Πατριαρχεία
Ενημερώθηκε στις:

Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας: "Οι «αρχιερείς» του ουκρανικού σχίσματος χειροτονήθηκαν χωρίς την τήρηση θεμελιωδών κριτηρίων"

Ακολουθεί η συνέντευξη:

– Σεβασμιώτατε, με ποιο σκεπτικό κινήθηκε η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στην απόφασή της να δημιουργήσει εξαρχία στην Αφρική;

 

– Με το σκεπτικό ότι περισσότεροι από εκατό κληρικοί της αφρικανικής ηπείρου από οχτώ χώρες απευθύνθηκαν στον Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών Κύριλλο ζητώντας να γίνουν δεκτοί υπό το ωμοφόριο της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μάλιστα, η μεγάλη μερίδα τους αποτάθηκε στον Πατριάρχη ήδη πριν από δύο χρόνια. Αναμείναμε υπομονετικά μήπως και αλλάξει το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας τη θέση του έναντι του ουκρανικού σχίσματος. Παράλληλα, μελετήσαμε τα υποβληθέντα αιτήματα. Ο αρχιεπίσκοπος Λεωνίδας, ο οποίος διορίσθηκε τώρα έξαρχος, ταξίδευσε στην Αφρική, συναντήθηκε με εκπροσώπους των κληρικών. Κατόπιν ενδελεχούς μελέτης των υποβληθέντων αιτημάτων εκδόθηκε και η απόφαση ιδρύσεως της εξαρχίας.

 

– Εξηγήστε, ποια σχέση έχει η αναγνώριση του ουκρανικού σχίσματος από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας με την εμφάνιση της δομής του Πατριαρχείου Μόσχας στην Αφρική;

 

– Η σχέση αιτίας – αιτιατού είναι εδώ η πλέον άμεση. Το γεγονός είναι ότι αφότου ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας αναγνώρισε το ουκρανικό σχίσμα, το Πατριαρχείο Μόσχας διέκοψε την κοινωνία με εκείνον. Αλλά τι να κάνουμε, εάν μερίδα του ιερού κλήρου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας αποδεικνύεται ότι δεν συμφωνεί μαζί του ως προς το ίδιο ζήτημα, με το οποίο και εμείς δεν είμαστε σύμφωνοι και επιθυμεί να ενωθεί μαζί μας; Επί δύο χρόνια σκεπτόμασταν την απάντηση σε αυτή την ερώτηση.

Στην Αφρική κατοικεί ένας αρκετά σεβαστός αριθμός ρωσόφωνων πιστών. Επί πολλά χρόνια απευθύνονταν σε μας πότε από τη μια και πότε από την άλλη χώρα: «Ιδρύστε μια ενορία για μας». Αλλά απαντούσαμε πάντοτε: «Να εκκλησιάζεσθε στους ναούς του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας». Τώρα πλέον δεν μπορούμε να το πούμε αυτό ούτε στους πιστούς μας, ούτε σ’ εκείνους τους ιερείς, οι οποίοι συνειδητοποιώντας την αναλήθεια της διάσπασης, δεν ήθελαν να ακολουθήσουν τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας στην αναγνώριση της σχισματικής κοινότητας ως Ουκρανικής Εκκλησίας αντί της πραγματικά υφιστάμενης Ουκρανικής Εκκλησίας των πολλών εκατομμυρίων πιστών.

 

– Τον Δεκέμβριο του 2019, λαμβάνοντας την απόφαση για παύση μνημονεύσεως του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας όρισε να «διατηρήσει την εκκλησιαστική κοινωνία με αρχιερείς της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλεξανδρείας, εκτός εκείνων, οι οποίοι υποστήριξαν, είτε θα υποστηρίξουν στο μέλλον τη νομιμοποίηση του ουκρανικού σχίσματος». Στη σημερινή απόφαση, όπως φαίνεται, έχει αλλάξει η λογική και τώρα όλοι οι αρχιερείς του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας αποδεικνύονται υπεύθυνοι για την αναγνώριση του ουκρανικού σχίσματος.

 

– Τον Δεκέμβριο του 2019 τονίσαμε ότι «η απόφαση περί αναγνωρίσεως της σχισματικής δομής στην Ουκρανία δεν ελήφθη κατά τη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, που συνήλθε στις 7-9 Οκτωβρίου, δεν τέθηκε σε ψηφοφορία των επισκόπων και επομένως δεν έχει συνοδικό χαρακτήρα, αλλά ελήφθη με αυταρχικό τρόπο από τον Προκαθήμενο αυτής της Εκκλησίας». Έκτοτε όμως μεσολάβησαν δύο χρόνια. Κανείς εκ των επισκόπων της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλεξανδρείας σε αυτό το διάστημα δεν εξέφρασε διαφωνία με τις πράξεις του Πατριάρχη Θεοδώρου να υποστηρίξει το σχίσμα στην Ουκρανία, πράγμα στο οποίο η Ιερά Σύνοδός μας έστρεψε την προσοχή της τον περασμένο Σεπτέμβριο. Έχουμε ως αφετηρία μας ότι οι αρχιερείς του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας είναι αλληλέγγυοι με τον Προκαθήμενό τους, εφόσον κανείς εξ αυτών δεν τοποθετήθηκε κατά της αποφάσεως αυτής, ενώ ορισμένοι εξ αυτών πρόλαβαν ήδη να συλλειτουργήσουν με τους σχισματικούς ή με άλλο τρόπο να εκφράσουν την υποστήριξη στο σχίσμα.

Σε κάθε τοπική Εκκλησία λειτουργεί δικό της σύστημα λήψεως αποφάσεων. Στη δική μας Εκκλησία η Ιερά Σύνοδος λαμβάνει τις αποφάσεις, οι οποίες στη συνέχεια εγκρίνονται από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας. Στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας επίσης λειτουργεί Σύνοδος, αλλά η απόφαση της αναγνώρισης του ουκρανικού σχίσματος λήφθηκε μονομερώς από τον Πατριάρχη. Την ίδια στιγμή η Σύνοδος δεν αμφισβήτησε με κανένα τρόπο αυτή την απόφαση. Εάν συνοδικοί ή κάποιος από την ιεραρχία δεν ήταν σύμφωνος, θα εξέφραζε τη διαφωνία του αυτή, όπως έπραξαν ορισμένοι από τους αρχιερείς των Εκκλησιών Κύπρου και Ελλάδας.

Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του Δεκεμβρίου λάβαμε μερικές πολύ αγενείς και αυθάδεις επιστολές από επισκόπους του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, αφότου ο Σεβασμιώτατος κ. Λεωνίδας ταξίδευσε εκεί και επικοινώνησε με κληρικούς. Σε μια εξ αυτών μας έγραψαν: (παραθέτω από στήθους): «Οι ιερείς μας δεν ξέρουν ούτε καν πού βρίσκεται η Ουκρανία». Γίνεται ακόμη πιο εκπληκτικό τότε, που το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ενεπλάκη στον τυχοδιωκτισμό να αναγνωρίσει το ουκρανικό σχίσμα. Ένας από τους Προκαθημένους τοπικής Εκκλησίας, με τον οποίο συναντήθηκα το 2018 μου είπε: «Δεν θέλουμε να επιλύσουμε τα προβλήματα της Ουκρανίας και να δημιουργήσουμε δικά μας προβλήματα». Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας επιχείρησε να συμμετάσχει στην επίλυση των προβλημάτων της Ουκρανίας, αλλά κατάφερε μόνο να δημιουργήσει δικά του προβλήματα.

 

– Εάν, λ.χ. ένας ή περισσότεροι αρχιερείς του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας δηλώσουν ότι δεν συμφωνούν με την απόφαση του Πατριάρχη Θεοδώρου και ότι αναγνωρίζουν ως κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας εκείνη υπό τον Μακαριώτατο μητροπολίτη Ονούφριο, οι επαρχίες τους θα μπορούσαν να εξαιρεθούν από τη σύνθεση της νεοσύστατης εξαρχίας της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας;

 

– Αυτό είναι ένα θεωρητικό ερώτημα. Εάν προκύψει τέτοια κατάσταση, θα την μελετήσουμε και θα ξεκινήσουμε συνομιλίες. Αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι σε περίπτωση ανοικτής διαφωνίας με τον Πατριάρχη, αυτοί οι επίσκοποι απλώς θα εκθρονισθούν.

Να υπενθυμίσω ότι ήδη το 2018, επισκεπτόμενος την Οδησσό ο Πατριάρχης Θεόδωρος καλούσε τους πιστούς: «Μείνετε στην ορθόδοξη πίστη! Μείνετε με την κανονική Εκκλησία!... Στην ιστορία της Εκκλησίας μας υπήρχαν δύσκολα χρόνια, όμως στην Ουκρανία, σε αυτή την ευλογημένη ορθόδοξη χώρα, υπάρχει κανονική Εκκλησία, υπάρχει ο Μακαριώτατος αδελφός μας Ονούφριος, ένας ευλογημένος άνθρωπος από τον Θεό και αληθινός μοναχός». Και προέστη της λειτουργίας, συλλειτουργήσαντος του Μακαριωτάτου μητροπολίτη Ονουφρίου. Και μόλις ένα χρόνο μετά άλλαξε τη θέση του και άρχισε αντί του μητροπολίτη Ονουφρίου να μνημονεύει τον ηγέτη του ουκρανικού σχίσματος.

 

– Πώς εξηγείτε το γεγονός, ότι ο Πατριάρχης Θεόδωρος δέχθηκε να αναγνωρίσει το ουκρανικό σχίσμα, ενώ επί πολλά χρόνια υποστήριζε την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία με επικεφαλής τον μητροπολίτη Ονούφριο;

 

– Δεν νομίζω ότι ο ίδιος μετέβαλε άποψη υπέρ της αναγνώρισης του σχίσματος. Φρονώ ότι τον εξανάγκασαν. Δεν θέλω, όμως, να μιλήσω εξ ονόματός του ή να μαντεύω τους λόγους της αποφάσεώς του. Αυτή ελήφθη και σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, που δημιουργήθηκε από τις πρωτοφανείς ενέργειες του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως για τη νομιμοποίηση του ουκρανικού σχίσματος, δεν είχαμε απλώς άλλη επιλογή. Δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε στους κληρικούς, οι οποίοι συνειδητοποίησαν το εσφαλμένο της θέσεως του Πατριάρχη τους και να μην τους δεχθούμε στους κόλπους της Εκκλησίας μας. Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούμε να αρνηθούμε στους ορθοδόξους χριστιανούς της Τουρκίας στη διαποίμανσή τους υπό τις συνθήκες, όπου ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τάχθηκε στο πλευρό του σχίσματος.

 

– Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατηγορεί τη Ρωσική Εκκλησία για αγνωμοσύνη, υπενθυμίζοντας ότι η ορθόδοξη πίστη στη γη των Ρως προήλθε από την Κωνσταντινούπολη…

 

– Σε αυτή την κατηγορία η Ιερά Σύνοδός μας απάντησε ήδη τον περασμένο Σεπτέμβριο: «Διατηρώντας την ευγνώμονα μνήμη για την προσφορά της Αγίας Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως στην υπόθεση του διαφωτισμού της Γης των Ρως με το φως της πίστεως του Χριστού, να τονίσουμε ότι οι ευγενείς αγώνες των αοιδίμων Αγιωτάτων Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως κατά το παρελθόν δεν δικαιολογούν τα σημερινά κανονικά εγκλήματα του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ο οποίος υποστήριξε το σχίσμα και δέχθηκε σε εκκλησιαστική κοινωνία πρόσωπα, που αυτοαποκαλούνται ορθόδοξοι αρχιερείς, αλλά δεν διαθέτουν κανονική χειροτονία».

 

– Διευκρινίστε μας, τι εννοείται υπό την «κανονική χειροτονία». Δεν είναι σε όλους κατανοητή αυτή η ορολογία.

 

– Σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς κανόνες, ο επίσκοπος πρέπει να έχει χειροτονηθεί από δύο ή τρεις επισκόπους, οι οποίοι διαθέτουν το σχετικό κανονικό καθεστώς. Δηλαδή, να μην τελούν υπό αργία από κάθε ιεροπραξία, να μην είναι καθηρημένοι, αναθεματισμένοι ή υπόδικοι. Πολύ περισσότερο να μην είναι άτομα, που παριστάνουν ότι είναι επίσκοποι, αλλά δεν είναι στην πραγματικότητα. Οι λεγόμενοι «αρχιερείς» του ουκρανικού σχίσματος χειροτονήθηκαν χωρίς την τήρηση αυτών των θεμελιωδών κριτηρίων.

Ορισμένοι εξ αυτών, λ.χ. χειροτονήθηκαν από καθηρημένο επίσκοπο της Ρωσικής Εκκλησίας και διάκονο, ο οποίος παρίστανε ότι είναι επίσκοπος, αλλά στην πραγματικότητα δεν είχε καν τον βαθμό του ιερέα. Στις υπογραφές αυτών των δύο ατόμων στο χειροτονητήριο εκ των υστέρων προστέθηκε πλαστή υπογραφή ενός μακαριστού ιεράρχη της Ρωσικής Εκκλησίας. Οι σχισματικοί προσκόμισαν το πλαστό έγγραφο στην Κωνσταντινούπολη και εκεί, χωρίς να μελετήσουν τις λεπτομέρειες, έκριναν την υπογραφή ως γνήσια. Αυτή η θλιβερή ιστορία αναφέρεται στο έγγραφο με τίτλο «Περί της ακυρότητας των χειροτονιών των Ουκρανών σχισματικών και της αντικανονικότητας της “Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας”», που συντάχθηκε από την γραμματεία της Συνοδικής Βιβλικής-Θεολογικής Επιτροπής. Λεπτομερέστερα αυτή η ιστορία αναλύεται στο άρθρο του Σεργίου Σουμίλο «Ο αυτόκλητος “επίσκοπος” Βικέντιος Τσεκάλιν και η συμμετοχή του στις πρώτες χειροτονίες της Ουκρανικής Αυτοκεφάλου Ορθοδόξου Εκκλησίας τον Μάρτιο του 1990».

 

Οι περισσότεροι λεγόμενοι «επίσκοποι» της «Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας» χειροτονήθηκε από τον καθηρημένο και αναθεματισμένο από την Εκκλησία πρώην μητροπολίτη Κιέβου Φιλάρετο Ντενισένκο. Κατά την άποψή μας δεν είναι αρχιερείς. Αλλά η Κωνσταντινούπολη τους αναγνώρισε ως τέτοιους χωρίς αναχειροτονία, ενώ «αποκατέστησε» τον Φιλάρετο στον αρχιερατικό του βαθμό. Σήμερα ο Φιλάρετος, ο οποίος αυτοαποκαλείται «Πατριάρχης Κιέβου και πάσης Ρως-Ουκρανίας» αποχωρίσθηκε από την «Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας», δημιούργησε σχίσμα εντός του σχίσματος και δέχεται σε κοινωνία τους Έλληνες παλαιοημερολογίτες. Μάλιστα, ούτε η «Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας» δεν του επιβάλλει ποινή αργίας, ούτε η Κωνσταντινούπολη δεν ανακαλεί την απόφασή της περί αποκαταστάσεως αυτού στον οικείο βαθμό.

 

Με υπαιτιότητα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως δημιουργήθηκε στην παγκόσμια Ορθοδοξία μια κατάσταση κανονικού χάους. Σε αυτή την κατάσταση κάθε τοπική Εκκλησία αναγκάζεται να πάρει θέση, με ποιον είναι η ίδια: με την κανονική Ορθοδοξία ή με τους σχισματικούς και αυτοχειροτόνητους. Η Εκκλησία μας έκανε την επιλογή της. Και είμαστε ευγνώμονες σ’ εκείνες τις κατά τόπους Εκκλησίες, οι οποίες εμμένουν αμετάκλητες στη διαφύλαξη των ιερών κανόνων.

 

– Ποια είναι η πρόβλεψή Σας: θα γίνει βαθύτερο το σχίσμα εντός της παγκόσμιας Ορθοδοξίας; Ή μήπως μπορούμε να ελπίζουμε στη θεραπεία του στο εγγύς μέλλον;

– Δυστυχώς, δημιουργήθηκε μια κατάσταση, που καθίσταται ολοένα και δυσκολότερο να την επιλύσουμε. Αυτή η κατάσταση θυμίζει πολύ τα γεγονότα στα μέσα του 11ου αι. Τότε προέκυψε διαφωνία μεταξύ του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και του Πάπα της Ρώμης. Προέκυψε ο διχασμός. Δεν φρονώ ότι οι λεγάτοι του Πάπα, οι οποίοι τοποθέτησαν τη βούλα του αφορισμού από τον Πάπα στην Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας, φαντάζονταν ότι ο διχασμός θα διαρκούσε για αιώνες. Και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως προχωρώντας στις απαντητικές ενέργειές του, είναι αμφίβολο ότι φανταζόταν κάτι παρόμοιο και ο ίδιος. Αλλά οι Εκκλησίες ακολούθησαν η καθεμία τον δικό της δρόμο. Με την πάροδο των αιώνων επιδεινώθηκε η αποξένωση και μόλις μετά από εννιά αιώνες άρχισαν οι δειλές προσπάθειες προσέγγισης.

Το πρώτο βήμα για τη θεραπεία της κατάστασης που δημιουργήθηκε στην παγκόσμια Ορθοδοξία θα έπρεπε να είναι η επάνοδος στην κατάσταση, στην οποία όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες ευρίσκονταν πριν από το 2018, όταν οι αποφάσεις λαμβάνονταν συνοδικά, και όχι μονομερώς. Αλλά είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως θα επιθυμήσει να επανέλθει εκεί. Άλλωστε θεωρεί τώρα ότι δικαιούται να λαμβάνει αποφάσεις με αυταρχικό τρόπο, χωρίς να συμβουλεύεται τις άλλες Εκκλησίες, παρά τη θέλησή τους και εις βάρος αυτών. Και οι ιεράρχες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως μας διαθρυλούν: «Το Ουκρανικό αυτοκέφαλο είναι τετελεσμένο γεγονός». Λοιπόν, ούτως εχόντων των πραγμάτων, τότε και ο διχασμός στην παγκόσμια Ορθοδοξία είναι ένα τετελεσμένο γεγονός.

Θλιβόμαστε για αυτόν τον διχασμό. Προσευχόμαστε για να συνετισθούν και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και εκείνοι οι Προκαθήμενοι και ιεράρχες, οι οποίοι κάτω από την πίεσή του αναγνώρισαν το σχίσμα.

Πιστεύουμε ότι με τον «συνοδικό νου» η Εκκλησία μπορεί να θεραπεύσει το σχίσμα εντός της παγκόσμιας Ορθοδοξίας. Αλλά πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα ρεαλιστικά: υπό τις συνθήκες όπου οι συνοδικοί μηχανισμοί σε διορθόδοξο επίπεδο έχουν καταστραφεί, είναι δύσκολο να το αναμένει κανείς.

Θλιβόμενοι για την επιδείνωση του σχίσματος εντός της παγκόσμιας Ορθοδοξίας, την ίδια στιγμή με ευγνωμοσύνη στον Θεό αντιμετωπίζουμε το γεγονός ότι το σχίσμα εξελίσσεται εκτός των κανονικών ορίων της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η Εκκλησία μας, που ενώνει τους ορθοδόξους χριστιανούς της Ρωσίας, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, της Μολδαβίας και άλλων χωρών δεν απώλεσε την ενότητά της, ούτε συρρικνώθηκε εξαιτίας των δόλιων ενεργειών των σχισματικών και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος τους υποστήριξε. Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία διαθέτει περισσότερους από εκατό αρχιερείς, πάνω από διακόσιες πενήντα μονές, περισσότερες από δώδεκα χιλιάδες ενορίες, παραμένει ενωμένη με τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, διατηρώντας εντός αυτής το καθεστώς αυτοδιοίκησης. Στη θέση των αρπαχθέντων από σχισματικούς ναούς κτίζονται νέοι.

Στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και στη Ρωσία, και στην Ουκρανία, και σε άλλες χώρες εξακολουθεί σταθερά να αυξάνεται ο αριθμός των ενοριών και των ιερών μονών. Όπως άρχισε η αύξηση αυτή το 1988, έτσι και συνεχίζεται με την ίδια ταχύτητα. Είχαμε εξίμισι χιλιάδες ενορίες, τώρα περισσότερες από σαράντα χιλιάδες, ήταν είκοσι μονές, τώρα σχεδόν χίλιες. Όλα αυτά δεν είναι αφορμή για υπερηφάνεια, ούτε για νικηφόρες διακηρύξεις. Είναι αφορμή για να ευχαριστούμε τον Θεό. Στην πρωτοφανή αύξηση του αριθμού των ενοριών, των μονών, των πιστών και των μοναζόντων βλέπουμε την ευδοκία του Θεού έναντι της Εκκλησίας μας. Και πιστεύουμε ότι «οι πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής».

 

 

 

 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ