Λαπήθος
History
Updated at:

Η μακραίωνη ιστορία της Λαπήθου

«Μην τα “εξαγάγετε” εφέτος τα λεμόνια τους.

Είν’ ο χυμός τους αίμα δεκαοχτάχρονων παιδιών,

είν’ ο χυμός τους θερισμένη άνοιξη δεκαοχτάχρονων παιδιών.

Σκεφθείτε πού να τα φυλάξουμε στον αιώνα των αιώνων,

σκεφθείτε πώς να τα φυλάξουμε στον αιώνα των αιώνων.»

Κώστας  Μόντης ,  «Καραβάς, Λάπηθος, Ιούλιος-Αύγουστος 1974»


Στους πρόποδες του Πενταδάκτυλου  ευρίσκεται η Λάπηθος, τόπος καταγωγής του γράφοντος. Εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Κρήτης και των βορείων ακτών της Μεγαλονήσου είχαν αναπτυχθεί στην πρώιμη εποχή του χαλκού (2500-1900 π.Χ.). Η Λάπηθος αποτελούσε κέντρο για  την επεξεργασία χαλκού και την  παραγωγή αγγείων. Υπήρξε -κατά τον Στράβωνα- κτίσμα των Λακώνων και του Πραξάνδρου (13ος-12ος αιώνας π.Χ.).Όπως αναφέρεται  από τον Διόδωρο Σικελιώτη (περί το 90-30 π.Χ.), περιλαμβανόταν  στα εννέα κυπριακά βασίλεια του 4ου αιώνα π.Χ.Ο  Απόστολος Παύλος αφίχθη διαμέσου της Λαπήθου από  την Ταρσό της Κιλικίας στην Κύπρο. Κατέστη γνωστή ως «Λάμπουσα», δηλαδή απαστράπτουσα κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο (330-610), εξαιτίας του πλούτου και των οικοδομημάτων της . Οι αραβικές όμως  επιδρομές(7ος-10ος αιώνας) διέκοψαν την ευημερία της. 

του Δρ. Ιωάννη Χρ. Ιακωβίδη, Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας Παντείου Πανεπιστημίου - Ερευνητής-Συγγραφέας-Αρθρογράφος

       Επί Φραγκοκρατίας (1192-1489) αποτέλεσε φέουδο της οικογενείας των Λουζινιάν και  φημιζόταν για τα φρούτα , το ζαχαροκάλαμο, και το μετάξι της. Οι Οθωμανοί  (1571) κατέκτησαν  την Κύπρο και η κυριαρχία τους διήρκεσε μέχρι το 1878 .Τότε,  είχαν μετατραπεί  σε τεμένη  δύο λαπηθιώτικες εκκλησίες, των Αγίων Ιωάννη και Γεωργίου. Το 1821 η Λάπηθος συμμετείχε ενεργά  στον αγώνα για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Ο  πρόκριτος Χατζηλίας και άλλοι δεκαέξι μάρτυρες, Λαπηθιώτες και Καραβιώτες,  πρόσφεραν τη ζωή τους στις 9 Ιουλίου του 1821   για την εθνική ελευθερία. Ο πυρπολητής Κωνσταντίνος Κανάρης ,  αφού προσάραξε στις ακτές της , εξασφάλισε τρόφιμα,    χρήματα, και άλλα εφόδια , ενώ και αρκετοί εθελοντές  έσπευσαν στη μητροπολιτική Ελλάδα,  για να λάβουν μέρος  στην προσπάθεια απαλλαγής του ελληνισμού  από τον ζόφο της οθωμανικής δουλείας . Το 1878 οι Βρετανοί κατέλαβαν τη Μεγαλόνησο  και η  Λάπηθος ανακηρύχθηκε σε δήμο. Τέκνα της συμμετείχαν  στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913), στον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και στη Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922), με πιο χαρακτηριστική περίπτωση τον στρατηγό Ιωάννη Τσαγκαρίδη (1887-1939). Αξιόλογη  υπήρξε η συμβολή της και στον αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959) .

      Στις 6 Αυγούστου του 1974, κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας, κατελήφθη από τους Τούρκους εισβολείς. Εδώ και σαράντα πέντε έτη , η Τουρκία εμμένει στις πάγιες θέσεις της και έχει ως στόχο να ηγεμονεύει  σε ολόκληρη την Κύπρο  , καταπατώντας τις αρχές του διεθνούς δικαίου και  εφαρμόζοντας τη « διπλωματία  των κανονιοφόρων» .To Κυπριακό δεν είναι θέμα διαφοράς μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων-όπως το παρουσιάζουν κάποιοι-  αλλά εισβολής και κατοχής ενός μεγάλου τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας .   Έτσι,  βιώσιμη και ανεκτή λύση του στο παρόν στάδιο δεν φαίνεται –κατά την άποψη του γράφοντα-  στον ορίζοντα. Να μην λησμονούμε ότι ο   ίδιος ο Αχμέτ  Νταβούτογλου, στο βιβλίο του «Το Στρατηγικό Βάθος», τοποθετεί την Κύπρο «στην καρδιά του ζωτικού χώρου της Τουρκίας» και αυτή την άποψη ασπάζονται όλοι οι τούρκοι πολιτικοί ανεξαρτήτως κόμματος… Εάν, παρόλα αυτά,  ο ελληνισμός στο σύνολό του υποκύψει και επιβληθεί μία  ετεροβαρής- υπέρ της Τουρκίας- «συμφωνία»  με έξωθεν παρεμβάσεις, αυτή θα είναι θνησιγενής και θα έχει άμεσες επιπτώσεις στο Αιγαίο και στην ελληνική Θράκη. Όσον αφορά στην τρέχουσα εσωτερική πολιτική κατάσταση της  Μεγαλονήσου  , καίρια είναι η επισήμανση -μεταξύ άλλων-  του Πέτρου Παπαπολυβίου, αναπληρωτή καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου , στο «Πλατσουρίζοντας με τις μέδουσες και τους Πορθητές», Περί Ιστορίας ,  28/07/2019 :«Η βαρβαρότητα της κατοχής είναι παρούσα, όσο και εάν την απωθούμε, όσο και εάν την εξωραΐζουμε, όσο και εάν την ξεχνάμε, όσο και εάν επιχειρούμε να την συμψηφίζουμε επινοώντας αυτομαστιγωτικά επιχειρήματα» . 

   Με δεδομένη  από το 1071- με τη μάχη του Μαντζικέρτ-  τουρκική  επιθετικότητα και αρπακτικότητα,  ο δραστήριος δήμαρχος της κατεχόμενης Λαπήθου, Νεοπτόλεμος Κότσαπας, μαζί με το υπόλοιπο δημοτικό συμβούλιο,   πρωτοστατεί -εντός και εκτός Κύπρου-  αφενός στην προώθηση του αιτήματος για επιστροφή όλων των Λαπηθιωτών και γενικότερα των προσφύγων   στις πατρογονικές τους εστίες και αφετέρου     στην προβολή της διαχρονικής πολιτιστικής της κληρονομιάς . Για αυτό  ο Δήμος προβαίνει σε διάφορες εκδηλώσεις και  εκδόσεις. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το πολιτιστικό- ιστορικό ημερολόγιο με θέμα την « ξυλογλυπτική τέχνη της Λαπήθου», η οποία αποτελεί «μέρος της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της» και προβάλλεται μέσω του   πλούσιου και επιτυχώς επιλεγμένου  εικονογραφικού  του υλικού.   Η αγγλίδα συγγραφέας , S . Stevenson,  έγραφε – μεταξύ άλλων – ότι , όταν μετέβη στη Λάπηθο το 1880 , εξεπλάγη  εξαιτίας της διακόσμησης των σπιτιών  που ανήκαν σε οικονομικά ευκατάστατους  ή ασθενέστερους . « Όλα  έμοιαζαν με μικρά μουσεία , στολισμένα με ξυλόγλυπτα αριστουργήματα σε κρεβάτια, τραπέζια, μπαούλα και γενικά ξύλινα  αντικείμενα».

      Ταπεινοί και απλοί ξυλουργοί , ανώνυμοι και επώνυμοι είχαν « δουλέψει με μεγάλη μαεστρία το ξύλο», καταλείποντας αξιοθαύμαστα δημιουργήματα, μέρος των οποίων καταστράφηκε κατά την τουρκική εισβολή του 1974.    Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα σύλησης ξυλογλύπτων σε εκκλησιαστικούς χώρους λατρείας εκ μέρους αρχαιοκαπήλων. Ενδεικτική  είναι η περίπτωση του τέμπλου του ναού του Αποστόλου  Λουκά  που βεβηλώθηκε  και οι  άγιες εικόνες του εκλάπησαν και του αντίστοιχου της εκκλησίας του Τιμίου Προδρόμου.    Παλαιότερα, η ξυλογλυπτική  και ξυλουργική τέχνη διακρινόταν σε εκκλησιαστική (δεσποτικοί  θρόνοι , άμβωνες, ΄Αγιες Τράπεζες, και  εικονοστάσια)  αγροτική και αστική.  Οι ξυλουργοί ( ταλιαδώροι)  κατασκεύαζαν τα τέμπλα της εκκλησίας ιδίως από καρυδιά , ενώ τα μπαούλα από ξύλο κυπαρισσιού ή πεύκου.  Οικιακά , οικοδομικά και γεωργικά  εργαλεία ή άλλα σχετικά με τις λαϊκές  τέχνες  και ιδίως την υφαντική  αποτελούσαν τα κατασκευαζόμενα ξυλουργικά είδη. Οι καρεκλάδες της Λαπήθου κατασκεύαζαν τις καρέκλες ( τσαέρες) από καρυδιά , συκομουριά ( συκαμιά)  και αγριοπασχαλιά( μαυρομάτα) . Kλαδιά του αμπελιού με φύλλα και τσαμπιά,    ρόδακες, μαργαρίτες, πουλιά   και άλλα   ανάγλυφα στόλιζαν τα μπαούλα ( σεντούτσια), με βερνίκι σε μαύρη ελαφρά    απόχρωση. Διακοσμούνταν  ακόμη και οι ξερές κολοκύθες ( κολότζια) , καθώς και οι  αργαλειοί . 

       Μεταξύ των πολλών  τεχνιτών  του δεύτερου μισού του   19 ου αιώνα, οπότε η Λάπηθος αναδεικνύεται ως  σημαντική εστία της ξυλογλυπτικής,   ξεχωριστή θέση έχει   ο πρωτομάστορας  , Κυριάκος Πύργος, του οποίου πλήθος έργων  χάθηκε μετά το 1974  , αλλά και  αρκετά φιλοξενούνται  σε ιδιωτικές συλλογές και Μουσεία Λαϊκής Τέχνης , φέρ΄ ειπείν , μπαούλα του εκτίθενται στη Γεροσκήπου ( Πάφος) και στο Εθνογραφικό Μουσείο Κύπρου  . Ο Νικόλαος  Χαρβατζιούνης από τον Καραβά και ο γιος του Κυριάκου Πύργου αποτέλεσαν –ανάμεσα σε άλλους - τους συνεχιστές  της παραδοσιακής του τέχνης.

Follow Pentapostagma on Google news Google News

POPULAR