Η ηλικία του εγκεφάλου μπορεί να διαφέρει από την βιολογική ηλικία και οι παράγοντες που την επηρεάζουν μπορούν να εντοπιστούν μέσω μιας πολύτιμης εξέτασης.
Ειδικότερα, ερευνητές από το University College του Λονδίνου, διαπίστωσαν ότι μέσω της μαγνητικής τομογραφίας μπορούσαν να εκτιμήσουν την ηλικία του εγκεφάλου αλλά και τους παράγοντες που αύξαναν τον κίνδυνο γήρανσης του.
Αναλύοντας τα δεδομένα, συμπέραναν ότι η επιδείνωση της καρδιακής υγείας στην ηλικία των 36 ετών αποτελούσε έναν προβλεπτικό παράγοντα μεγαλύτερης ηλικίας του εγκεφάλου αργότερα στη ζωή. Μάλιστα, οι άνδρες είχαν την τάση να έχουν γηραιότερους εγκεφάλους από τις γυναίκες της ίδιας βιολογικής ηλικίας, όπως αναφέρεται στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Healthy Longevity.
Επίσης, ένας γρηγορότερα γηρασμένος εγκέφαλος συσχετίστηκε με ελαφρώς χαμηλότερη βαθμολογία στα γνωστικά τεστ και προέβλεπε επίσης αυξημένη συρρίκνωση του εγκεφάλου (ατροφία) μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Επομένως και αυτό το εύρημα θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό κλινικό δείκτη για να εντοπιστούν εγκαίρως τα άτομα που διατρέχουν κίνδυνο γνωστικής εξασθένισης ή άλλων ασθενειών που σχετίζονται με τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Η μελέτη
Οι ερευνητές εφάρμοσαν ένα καθιερωμένο μοντέλο μηχανικής μάθησης με βάση τη μαγνητική τομογραφία, για να εκτιμήσουν την ηλικία του εγκεφάλου συμμετεχόντων της μελέτης για τη νόσο Αλτσχάιμερ ‘Insight 46′. Καθώς οι συμμετέχοντες παρακολουθούνταν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, οι ερευνητές ήταν σε θέση να συγκρίνουν την τρέχουσα ηλικία του εγκεφάλου τους με διάφορους άλλους παράγοντες, ερμηνεύοντας περίπου το ένα τρίτο της μεταβλητότητας της ηλικίας του εγκεφάλου λόγω της μακροπρόθεσμης φύσης της έρευνας.
Οι συμμετέχοντες ήταν όλοι μεταξύ 69 και 72 ετών, αλλά η εκτιμώμενη ηλικία του εγκεφάλου τους κυμαινόταν από 46 έως 93 έτη.
Τα άτομα με τη χειρότερη καρδιαγγειακή υγεία στην ηλικία των 36 ή των 69 ετών είχαν χειρότερη εγκεφαλική υγεία, όπως και εκείνα με αυξημένη εγκεφαλοαγγειακή νόσο στη μαγνητική τομογραφία (που σχετίζεται με τη ροή του αίματος και τα αιμοφόρα αγγεία στον εγκέφαλο).
Επιπροσθέτως, η μεγαλύτερη ηλικία του εγκεφάλου σχετίστηκε με την υψηλότερη συγκέντρωση της πρωτεΐνης NFL στο αίμα. Η αύξηση της πρωτεΐνης θεωρείται ότι προκύπτει λόγω βλάβης των νευρικών κυττάρων και αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα για νευροεκφυλιστικές νόσους.
Ωστόσο, δεν εντοπίστηκε καμία συσχέτιση μεταξύ της γήρανσης του εγκεφάλου και της γνωστικής λειτουργίας στην παιδική ηλικία, του μορφωτικού επιπέδου ή της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης.
«Διαπιστώσαμε ότι παρά το γεγονός ότι τα άτομα που συμμετείχαν σε αυτή τη μελέτη είχαν όλοι παρόμοια ηλικία, υπήρχε πολύ μεγάλη διακύμανση στο πόσο γηρασμένος ήταν ο εγκέφαλός τους, όπως προέβλεπε το υπολογιστικό μοντέλο. Ελπίζουμε ότι αυτή η τεχνική θα μπορέσει να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο για τον εντοπισμό ατόμων που κινδυνεύουν από πρόωρη γήρανση, έτσι ώστε να τους προσφέρονται έγκαιρες, στοχευμένες στρατηγικές πρόληψης για τη βελτίωση της υγείας του εγκεφάλου τους» συμπλήρωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Δρ Jonathan Schott.