Το ενδιαφέρον του Ντόναλντ Τραμπ για την αγορά της Γροιλανδίας έχει προκαλέσει διεθνή αίσθηση, παρά την αντίδραση της Δανίας, η οποία ξεκαθαρίζει ότι το νησί δεν είναι προς πώληση. Ωστόσο, ο Τραμπ επιμένει ότι κάθε συμφωνία είναι διαπραγματεύσιμη και ότι υπάρχει τιμή για τα πάντα.
Ο οικονομολόγος Ντέιβιντ Μπάρκερ, πρώην υπάλληλος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και εργολάβος ακινήτων, εκτιμά την αξία της Γροιλανδίας μεταξύ 12,5 δισ. και 77 δισ. δολαρίων, με βάση τις αγορές της Αλάσκας το 1867 και των Δανικών Δυτικών Ινδιών το 1917.
Η αγορά της Αλάσκας το 1867, η οποία έγινε για περίπου δύο σεντς ανά στρέμμα, όταν προσαρμόζεται για πληθωρισμό και την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας, θα άξιζε σήμερα γύρω στα 150 εκατομμύρια δολάρια. Από την άλλη, η αγορά των Παρθένων Νήσων το 1917, που κόστισε 25 εκατ. δολάρια (657 εκατ. δολάρια σήμερα), μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για την εκτίμηση της Γροιλανδίας.
Η αξία της Γροιλανδίας δεν περιορίζεται μόνο στη στρατηγική της θέση για την άμυνα των ΗΠΑ, αλλά επεκτείνεται και στους φυσικούς πόρους της, όπως χαλκός και λίθιο, που είναι κρίσιμα για την παραγωγή μπαταριών και ηλεκτρικών οχημάτων. Αυτοί οι πόροι μπορεί να ανεβάσουν την αξία της Γροιλανδίας, με την εκτίμηση για αυτούς να φτάνει το 1,1 τρισ. δολάρια, αν και αυτή η εκτίμηση αμφισβητείται, καθώς οι ΗΠΑ δεν θα καρπωθούν το πλήρες οικονομικό όφελος από την εξόρυξή τους.
Πέρα από την οικονομική αξία, ο Τραμπ έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει στρατιωτική πίεση ή δασμούς, ενώ οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων από τη Δανία, όπως τα φάρμακα Wegovy και Ozempic, ενδέχεται να προσθέσουν έναν ακόμα παράγοντα στις διαπραγματεύσεις.
Όπως καταλήγει ο Μπάρκερ, η αγορά της Γροιλανδίας θα μπορούσε να είναι πράγματι η «συμφωνία του αιώνα», αλλά το κόστος της, είτε για στρατηγικούς είτε για οικονομικούς λόγους, θα ήταν τεράστιο και ιδιαίτερα περίπλοκο.