Μια νέα μελέτη ενισχύει την θεωρία που υποστηρίζει ότι τα συστατικά της ζωής προήλθαν από το Διάστημα. Προηγουμένως, οι επιστήμονες είχαν εντοπίσει σε μετεωρίτες, τρία από τα πέντε βασικά δομικά στοιχεία του DNA, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι διαστημικοί βράχοι μπορεί να μετέφεραν τις ενώσεις αυτές στη Γη, συμβάλλοντας στην έναρξη της ζωής.
Χρησιμοποιώντας νέες τεχνικές χημικής ανάλυσης, Ιάπωνες ερευνητές έδειξαν ότι όλα τα αμινοξέα που είναι απαραίτητα για τον σχηματισμό του DNA και του RNA, της γενετικής βάσης της ζωής, μπορούν να εντοπιστούν σε μικρούς μετεωρίτες που πέφτουν στη Γη.
Αυτές οι νουκλεοβάσεις, όπως ονομάζονται, δεν αποτελούν παραδείγματα εξωγήινης ζωής, αλλά αντίθετα είναι το αποτέλεσμα της χημείας που έλαβε χώρα σε αστεροειδείς οι οποίοι βρίσκονταν στο διάστημα. Αυτοί οι αστεροειδείς μπορεί να έπεσαν στη Γη και να σκόρπισαν το πρεβιοτικό υλικό που βοήθησε στην ανάπτυξη της ζωής. Αυτό το υλικό, γράφουν οι συγγραφείς της μελέτης, μπορεί να «συνέβαλε στην εμφάνιση γενετικών ιδιοτήτων για την έναρξη της ζωής στη Γη».
Η ιδέα ότι το γενετικό υλικό θα μπορούσε να σχηματιστεί σε αστεροειδείς πλούσιους σε άνθρακα και στη συνέχεια να «ταξιδέψει» χωρίς να εξατμιστεί το πρεβιοτικό υλικό, δεν είναι καινούργια και χρονολογείται τουλάχιστον 50 χρόνια πριν.
Ένας μετεωρίτης που προσγειώθηκε στο Murchison της Αυστραλίας το 1969, περιείχε πολλά αμινοξέα, γεγονός που υποδηλώνει ότι η διαστρική χημεία θα μπορούσε να δημιουργήσει τα απαραίτητα συστατικά για τη ζωή.
«Η απόλυτη αφθονία των νουκλεοβασών εξωγήινης προέλευσης θα μπορούσε να είναι αρκετή για περαιτέρω χημικές αντιδράσεις στην πρώιμη Γη», δήλωσε ο Γιασουχίρο Όμπα, καθηγητής στο Ινστιτούτο Επιστημών Χαμηλών Θερμοκρασιών του Πανεπιστημίου Hokkaido, στην Ιαπωνία, και επικεφαλής συγγραφέας της νέας μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Communications».
Οι επιστήμονες που έκαναν προσομοιώσεις της χημείας που λαμβάνει χώρα στους διαστρικούς αστεροειδείς, βρήκαν περισσότερα στοιχεία που υποστηρίζουν την ιδέα ότι το γενετικό υλικό θα μπορούσε να σχηματιστεί στο διάστημα, σύμφωνα με τον επιστήμονα. Αλλά οι μελέτες του Murchison και άλλων μετεωριτών, μέχρι τώρα, είχαν ανιχνεύσει μόνο τα μισά από τα απαραίτητα συστατικά.
Αυτό που δεν είναι σαφές, ωστόσο, είναι πόσο μεγάλη επίδραση στην πρώιμη χημεία της Γης μπορεί να είχαν αυτοί οι μετεωρίτες. Ο Όμπα επισημαίνει ότι πολλά εξαρτώνται από την προβιοτική χημεία της Γης.
«Αν η αποτελεσματικότητα της παραγωγής των νουκλεοβασών στη Γη ήταν πολύ υψηλότερη από τις εισροές από το διάστημα, η συμβολή στην εμφάνιση της γενετικής λειτουργίας ή/και της ίδιας της ζωής από τέτοιες εξωγήινες νουκλεοβάσεις δεν θα μπορούσε να είναι μεγάλη», εξήγησε.
Αυτό που ενθουσιάζει τον ίδιο και τους συναδέλφους του, σημειώνουν στο άρθρο τους, είναι η ευκαιρία να εφαρμόσουν τις νέες τεχνικές σε δείγματα αστεροειδών που εξάγονται από το διάστημα. Αναμένουν να μελετήσουν τα νέα δείγματα από τον αστεροειδή Bennu που θα φέρει πίσω στη Γη η αποστολή της NASA, καθώς και δείγματα από τον αστεροειδή Ryugu που επέστρεψε η Ιαπωνική Διαστημική Υπηρεσία τον Δεκέμβριο του 2020.
Τέτοια δείγματα, έγραψαν, «θα μας δώσουν σημαντικές πληροφορίες για την εξέλιξη των εξωγήινων οργανικών μορίων και πιθανές ενδείξεις σχετικά με την προέλευση της ζωής στη Γη, με τη βοήθεια χημικών αναλύσεων παρθένων εξωγήινων υλικών που δεν έχουν υποστεί σημαντική επιμόλυνση από τη Γη».