Η κρίση στην Ουκρανία βαθαίνει και η τουρκική εξωτερική πολιτική προσπαθεί να βρει τα πατήματά της. Πατήματα που στο πλαίσιο της νεοοθωμανικής πολιτικής ακολουθούν την πεπατημένη των προκατόχων της και προσπαθούν «να πατάνε σε δυο βάρκες ταυτόχρονα». Η Άγκυρα προσπαθεί να φανεί χρήσιμη και στην Μόσχα και στην Ουάσιγκτον, σε μια προσπάθεια να αποκτήσει και πάλι την γεωστρατηγική σημασία που είχε παλαιότερα, ειδικά στα μάτια των ΗΠΑ.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι χαρακτηριστική η ματιά που έχουν οι τούρκοι αναλυτές για αυτή την κρίση, που όπως και οι ίδιοι αναφέρουν: «βαθαίνει». Ενδεικτικά ο καθηγητής Μουράτ Γιεσίλτας, διευθυντής Ερευνών Ασφαλείας στη SETA αναφέρει:
«Η διαπραγματευτική διαδικασία μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Δεν είναι ακόμη γνωστό πώς ακριβώς απάντησαν οι ΗΠΑ στο αίτημα της Ρωσίας για εγγυήσεις ασφαλείας. Η κυβέρνηση της Ουάσινγκτον ζήτησε από τη Μόσχα να μην κοινοποιηθεί το περιεχόμενο της επιστολής με το διεθνές κοινό. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι υπάρχει κάτι το κρυφό. Από την άλλη πλευρά, η στρατιωτική συσσώρευση της Ρωσίας γύρω από την Ουκρανία συνεχίζεται με πλήρη ταχύτητα. Εάν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, θεωρείται βέβαιο ότι η Ρωσία θα κάνει στρατιωτικό βήμα όμως εξακολουθούν να υπάρχουν αβεβαιότητες σχετικά με το εύρος αυτού του βήματος.
Υπάρχουν πολλές διαφορετικές δυναμικές της κρίσης στην Ουκρανία. Ίσως η πιο σημαντική από αυτές τις δυναμικές είναι ότι η κρίση δεν περιορίζεται στην Ουκρανία. Τόσο η Ρωσία όσο και η Δύση βλέπουν την κρίση ως μια νέα γεωπολιτική αναμέτρηση. Ως απάντηση στο ΝΑΤΟ, που είδε την αδυναμία της Ρωσικής Ομοσπονδίας ως ευκαιρία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και επεκτάθηκε προς τη Ρωσία στον άξονα της πολιτικής «ανοιχτών θυρών», τώρα η Ρωσία κάνει μια νέα κίνηση βλέποντας την αδυναμία της Δύσης. Αυτή η κίνηση στοχεύει κυρίως στην απομάκρυνση του ΝΑΤΟ από αυτό που η Ρωσία αποκαλεί «εγγύς περιφέρεια». Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό για την ασφάλεια της Ρωσίας. Για τη Δύση, είναι ένα βήμα προς την αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης. Οι εγγυήσεις ασφαλείας της Μόσχας απαιτούν να αποσυρθεί το ΝΑΤΟ από την άμεση περιοχή της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών. Η αποδοχή αυτής της απαίτησης σημαίνει ανοικοδόμηση της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας.
Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχει πλήρης συναίνεση στη Δύση. Η πολιτική της Γερμανίας είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη. Η κυβέρνηση του Βερολίνου αντιστέκεται στην παροχή όπλων στην Ουκρανία και υποστηρίζει ότι πρέπει να ακολουθηθεί μια πολιτική «κατευνασμού» προς τη Ρωσία. Η Γερμανία, η οποία εξαρτάται ιδιαίτερα από τη Ρωσία για φυσικό αέριο, δεν φαίνεται να υποστηρίζει μια σκληρή στάση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ απέναντι στη Ρωσία. Η Γαλλία, από την άλλη, ακολουθεί διαφορετική θέση. Οι ΗΠΑ φαίνεται να έχουν υποτιμήσει τη ρωσική απειλή εστιάζοντας περισσότερο στην Κίνα.
Η Τουρκία, που προσπαθεί να αποτρέψει την εμβάθυνση της κρίσης και τη μετατροπή της σε πόλεμο, προσφέρθηκε να μεσολαβήσει μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Ο Πρόεδρος Ερντογάν αναμένεται να πραγματοποιήσει επίσκεψη στην Ουκρανία στις 3 Φεβρουαρίου. Ο κύριος στόχος αυτής της επίσκεψης είναι να δημιουργηθεί ένα έδαφος διευκόλυνσης για την επίλυση της κρίσης μεταξύ Μόσχας και Κιέβου. Ωστόσο, η κύρια θέση της Τουρκίας εξακολουθεί να διαμορφώνεται με τη Δύση. Εκτός από το ΝΑΤΟ, αποκλείεται η Τουρκία να διαπραγματευτεί με τη Ρωσία. Ο Πρόεδρος Ερντογάν κάνει ό,τι μπορεί για να ηρεμήσει την κρίση. Η περιοχή της Μαύρης θάλασσας είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της Τουρκίας. Μια πιθανή ρωσική επέμβαση θα ενοχλήσει την Τουρκία και θα βλάψει τις τουρκο-ρωσικές σχέσεις. Φαίνεται ότι το αν η Άνκαρα θα βρει έναν τρίτο δρόμο θα εξαρτηθεί από το πώς θα ανταποκριθεί ο Πούτιν στην έκκληση του προέδρου Ερντογάν.»