Οι δείκτες στο ρολόι της διασκέδασης γυρίζουν πολλά χρόνια πίσω και σκαλώνουν στις δεκαετίες του '70 και του '80.
Οι νύχτες της εποχής εκείνης είχαν τη σφραγίδα μιας διασκέδασης που άφησε εποχή - την εποχή των ντισκοτέκ, που έχουν αποτυπωθεί πολύ χαρακτιτιστικά στο «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» και τις αξέχαστες βιντεοταινίες με τον Στάθη Ψάλτη και τη Ρένα Παγκράτη.
Δεν υπάρχει ταινία εκείνης της εποχής που να μην έχει ένα μικρό γύρισμα ή έστω και ένα μικρό πέρασμα έξω από ντισκοτέκ.
Δυνατή μουσική (από Μάικλ Τζάκσον, ΑΒΒΑ και ιταλοντίσκο μέχρι Λίτσα Διαμάντη), φώτα νέον και ξέφρενος χορός κάτω από την τεράστια ασημένια ντισκομπάλα, υπό τους ήχους των μουσικών επιλογών και των... αφιερώσεων του dj -τη δεκαετία του '80 δεν υπήρχε ούτε μια περιοχή που να μην είχε έστω κι έναν ανάλογο χώρο διασκέδασης με τα... ντεσιμπέλ στα πάνω τους.
Κάθε γειτονιά και ντίσκο
Η ντίσκο άνθισε στην Ελλάδα από τα μέσα της δεκαετίας του 70 και μέχρι τις αρχές του ’90.
Ο δημοσιογράφος και μουσικός παραγωγός Λευτέρης Κογκαλίδης έζησε την εποχή της disco από την αρχή μέχρι το τέλος της, αφού ήταν ανταποκριτής του αμερικανικού περιοδικού «Billboard» στην Ελλάδα και είχε πρόσβαση ακόμα και στο θρυλικό Studio54 της Νέας Υόρκης.
Ο ίδιος θυμάται τα χρόνια που σε κάθε γειτονιά υπήρχε και μία ντίσκο, από την οποία περνούσε όλη η νεολαία της περιοχής.
Από τις ντίσκο έχουν περάσει σχεδόν όλοι. Μαθητικοί χοροί, πάρτι, μέχρι και διαγωνισμοί χορού με κριτική επιτροπή, μεταξύ των οποίων ήταν συχνά ο γνωστός μουσικός παραγωγός της Θεσσαλονίκης.
Οι διαγωνιζόμενοι, όπως θυμάται, «τα έδιναν όλα» στις πίστες, με χορευτικές αυτοσχέδιες -και όχι μόνο- φιγούρες, υπό τους ήχους των εισαγόμενων επιτυχιών, που γίνονταν γνωστές μέσα σε ελάχιστες ώρες.
«Όχι μόνο στις πιο κοσμικές ντίσκο αλλά και σε αυτές της γειτονιάς γίνονταν συχνά διαγωνισμοί, στους οποίους καλούσαν δημοσιογράφους, ηθοποιούς για κριτική επιτροπή. Βλέπαμε τα ζευγάρια που χόρευαν με στόχο τη νίκη και έπαθλο μια φιάλη ουίσκι ή κρασί, αλλά κυρίως χόρευαν για τη διάκριση. Τινάζονταν στον αέρα και προσγειώνονταν στην πίστα μέχρι να ξαναρχίσει η μουσική. Ήταν κυρίως στα καινούρια κομμάτια, τα χορευτικά, η στιγμή που ανέβαιναν όλοι στην πίστα, όπου και άφηναν έναν κουβά ιδρώτα προτού ξανακαθίσουν, και κάπως έτσι κυλούσε η βραδιά» περιγράφει.
Πώς «έσβησε» η ντισκομπάλα
Σταδιακά, από τα τέλη της δεκαετίας του 90, οι ντισκοτέκ άρχισαν να κλείνουν καθώς οι εποχές, οι μουσικές και οι μόδες άλλαξαν.
«Το 2000 είχαμε ακόμη ντίσκο αλλά σιγά σιγά έσβηνε, δίνοντας τη θέση της σε άλλα ήδη χορευτικής μουσικής. Σήμερα ο κόσμος χορεύει όπου να 'ναι, σηκώνεται στη θέση του και απλώς κουνιέται» λέει ο κ. Κογκαλίδης.
Ωστόσο, τα τελευταίο διάστημα η ρετρό disco μουσική αναβιώνει, με τα καινούργια χιτ στο εξωτερικό να «πατάνε» πάνω στους ήχους του παρελθόντος και καινούργια μαγαζιά να ανοίγουν σε κεντρικά σημεία των μεγάλων πόλεων.
Επίσης, η αγάπη και των νέων για τα τραγούδια μιας άλλης εποχή φάνηκε και από την εκδήλωση «Γιορτή της πανσελήνου του καλοκαιριού», την οποία ο ίδιος διοργανώνει από το 2017. Φέτος, ο χώρος στην παραλία πλημμύρισε από κόσμο και μάλιστα πολύ νεότερης ηλικίας.