Στόχος της κυβέρνησης είναι η λειτουργία της σιδηροδρομικής γραμμής από Αθήνα μέχρι Θεσσαλονίκη με εμπορευματικά τρένα ώστε να αποσυμφορηθούν λιμένες και αποθήκες στην Αττική καθώς υπάρχει σημαντικό πρόβλημα με προϊόντα που πρέπει να μεταφερθούν τόνισε στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Καθαροί Λογαριασμοί» με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και τον Γιώργο Παπαγεωργίου, ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, Χρήστος Σταϊκούρας. Ενδεχόμενη αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα από τον οίκο S&P σήμερα θα είναι πολύ σημαντικό γεγονός και απόρροια των θυσιών της ελληνικής κοινωνίας και της συλλογικής κυβερνητικής προσπάθειας από το 2019, σύμφωνα με την ερτ.
‘Ομως, ο ίδιος υπογράμμισε ότι θα χρειασθούν αρκετοί μήνες για να λειτουργήσουν επιβατικά τρένα στην ίδια γραμμή με την απαιτούμενη ασφάλεια. «Εκτιμούμε πάνω από ενάμιση έτος για να έρθουμε στην κατάσταση που ήμασταν πριν από περίπου ενάμιση μήνα,» πρόσθεσε.
Ο κ. Σταϊκούρας ανέφερε επίσης ότι εκτός από την αναγκαιότητα να λειτουργήσει με μεγαλύτερη ασφάλεια ο υφιστάμενος σιδηροδρομικός άξονας Αθήνα Θεσσαλονίκη Προμαχώνας, πρέπει να δούμε πώς θα εξασφαλίσουμε τη συνεργασία άλλων χωρών, γιατί έχουμε καλύτερες πιθανότητες χρηματοδότησης, με πρόσθετους νέους ευρωπαϊκούς πόρους για να ενταχθούμε το επόμενο χρονικό διάστημα στους νέους διαδρόμους που ανοίγονται μπροστά μας. Αναφερόταν στη διασύνδεση του λιμένα της Αλεξανδρούπολης με σιδηροδρομικό δίκτυο μέσω Βουλγαρίας με την Ουκρανία από όπου θα μπορούν να μεταφέρονται σιτηρά.
Ερωτηθείς για το θέμα της αύξησης των διοδίων στους μεγάλους οδικούς άξονες που είχαν θέσει οι εταιρείες παραχώρησης, ο υπουργός τόνισε ότι δεν έχει συζητηθεί το τελευταίο διάστημα.
«Πάντα υποστηρίζω ότι όταν υπάρχουν εξωγενείς κρίσεις, η πολιτεία και ο Έλληνας φορολογούμενος μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση των κρίσεων, αλλά θα πρέπει και ο ιδιωτικός τομέας να συμβάλει παίρνοντας μέρος του κόστους. Αυτή ήταν η αρχή με την οποία δούλεψε η ελληνική κυβέρνηση στις πρωτόγνωρες εξωγενείς κρίσεις,» τόνισε. «’Άρα την ίδια λογική είχαμε και στις συζητήσεις με τους παραχωρησιούχους, οι οποίοι με βάση τις υφιστάμενες συμβάσεις έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τα διόδια κατά τον πληθωρισμό του προηγούμενου Σεπτεμβρίου. Αυτό σημαίνει ότι φέτος είχαν τη δυνατότητα να αυξήσουν τα διόδια κατά 12%, τόσο που ήταν ο ο πληθωρισμός πέρσι το Σεπτέμβριο. Αυτό μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει και θεωρούμε ότι δεν πρέπει να γίνει σε αυτή την έκταση, διότι αυτό είναι τεράστια επιβάρυνση για τον Έλληνα πολίτη, σε μια συγκυρία στην οποία ήδη ο πολίτης υφίσταται τις δυσμενείς συνέπειες του πληθωρισμού.»
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι θα πρέπει να δούμε πώς θα διαχειριστούμε αυτές τις συμβάσεις μελλοντικά, κατά τον βέλτιστο εφικτό τρόπο «γιατί από πίσω υπάρχουν και τράπεζες, υπάρχουν και δανειοδοτήσεις και υπάρχουν και ήδη συμβάσεις. Γι’ αυτό και έχουμε μπει σε έναν από τη δική μας πλευρά καλόπιστο διάλογο, ώστε να βρούμε τις βέλτιστες εφικτές λύσεις όχι μόνο για φέτος αλλά και για τα επόμενα έτη.»
Ερωτηθείς κατά πόσο το εργαλείο των συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη νέα κατάσταση με τις φυσικές καταστροφές που δημιουργεί νέους, άγνωστους κινδύνους, ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών απάντησε ότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Ο ίδιος έφερε ως παράδειγμα τα μεγάλα αντιπλημμυρικά έργα που εκτελεί το Υπουργείο Υποδομών. «Από το Υπουργείο υπάρχουν 4 (έργα) υπό ανάθεση 200 εκατομμυρίων και είναι υπό ανάθεση δύο έργα ΣΔΙΤ 500 εκατομμυρίων. Άρα βλέπετε ότι μπορεί να συνεχίσει αυτός ο συνδυασμός ένταξης και του ιδιωτικού τομέα στη συγχρηματοδότηση έργων που έχει ανάγκη η Πολιτεία.»
Αναφορικά με την αναμενόμενη ετυμηγορία του οίκου αξιολόγησης Standard & Poor’s (S&P) για την αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, ο κ. Σταϊκούρας ανέφερε ότι σημαντικές αναβαθμίσεις είχαμε και την προηγούμενη τετραετία. «…αλλά μας έλειπε το τελευταίο βήμα που ήταν η αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα και αυτό ξεκίνησε να επιτυγχάνεται τους τελευταίους μήνες. Θεωρώ ότι είναι μια πολύ μεγάλης σημασίας πράξη κίνηση από τους επενδυτικούς οίκους και από τους οίκους αξιολόγησης, απόρροια των πολύχρονων θυσιών της ελληνικής κοινωνίας αλλά και της συλλογικής προσπάθειας της ελληνικής κυβέρνησης την τελευταία τετραετία.»