Η Κύπρος σύμφωνα με ξένα δημοσιεύματα φέρεται να απέτυχε να ενεργήσει αποφασιστικά ακόμη και όταν προειδοποιήθηκε για τα προβλήματα που αφορούσαν στον τρόπο χορήγησης των αποκαλούμενων “χρυσών” διαβατηρίων, αναφέρει το National Post.
Η κυβέρνηση παραδέχτηκε την Τρίτη ότι το πρόσφατα καταργηθέν πρόγραμμα χορήγησης υπηκοότητας είχε σοβαρά ελαττώματα και ότι σχεδόν ολόκληρη η διαδικασία λήψης αποφάσεων επέτρεψε σε πολλούς πολίτες να αποκτήσουν κυπριακή ιθαγένεια με αντάλλαγμα χρήματα άγνωστης προελεύσεως.
Η έκθεση που συνέταξε μια επιτροπή της Κύπρου αναφέρει ότι ακόμη και όταν οι κυπριακές αρχές είχαν στην κατοχή τους στοιχεία που απέκλειαν έναν υποψήφιο, αυτές δεν ενήργησαν με τον δέοντα τρόπο.
Το πρόγραμμα, το οποίο προσέφερε κυπριακή υπηκοότητα και ταξίδια χωρίς βίζα σε ολόκληρη την ΕΕ, με αντάλλαγμα μια επένδυση δύο εκατομμυρίων ευρώ (2,45 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ), υποτίθεται ότι είχε μηχανισμούς που θα απέτρεπαν την αποδοχή λαθραίων χρημάτων στη χώρα.
Οι υποψήφιοι δεν έπρεπε να έχουν ποινικό μητρώο. Ωστόσο, μια έρευνα αποκάλυψε τον Αύγουστο ότι περίπου 2.500 άτομα που απέκτησαν την ιθαγένεια της ΕΕ μέσω του επενδυτικού προγράμματος της Κύπρου, και έλαβαν τα αποκαλούμενα “χρυσά” διαβατήρια βαρύνονταν, με ποινικές κατηγορίες στις χώρες τους.
Οι αποκαλύψεις οδήγησαν στην κατάργηση του καθεστώτος τον Οκτώβριο και ώθησαν τον τότε Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Δημήτρη Συλλούρη και έναν άλλο βουλευτή να παραιτηθούν αφού πιάστηκαν μέσω βίντεο να υπόσχονταν να βοηθήσουν έναν Κινέζο πολίτη να αποκτήσει υπηκοότητα, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ήταν καταδικασμένος για παραβάσεις στην χώρα του.
Η κυπριακή κυβέρνηση όρισε μια επιτροπή η οποία διεξαγάγει έρευνα για 26 δικαιούχους των οποίων θα υλοποιούνταν ανάκληση της κυπριακής υπηκοότητας.
Η έκθεση της επιτροπής σε μεγάλο βαθμό αποκάλυψε τις αδυναμίες του πρώην προγράμματος και πρότεινε συστάσεις για το πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί.
Η τριμελής επιτροπή, με επικεφαλής την πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κ. Δημήτρη Καλογέρου, διαπίστωσε επίσης ότι οι αποφάσεις της κυπριακής κυβέρνησης για χορήγηση υπηκοότητας ελήφθησαν με βάση τις εκθέσεις μιας ή δύο σελίδων που εκπονήθηκαν από το υπουργείο εσωτερικών από ομάδα ατόμων που δεν ακολουθούσε πιστά τις διαδικασίες.
Η ομάδα αυτή βασίζονταν σε πληροφορίες που ελήφθησαν από τράπεζες και άλλους κυβερνητικούς φορείς, με τις διαδικασίες να ήταν ανεπαρκείς για τον έλεγχο ταυτότητας εγγράφων που υπέβαλαν οι αιτούντες.
Το προσωπικό είχε επίσης λίγο χρόνο για να πραγματοποιήσει ελέγχους ιστορικού, ανέφερε η έκθεση.
Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι αρχές ελάμβαναν ψευδείς ή παραπλανητικές αναφορές υπογεγραμμένες από υπαλλήλους νομικών και λογιστικών εταιρειών που υπέβαλαν αιτήσεις για λογαριασμό των πελατών τους, αφήνοντας κενά στην εφαρμογή διαδικασιών περί νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
«Οι πολύπλοκες ή ασυνήθιστα μεγάλες συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς προφανή οικονομικό ή σαφή νομικό σκοπό θα έπρεπε να είχαν οδηγήσει τις εν λόγω τράπεζες να διενεργήσουν περαιτέρω ελέγχους ή ακόμη και να αρνηθούν να πραγματοποιήσουν τις συναλλαγές», ανέφερε η έκθεση.
Οι επενδυτές μπορούν να αποκτήσουν κυπριακό διαβατήριο με αντάλλαγμα επένδυση 2,5 εκατομμυρίων ευρώ (3 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ), κάτι που έχει φέρει περίπου 7 δισεκατομμύρια ευρώ στα ταμεία της Λευκωσίας τα τελευταία χρόνια.
Το θέμα αυτό αποτελεί μεγάλο ζήτημα για την ΕΕ, αφού είναι γνωστό ότι όπου υπάρχει πολύ χρήμα υπάρχει και διαφθορά, ενώ βαραίνει και το γεγονός απόκτησης υπηκοότητας χώρας ΕΕ από ανθρώπους που πιθανόν βαρύνονται με εγκλήματα και άλλες αξιόποινες πράξεις.