο. Και όμως η διαταγή απογείωσής από το αεροδρόμιο του Ηρακλείου Κρήτης δεν δόθηκε ποτέ…
της Φανούλας Αργυρού, Ερευνήτρια/συγγραφέας (δημοσίευση από την εφημερίδα Ελευθερία Λονδίνου)
Έγινε «Ερευνητική των πραγμάτων Επιτροπή» στη Βουλή των Ελλήνων, η οποία εξέδωσε πόρισμα (1988) αλλά στον όγκο του υλικού ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΙΠΟΤΑ που να προέρχεται από τους αεροπόρους της «Πολεμικής Επιχείρησης «Φάντομς 1974». Το μόνο που υπάρχει είναι η … αποστράτευση των πιλότων αυτών από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου…», δήλωσε ο κ. Κολοβός και έγραψε στο «Περιοδικό» ο Νίκος Παπαναστασίου.
Με πολύ πίκρα έδωσε την συνέντευξη στο Περιοδικό ο Ιωάννης Κολοβός, με επιμονή του «Περιοδικού», με την ελπίδα ότι θα αποτελούσε την αφετηρία για μια «εκ βάθους διερεύνηση των γεγονότων… Ποίοι εμπόδισαν και γιατί την Πολεμική Επιχείρηση «Φάντομς 1974» και ποίοι και γιατί διέταξαν τον απομάκρυνση των ελληνικών υποβρυχίων «Γλαύκος « και «Νηρεύς» από την περιοχή της Κύπρου, στη στιγμή που είχαν τον τουρκικό αποβατικό στόλο στα σκοπευτικά τους;..»
Στην συνέντευξη ο ταξίαρχος ε.α. Κολοβός ενημερώνει ότι μια επιλογή 18 πληρωμάτων ιπταμένων αξιωματικών της Αεροπορίας είχαν φύγει στις 2 Ιανουαρίου 1974 για τη Φλώριδα των ΗΠΑ όπου εκπαιδεύθηκαν στα αεροσκάφη Φ-4Ε «Φάντομς». Η κρίση του Ιουλίου 1974 βρήκε μερικά από τα πληρώματα να είχαν ήδη επιστρέψει στην Ελλάδα και να είχαν εγκατασταθεί στη βάση της Ανδραβίδας, μεταξύ Πάτρας και Πύργου στην Πελοπόννησο, που ήταν η έδρα των νέων αεροσκαφών. Η Ελλάδα είχε παραλάβει περίπου 17 «Φάντομς». ΄Ομως το καιρό εκείνο οι Τούρκοι δεν είχαν ακόμα παραλάβει αεροπλάνα «Φάντομς». Επομένως υπήρχε μια ποιοτική ανωτερότητα των Ελλήνων έναντι των Τούρκων επισήμανε ο ταξίαρχος.
Την πρώτη μέρα τους τουρκικής εισβολής, το Σάββατο 20 Ιουλίου 1974, τα αεροπλάνα ήσαν έτοιμα για απογείωση σε περίπτωση διαταγής για πολεμική αποστολή. Τη Δευτέρα 22 Ιουλίου είχε ήδη δοθεί πολεμική αποστολή για την Κύπρο, με προορισμό να κτυπηθούν τα τουρκικά πλοία στη Κερύνεια. Απογειώθηκαν λοιπόν με προορισμό το Ηράκλειο Κρήτης για να είναι πιο κοντά και για νέο εφοδιασμό καυσίμων.
Φθάνοντας στο Ηράκλειο « ακούσαμε από το τηλέφωνο να διαβιβάζονται από το Κέντρο της Λάρισας έντονα εντολές να προετοιμαστούν τ’αεροσκάφη το συντομότερο και να φύγουν για Κύπρο… Το Κέντρο ανυπομονούσε πάρα πολύ και ήταν τόση η αγωνία και αποφασιστική η αποστολή, που ένα τέταρτο του χρόνου μετά ακουγόταν απελπιστική η κραυγή: « Ακόμα δεν ετοιμαστήκατε, γρήγορα, πρέπει να φύγετε αμέσως!»… ΄Οταν σε κάποια στιγμή τα αεροπλάνα ήσαν έτοιμα και τους ενημερώσαμε ότι «¨Είναι έτοιμα φεύγουμε!», για άγνωστο λόγο η εντολή άλλαξε κάπως στο « Μπείτε μέσα στα αεροσκάφη, ετοιμαστείτε για απογείωση και περιμένετε εντολή απογειώσεως»… Ετοιμαστήκαμε αλλά… και ενώ βρισκόμασταν στα αεροσκάφη γύρω στις 4 το απόγευμα ακούσαμε ότι γινόταν κατάπαυση του πυρός στη Κύπρο με βάση απόφασης των Ηνωμένων Εθνών. Νύκτωσε και είμαστε στα αεροσκάφη. Μείναμε εκεί μέχρι τις 10 η ώρα… καμία εντολή δεν ήλθε. Κατεβήκαμε μόνοι μας από τα αεροσκάφη και την επομένη επιστρέψαμε στην Ανδραβίδα. Εκεί η επιφυλακή συνεχίστηκε και κατά τον β’ Αττίλα μόνο που δεν πήραμε μια δεδομένη αποστολή όπως αυτή της 22ης Ιουλίου 1974, που μπορούμε να την ονομάσουμε πολεμική αποστολή…», δήλωσε στην συνέντευξή του μεταξύ άλλων ο κ. Κολοβός τον οποίο αποστράτευσαν το 1983 σε ηλικία 44 χρόνων και συμπλήρωσε με πικρία:
« Αποστρατεύθηκα το 1983 ως ταξίαρχος κι αυτό ήταν κάτι το αναπάντεχο, κάτι που με πίκρανε και με στενοχώρησε πάρα πολύ. Πρέπει να πω ότι κανένας από τους χειριστές ου θα παίρναμε μέρος στην πολεμική αποστολή της 22ης Ιουλίου 1974 δεν είχε μεγάλη επαγγελματική πρόοδο και σ΄αυτό φαντάζομαι η μεταπολίτευση έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο»
Ευχαριστούμε τον συμπατριώτη μας Πέτρο Πενταγιώτη (από το Λονδίνο) για το αντίγραφο της συνέντευξης Ιωάννη Κολοβού στο «Περιοδικό».
40 χρόνια μετά, απάντηση στα ΓΙΑΤΙ μας δίνουν τα βρετανικά έγγραφα
Τα πράγματα ξεκίνησαν από τις 17 Ιουλίου 1974 όταν ο βρετανός Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας υποσχέθηκε στον Τούρκο πρωθυπουργό Μπ. Ετσεβίτ να μπλοκάρει την Ελλάδα από το να τρέξει εις βοήθεια της Κύπρου ούτως ώστε να αφεθεί η Τουρκία να προχωρήσει με την εισβολή αλλιώς γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να κατορθώσει τίποτα.
18 Ιουλίου 1974 – Διαφωνίες μεταξύ ΗΒ και ΗΠΑ – Βρετανικές προσπάθειες να φέρνουν τους Αμερικανούς πλήρως μέσα στο παιχνίδι
Στις 18 Ιουλίου 1974, ο Βρετανός πρωθυπουργός σημείωσε μεταξύ άλλων: «… Η αμερικανική στάση υπήρξε μάλλον απογοητευτική. Παρόλο που ο υπουργός Εξωτερικών (Κάλλαχαν) και ο Δρ Κίσσιγκερ ήσαν σε συχνή τηλεφωνική επικοινωνία, οι Αμερικανοί θέλουν να πάμε αγάλια στα Ηνωμένα Έθνη. Δείχνουν μια διστακτικότητα να μιλήσουν αποφασιστικά στην ελληνική κυβέρνηση, αναμφίβολα λόγω της διαφορετικής άποψης για τα συμφέροντά τους, ειδικά όσον αφορά την στρατηγική σημασία των ελληνικών βάσεων γι’ αυτούς. Όμως ο Δρ Κίσσιγκερ συμφώνησε να στείλει τον κ. Σίσκο, ως ηγέτη αξιωματούχο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κατά την διάρκεια της νύχτας για συνομιλίες μαζί μας και τον Τούρκο πρωθυπουργό. Ελπίζουμε να πεισθεί να πάει στην Αθήνα, και έτσι να φέρουμε τους Αμερικανούς κανονικά μέσα στο παιχνίδι…»
Και αφού έφεραν τους Αμερικανούς «κανονικά μέσα στο παιχνίδι» ο Κάλλαχαν έκανε πράξη την υπόσχεσή του προς τον Ετσεβίτ. Αμφότεροι πρέσβεις Βρετανίας και Αμερικής και άλλοι αξιωματούχοι Αμερικανοί επέβαλαν στους χουντικούς να μην αντιδράσουν για 48 ώρες με διάφορες προφάσεις, για να δοθεί καιρός στην Τουρκία να εισβάλει και μετά… Ένα μικρό παρασκήνιο είναι και το πιο κάτω. (Από το βιβλίο της γράφουσας « Διζωνική Εκτέλεση της Κυπριακής Δημοκρατίας 1955-2014»).
20 Ιουλίου 1974 – Ο Τάσκα και ο Σίσκο συμμετέχουν στο Ελληνικό Πολεμικό Συμβούλιο
Διαφορές μεταξύ ομάδας Ιωαννίδη (ιεράκων) και ομάδας Μπονάνου (εριφίων)
Βρετανοί και Αμερικανοί κρατούν τους Έλληνες πίσω δίνοντας χρόνο στην Τουρκία να παγιώσει την κατάσταση
Με την επιστροφή του Τζ. Σίσκο από την Άγκυρα στην Αθήνα, ο Αμερικανός πρέσβης Τάσκα και ο Τζόζεφ Σίσκο επισκέφτηκαν τους Έλληνες. Ενημερώνοντας για τις επαφές αυτές τον Βρετανό πρέσβη στην Αθήνα, ο Αμερικανός συνάδελφός του, ζήτησε όπως η συνομιλία τους κρατηθεί απολύτως μυστική. Ακολουθεί η αναφορά του Βρετανού πρέσβη στην Αθήνα σερ Ρόπιν Χούπερ προς το Λονδίνο ημερ. 20 Ιουλίου 1974.
«Στις 7.30 π.μ. της 20ης Ιουλίου (όλες οι ώρες τοπικές) ο Αμερικανός πρέσβης κ. Τάσκα πήγε στο ελληνικό υπουργείο Άμυνας, όπου θα ξεκινούσε συνεδρία του Συμβουλίου Πολέμου στις 8.00 π.μ. υπό την προεδρία του πρωθυπουργού. Ο Τάσκα έδωσε αυστηρές προειδοποιήσεις εναντίον οποιασδήποτε ενέργειας. Οι ανώτεροι στρατηγοί δεν αντέδρασαν, αλλά ο Ιωαννίδης ήταν ιδιαίτερα έξαλλος. Στις 7.50 π.μ. ήλθε και ο Σίσκο, ο οποίος μίλησε στα ίδια πλαίσια, με τον Ιωαννίδη να διατηρεί την ίδια στάση και να τονίζει πως αν οι Τούρκοι δεν έφευγαν από την Κύπρο, οι συνέπειες θα ήταν διπλή ένωση και πόλεμος. Αμέσως μετά, ο Ιωαννίδης αποχώρησε από την αίθουσα. Μετά από περαιτέρω συζήτηση με τους Τάσκα, Σίσκο και Συμβούλιο, συμφωνήθηκε να συνεχιστεί η συνεδρία, αλλά να μη ληφθούν αποφάσεις προτού διαβουλευθούν ξανά με τους Τάσκα και Σίσκο…
Αυτό όμως δεν πραγματοποιήθηκε γιατί αργότερα το ίδιο πρωινό, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών (Κυπραίος) ζήτησε από τους Τάσκα, Σίσκο και Έλσγουέρθ (Αμερικανό αξιωματούχο του υπουργείου Άμυνας που συνόδευε τον Σίσκο) να πάνε στο υπουργείο Εξωτερικών. Ο Κυπραίος τους μίλησε με τον ίδιο τρόπο που μίλησε στην συνέχεια και σε μένα. Ήταν ανάγκη για άμεση εκεχειρία και συγκέντρωση όλων των τουρκικών στρατευμάτων στους τουρκικούς θύλακες μέχρι τις 2.00 μ.μ. Τους είπε επίσης ότι οι Έλληνες θα αποσυρθούν από το αρχηγείο του ΝΑΤΟ στην Σμύρνη και θα καλούσαν πίσω και τον πρέσβη τους στην Άγκυρα… Ο Κυπραίος είπε ότι θα μπορούσε να υπάρξει κάποια ευελιξία σ’ αυτό. (Όταν είδα λίγο αργότερα τον Τάσκα του ανέφερα ότι για το ίδιο πράγμα μου είχε μιλήσει για 24 με 48 ώρες διορία).
Λίγο πριν τις 2.00 μ.μ. ο Τάσκα τηλεφώνησε στον Κυπραίο και του ζήτησε να επιβεβαιώσει ότι «τίποτα δεν θα συμβεί». Ο Κυπραίος το επιβεβαίωσε. Ο Τάσκα ρώτησε ξανά τον Μπονάνο ο οποίος είχε βεβαιώσει τον Κυπραίο, αλλά πρόσθεσε πως οι Έλληνες δεν θα περιμένουν επ’ αορίστων. Ο Τάσκα υπέδειξε ότι οι διαπραγματεύσεις στην Άγκυρα θα έπαιρναν χρόνο και πίεσε σφόδρα τον Μπονάνο να μην προβεί σε δράση…
Ο Τάσκα ήταν έξω φρενών με την τουρκική διπλοπροσωπία σε σχέση με την εισβολή και περίγραψε τη συμπεριφορά των Τούρκων ως απολύτως απαράδεκτη… (Από το βιβλίο της γράφουσας « Διζωνική Εκτέλεση της Κυπριακής Δημοκρατίας 1955-2014»).
Δηλώσεις Δημήτριου Ιωαννίδη πριν τον θάνατό του επιβεβαίωσαν την έκθεση Χούπερ προς Λονδίνο
Ο Δημήτριος Ιωαννίδης πέθανε στις φυλακές Κορυδαλλού στις 16 Αυγούστου 2010 σε ηλικία 87 ετών. Λίγες μόνο μέρες πριν πεθάνει σε συνέντευξή του στον δημοσιογράφο Γιώργο Φράγκο, που δημοσιεύθηκε στην αθηναϊκή εφημερίδα «Αδέσμευτος Τύπος» στις 25 Ιουλίου 2010, επιβεβαίωσε την εμπιστευτική έκθεση του Βρετανού πρέσβη στην Αθήνα προς το Λονδίνο. Τίτλος της συνέντευξής «Έτσι με εξαπάτησαν οι Αμερικανοί».
Κρίμα όμως που ο Δημήτριος Ιωαννίδης δεν ρωτήθηκε και για τον παρασκηνιακό σκηνοθέτη, και τον δικό του άμεσο ρόλο και επιρροή στην Αθήνα, εκείνο της κατά τα άλλα «εγγυήτριας» Βρετανίας, που μας φανερώνουν όμως τα βρετανικά έγγραφα.
«Εκτός από την επιστράτευση, σε τι άλλες ενέργειες προχωρήσατε;», ρωτήθηκε ο Ιωαννίδης. «Διέταξα τον τότε αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού Πέτρο Αραπάκη να στείλει αμέσως τα μισά υποβρύχια που βρισκόντουσαν στα Δωδεκάνησα στην Κύπρο και να χτυπήσουν τα τουρκικά πλοία, ενώ πρότεινα να κηρύξουμε την Ενωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα».
«Τελικά τι έγινε;», Ξαναρωτήθηκε. «Διατύπωσαν δισταγμούς τόσο ο Μπονάνος που ακόμη πίστευε στη μεσολάβηση των Αμερικανών όσο και ο Γκιζίκης. Αλλά και ο τότε αρχηγός της Αεροπορίας Παπανικολάου, όταν του ζήτησαν να στείλουμε τα Φάντομ που είχαμε και να διαλύσουν τους εισβολείς, άρχισε τις αναλύσεις σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες των συγκεκριμένων αεροσκαφών…».