Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πυροδότησε μια πολιτική βόμβα, ίσως τη μεγαλύτερη, μεταξύ όσων έχει πει τελευταία, όταν ανακοίνωσε ότι η χώρα του ήθελε καλύτερες σχέσεις με το Ισραήλ, και αποκάλυψε πως οι συνομιλίες σε επίπεδο πληροφοριών συνεχίζονται ακόμη και τώρα, το άρθρο δημοσιεύτηκε στην αραβική ιστοσελίδα Ray al Youm (μετάφραση: echedoros-a.gr)
Ασυνήθιστη πυκνότητα
Σύμφωνα, επίσης, με διαρροές του ισραηλινού Τύπου, οι συνομιλίες μεταξύ Αγκυρας και Τελ Αβίβ έχουν ασυνήθιστη πυκνότητα από τότε που οι δύο πρεσβευτές αποσύρθηκαν το 2018 λόγω της κλιμάκωσης της ισραηλινής επιθετικότητας στη Λωρίδα της Γάζας, με τις εικασίες για αποκατάστασή τους.
Αυτές οι προφανείς προθέσεις κανονικοποίησης που εξέφρασε πριν λίγες ημέρες ο Ερντογάν είχαν «σοκαριστικό» αντίκτυπο στα πολιτικά ισλαμικά κινήματα στη Μέση Ανατολή, ειδικά στο κίνημα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, το οποίο τον θεωρεί «μοντέλο» και Ιμάμη, και σταθερό τείχος μπροστά στα αδιάκοπα βήματα της ομαλοποίησης στον αραβικό κόσμο.
Η επιδρομή στο Μαβί Μαρμαρά (φωτογραφία Reuters)
Είναι ειρωνικό ότι αυτή η τουρκική «εκδήλωση» της επιθυμίας για ομαλοποίηση των σχέσεων με το ισραηλινό κράτος κατοχής προέκυψε όταν το Μαροκινό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, το οποίο χαρακτηρίζεται ως ένας από τους κλάδους του κινήματος «Αδελφότητα» και το μεγαλύτερο στην Ενωση του Μαγκρέμπ, υποστήριξε την ομαλοποίηση των σχέσεων Μαρόκου – Ισραήλ, προκαλώντας «σοκ» μεταξύ των περισσότερων ισλαμιστών.
Πηγή εξοπλιστικών συμφωνιών
Η ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ της Τουρκίας και του ισραηλινού κράτους είναι βαθιά ριζωμένη, χρονολογείται από το 1949 όταν η τουρκική κυβέρνηση αναγνώρισε την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και αντάλλαξε διπλωματικές σχέσεις με αυτό, παρά την ένταση σε αυτές τις σχέσεις το 2010 λόγω της ισραηλινής επίθεσης στο πλοίο «Μαβί Μαρμαρά» που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας.
Επίθεση που οδήγησε στο θάνατο δέκα από τους ακτιβιστές που επέβαιναν στο πλοίο, χωρίς ωστόσο η συνεργασία σε θέματα πληροφοριών μεταξύ των δύο χωρών να επηρεαστεί καθόλου.
Το ίδιο ισχύει και για τις οικονομικές σχέσεις, καθώς ο όγκος των συναλλαγών έφτασε περίπου τα δέκα δισεκατομμύρια δολάρια το 2019 και οι τουρκικές αεροπορικές εταιρείες πραγματοποιούν περισσότερες από 60 πτήσεις την εβδομάδα προς το Αεροδρόμιο του Τελ Αβίβ.
Το Ισραήλ ήταν η πηγή των κύριων συμφωνιών εξοπλισμών για την Τουρκία και αυτές οι συμφωνίες έφτασαν στο αποκορύφωμά τους μετά την εισβολή του τουρκικού στρατού στη βόρεια Κύπρο το 1974 όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ευρωπαϊκές χώρες επέβαλαν εμπάργκο στις πωλήσεις όπλων στην Τουρκία ως διαμαρτυρία.
Υπάρχουν πολλές εικασίες σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν τον πρόεδρο Ερντογάν να σπάσει τις προηγούμενες «απαγορεύσεις» του και να κινηθεί προς την ενίσχυση των σχέσεων με μια χώρα που περιέγραψε μέχρι πρόσφατα ως «αδίστακτη» και «εγκληματία», που σκοτώνει και λιμοκτονεί τον παλαιστινιακό λαό και υιοθετεί το κίνημα της «Ισλαμικής Αντίστασης», ενώ ανοίγει «πολιτικά» τις πόρτες της χώρας του στην ηγεσία της Χαμάς.
Αυτοί, λοιπόν, οι λόγοι συνοψίζονται ως εξής:
Πρώτον:
Η επιταχυνόμενη και βαθύτερη στρατηγική συνεργασία μεταξύ του Ιλχάμ Αλίγιεφ, προέδρου του Αζερμπαϊτζάν και του συμμάχου του, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μια εταιρική σχέση που ενισχύθηκε κατά τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, καθώς ο Ερντογάν έστειλε στρατεύματα, βαρύ στρατιωτικό εξοπλισμό και drone (Bayraktar) για να υποστηρίξει τον σύμμαχό του Αλίγιεφ, με τον οποίο διατηρεί στενές σχέσεις συμμαχίας.
Το Ισραήλ υποστήριξε στον ίδιο τον πόλεμο το Αζερμπαϊτζάν, και φημολογείται ότι ο πρόεδρος Αλίγιεφ ήταν αυτός που ενήργησε ως μεσολαβητής μεταξύ του Ερντογάν και του Νετανιάχου για την ομαλοποίηση των σχέσεων.
Δεύτερον:
Ο πρόεδρος Ερντογάν αντιμετωπίζει διπλές οικονομικές κυρώσεις: Από την Αμερική λόγω του ότι αγόρασε τα ρωσικά πυραυλικά συστήματα «S-400» και από την Ευρωπαϊκή Ενωση που υποστηρίζει την Ελλάδα και την Κύπρο στη διαμάχη για τα υδάτινα σύνορα σχετικά με τα αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου. Στην πρόληψη ή μείωση αυτών των κυρώσεων.
Τρίτον:
Με την απώλεια του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις τελευταίες προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και τη νίκη του Τζο Μπάιντεν, του αντιπάλου του που υποστηρίζει τους κούρδους αντάρτες και τις υποθέσεις τους, ο πρόεδρος Ερντογάν έχει ανάγκη από τον ισραηλινό σύμμαχο και την επιρροή του να τον υποστηρίξει σε οποιαδήποτε επερχόμενη σύγκρουση με τη νέα αμερικανική κυβέρνηση η οποία αναμένεται να στηρίξει τους αντιπάλους του, ειδικά τον Φετιουλάχ Γκιουλέν, του οποίου το κίνημα κατηγορείται ότι βρίσκεται πίσω από το πρόσφατο στρατιωτικό πραξικόπημα.
Τέταρτον:
Λαμβάνοντας υπόψη τη συχνότητα της διαδικασίας ομαλοποίησης των αραβικών κυβερνήσεων με το Ισραήλ, ειδικά στον Κόλπο, ο πρόεδρος Ερντογάν αποφάσισε να χρησιμοποιήσει αυτήν την ευκαιρία για να συμμετάσχει σε αυτήν τη διαδικασία, να κάνει αυτό το βήμα και να προσπαθήσει να ομαλοποιήσει τις σχέσεις του όχι μόνο με το Ισραήλ, αλλά και με ορισμένες άλλες αραβικές και χώρες του Κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος.
Ούτε με μια λέξη…
Ηταν αξιοσημείωτο ότι δεν επέκρινε, ούτε με μια λέξη, το τελευταίο βήμα της μαροκινής εξομάλυνσης με το Ισραήλ, αν και δεν έχει εκφράσει μεγάλη φιλικότητα προς το Μαρόκο, και το επίκεντρο των σχέσεων του με τις χώρες της Ενωσης του Μαγκρέμπ είναι η Αλγερία, και σε μικρότερο βαθμό η Τυνησία.
Η επιστροφή των πρεσβευτών, η αύξηση του όγκου των εμπορικών συναλλαγών και η εμβάθυνση των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων θα είναι οι τίτλοι του επόμενου σταδίου.
Αλλά υπάρχει το ερώτημα:
Αυτό το «πραξικόπημα» θα οδηγήσει σε αλλαγή στην πολιτική της «Τουρκίας του Ερντογάν» προς τους συμμάχους του, ειδικά τα πολιτικά ισλαμικά κινήματα, τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και το κίνημα της Χαμάς ειδικότερα;
Το κίνημα της «Χαμάς», το οποίο επέκρινε έντονα τις αραβικές κυβερνήσεις, όπως και αυτής της κυβέρνησης του Μαρόκου, δεν σχολίασε ούτε με μια λέξη την ανακοίνωση των τουρκικών προθέσεων κανονικοποίησης που ειπώθηκε από το στόμα του ίδιου του προέδρου Ερντογάν.
Και υπάρχει ένα άλλο ερώτημα:
Αυτή η τουρκο-ισραηλινή ομαλοποίηση θα αποτελέσει εισαγωγή ή κάλυψη για την ομαλοποίηση των σχέσεων του Ισραήλ με το Κατάρ, δεδομένου ότι το Κατάρ είναι ο μεγαλύτερος σύμμαχος του Ερντογάν στην περιοχή;
Ισως ο πρόεδρος Ερντογάν ήθελε, μέσω αυτού του βήματος της ομαλοποίησης με το Ισραήλ, το οποίο έρχεται σε αντίθεση με όλες τις δηλωμένες ιδεολογίες και πεποιθήσεις του, να σπάσει την περιφερειακή και διεθνή απομόνωσή του, αλλά έκανε το λάθος βήμα, κατά τη γνώμη μας, το οποίο μπορεί προσωπικά να τον μετατρέψει στο μεγαλύτερο θύμα επειδή μπορεί να χάσει όσα απομένουν από τους φίλους του.
Και χωρίς να κερδίσει τους εχθρούς, και πόσοι από αυτούς είναι, και δεν πιστεύουμε ότι το Ισραήλ και τα λόμπι του θα τον συγχωρήσουν, θα ξεπεράσουν την εχθρότητά του και θα τον βγάλουν από τις τρέχουσες δυσκολίες του, και θα προσπαθήσουν να τον εκβιάσουν όσο το δυνατόν περισσότερο για να κερδίσουν σε αντάλλαγμα υψηλό τίμημα… Και ο Θεός γνωρίζει καλύτερα..