Η κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και δημητριακών ολικής αλέσεως βοηθά την υγεία του οργανισμού και ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων παθήσεων. Όμως, υπάρχουν κάποιες τροφές που η υπερβολική κατανάλωση τους ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία.
Ο δρ. Sarmed Sami που είναι αναπληρωτής καθηγητής στο University College London και γαστρεντερολόγος στο νοσοκομείο The Princess Grace του Λονδίνου παραθέτει πέντε τροφές που αποφεύγει να καταναλώσει.
Επεξεργασμένο κρέας
Τα επεξεργασμένα προϊόντα κρέατος (π.χ. αλλαντικά, λουκάνικα, μπέικον) έχουν υποστεί ειδική επεξεργασία προκειμένου να βελτιωθεί η γεύση τους και να παραταθεί η διάρκεια ζωής τους. Μερικές από αυτές τις μεθόδους είναι: αλάτισμα, προσθήκη συντηρητικών, σκλήρυνση.
Η επεξεργασία του κρέατος μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της γεύσης, ωστόσο, όταν καταναλώνεται σε υπερβολική ποσότητα μπορεί να βλάψει την υγεία μας. Η υψηλή προσθήκη νιτρικών και νιτρωδών αλάτων, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση του χρώματος και της γεύσης των κρεάτων μπορούν να μετατραπούν σε επιβλαβείς χημικές ουσίες (νιτροζαμίνες), αυξάνοντας τον κίνδυνο για καρκίνο του παχέος εντέρου.
Παράλληλα, τα επεξεργασμένα κρέατα έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, ενώ είναι πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά που που μπορούν να οδηγήσουν σε χρόνια φλεγμονή του γαστρεντερικού συστήματος.
Τηγανητά φαγητά
Αρκετοί πολίτες λατρεύουν τα τηγανητά τρόφιμα, όπως τις τηγανητές πατάτες.
«Τα τηγανητά μπορεί να προκαλέσουν στομαχικά προβλήματα καθώς και να επιβραδύνουν την κένωση του στομάχου, λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε τρανς λιπαρά», αναφέρει ο δρ. Sami. Κάτι το οποίο σημαίνει «ότι το φαγητό χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να αφομοιωθεί και μπορεί να προκαλέσει ναυτία και δυσφορία στο πεπτικό σύστημα».
Η κατανάλωση λιπαρών ενεργοποιεί το σώμα μας να παράξει περισσότερη χολή από τη χοληδόχο κύστη για την διάσπασή τους, με αποτέλεσμα να προκαλούνται διαταραχές, όπως φούσκωμα, ναυτία και κοιλιακές κράμπες. Επιπλέον, το τηγάνισμα απαιτεί υψηλές θερμοκρασίες, οι οποίες, με την σειρά τους, παράγουν ενώσεις που οδηγούν στην φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες του πεπτικού συστήματος.
Σακχαρούχα ποτά
Τα σακχαρούχα ποτά περιλαμβάνουν μεγάλη ποσότητα ζάχαρης, η οποία σχετίζεται με την αύξηση του βάρους, που αποτελεί παράγοντα κινδύνου για αρκετές ασθένειες. Μπορεί, επίσης, να επηρεάσει την υγεία του μικροβιώματος του εντέρου. «Η κατανάλωση υπερβολικής ζάχαρης μπορεί να συμβάλει στην φλεγμονή του εντέρου και αυξάνει τον κίνδυνο ασθενειών που σχετίζονται με το πεπτικό σύστημα, όπως η νόσος του Crohn ή η νόσος του ευερέθιστου εντέρου», επισημαίνει ο δρ Sami.
Επιπλέον, η κατανάλωση ζάχαρης μπορεί να αλλάξει τη σύνθεση των βακτηρίων στο έντερο, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε υπερανάπτυξη επιβλαβών βακτηρίων και μείωση των ωφέλιμων βακτηρίων. Κάτι που οδηγεί σε συμπτώματα, όπως φούσκωμα, δυσκοιλιότητα και διάρροια.
Ο γαστρεντερολόγος εφιστά την προσοχή των πολιτών και αναφορικά με τα ανθρακούχα ποτά (με ή χωρίς ζάχαρη). Και αυτό διότι το ανθρακικό οδηγεί στην συσσώρευση αερίων, που μπορεί να προκαλέσει φούσκωμα, κράμπες, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση καθώς και δυσκοιλιότητα.
Έτοιμα γεύματα
Μπορεί να θεωρούνται μια πρακτική λύση, όταν δεν έχουμε χρόνο να μαγειρέψουμε, ωστόσο, αρκετά από τα λεγόμενα έτοιμα γεύματα (υπερεξεργασμένα τρόφιμα) περιέχουν πρόσθετη ζάχαρη, λιπαρά, αλάτι, χημικές ουσίες, συντηρητικά και γαλακτωματοποιητές που συνδέονται με μεταβολικές αλλαγές.
Η κατανάλωση των συγκεκριμένων τροφίμων σχετίζεται με μια σειρά από παθήσεις, όπως καρδιακά προβλήματα, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, κατάθλιψη, άσθμα και καρκίνο. «Κατά γενικό κανόνα, όσο πιο επεξεργασμένο είναι ένα τρόφιμο, τόσο λιγότερο υγιεινό είναι για εσάς» τονίζει ο γαστρεντερολόγος.
Γαλακτοκομικά προϊόντα με υψηλά λιπαρά
Τα γαλακτοκομικά προϊόντα όπως το γάλα, το γιαούρτι και το τυρί αποτελούν σημαντική πηγή πρωτεΐνης και ασβεστίου για τον οργανισμό.
«Παρά τα οφέλη τους για την υγεία, τα γαλακτοκομικά δεν είναι για όλους» υπογραμμίζει ο δρ Sami, δεδομένου ότι αρκετοί πολίτες έχουν δυσανεξία στη λακτόζη που μπορεί να να προκαλέσει φούσκωμα, κοιλιακό άλγος και διάρροια – αν και υπάρχουν διαθέσιμα στην αγορά και αντίστοιχα χωρίς λιπαρά.
Τα κορεσμένα λιπαρά, όμως, χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αφομοιωθούν από τον οργανισμό, με αποτέλεσμα να παρουσιαστούν συμπτώματα, όπως δυσπεψία, παλινδρόμηση καθώς και φλεγμονή του εντέρου.
Τέλος, τα γαλακτοκομικά προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά (π.χ. κρέμα γάλακτος) μπορούν επίσης να διαταράξουν τα βακτήρια του εντέρου, γεγονός που μπορεί να επιφέρει αλλαγές στο μικροβίωμα.