Λ

ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

Άτομο που έχει μετακινηθεί σε χώρα στην οποία δεν είναι νόμιμος υπήκοος, χωρίς να έχει τηρήσει τις διαδικασίες που ορίζουν οι νόμοι της χώρας υποδοχής. Ο παράτυπος και παράνομος μετανάστης.

Ελληνοτουρκικά 0

Στήνουν "ναυτικό επεισόδιο" με μετανάστες στο Βόρειο Αιγαίο οι Τούρκοι: Στόχος η συκοφάντηση της χώρας μας και η διχοτόμηση του Αρχιπελάγους

Είναι γνωστό ότι η Τουρκία επιθυμεί να αναλάβει τον έλεγχο έρευνας-διάσωσης ανατολικότερα του 25ου μεσημβρινού,...
Κοινωνία 0

Υπόδειγμα αχαριστίας ένας λαθρομετανάστης στα Ιωάννινα: Έκλεβε την επιχείρηση όπου εργαζόταν - Την πλήρωσαν και οι ιδιοκτήτες επειδή ήταν παράνομος

Κατά την διάρκεια της προανάκρισης εξακριβώθηκε ότι ο δράστης απασχολείτο παράνομα στην επιχείρηση, καθώς δεν διαθέτει...