Οικονομία

Μισθοί - υπερωρίες: Τι αλλάζει εντός Μαρτίου - Τι ισχύει για προϋπηρεσία

Μήνας εξελίξεων στο μέτωπο των εργασιακών είναι ο Μάρτιος, καθώς μπαίνουν σε τροχιά δυο βασικές μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν τα πάντα σε μισθούς και υπερωρίες.

Ετσι:

τον Μάρτιο αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή το σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας για την αναμόρφωση της αγοράς εργασίας, με στόχο να ψηφιστεί εντός Απριλίου.


το τελευταίο 10ήμερο του Μαρτίου πρέπει να ξεκινήσει η 4μηνη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, ώστε το δεύτερο 15ήμερο του Ιουλίου, ο υπουργός Εργασίας να εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο τον νέο κατώτατο μισθό. Αυτό προβλέπει η νομοθετική διάταξη που ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβρη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Όπως προκύπτει από την έκθεση των θεσμών για την 9η μετα-μνημονιακή αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, η διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού, πάγωσε τρεις φορές ελέω πανδημίας και τελικά αναμένεται να ξεκινήσει τον Μάρτιο του 2021. Αυτό προβλέπει άλλωστε η νομοθετική διάταξη που ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβρη. Η Κομισιόν επισημαίνει ότι ο νόμιμος κατώτατος μισθός θα πρέπει να αναθεωρείται ετησίως, επαναλαμβάνοντας πως δεν πρέπει να ανατραπεί η μεταρρύθμιση του 2013, με την οποία αφαιρέθηκε από τους κοινωνικούς εταίρους η ευθύνη καθορισμού του κατώτατου μισθού και μεταβιβάστηκε στην εκάστοτε κυβέρνηση.

Τι λέει για τον κατώτατο η Επιτροπή Πισσαρίδη


Υπενθυμίζεται πως αναφορές για τον κατώτατο μισθό έχει και η τελική έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, η οποία αποφαίνεται πως οι αλλαγές του 2014 που έδωσαν την εξουσία στην κυβέρνηση να καθορίζει το μισθό πρέπει να διατηρηθούν και να μην επιστρέψει η διαμόρφωση του μισθού στα χέρια των κοινωνικών εταίρων. «Ο ρόλος του κράτους είναι κρίσιμος και πρέπει να διασφαλίζει ότι τα συμφέροντα των ανέργων εκπροσωπούνται στη διαπραγμάτευση», αναφέρουν χαρακτηριστικά τα μέλη της Επιτροπής, προσθέτοντας πως η ύπαρξη ενός κατώτατου μισθού είναι μεν σημαντική, καθώς αμβλύνει τη διαπραγματευτική ισχύ των εργοδοτών και συμβάλλει στην καταπολέμηση της φτώχειας, αν όμως καθοριστεί σε πολύ υψηλό επίπεδο, μπορεί να αυξήσει την ανεργία, αποκλείοντας από την αγορά εργασίας άτομα με χαμηλές δεξιότητες. «Οι άνεργοι είναι οι μεγάλοι χαμένοι σε αυτή την περίπτωση, καθώς οι προοπτικές να βρουν εργασία μειώνονται», σημειώνει η Επιτροπή καταλήγοντας πως «ο κατώτατος μισθός πρέπει να καθορίζεται με οικονομικά ορθολογικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέρονται των εχόντων εργασία αλλά και των ανέργων».

Οι Σοφοί προτείνουν ο κατώτατος μισθός να αποφασίζεται από ένα Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων με τριετή θητεία, ώστε να μη συμπίπτει απαραίτητα με τον πολιτικό κύκλο μιας κυβέρνησης. «Η κυβέρνηση θα πρέπει να θεωρεί την πρόταση του Συμβουλίου δεσμευτική», συνιστούν οι Σοφοί της Επιτροπής Πισσαρίδη, διατηρώντας τη δυνατότητα να θέσει τον κατώτατο μισθό σε άλλο επίπεδο, δημοσιεύοντας μια επαρκή αιτιολόγηση για την απόκλιση από την πρόταση του Συμβουλίου.

Τι ισχύει για την προϋπηρεσία


Υπενθυμίζεται πως αναμένεται και η απόφαση του ΣτΕ για την τύχη των 3ετιών. Με την επικείμενη απόφασή τους οι δικαστές θα κρίνουν αν δεκάδες χιλιάδες μισθωτοί που είχαν θεμελιώσει δικαίωμα για επιδόματα προϋπηρεσίας το 2012 τα δικαιούνται ακόμη ή θα τα χάσουν καταγράφοντας απώλειες μισθού έως και 195 ευρώ το μήνα. Οι βιομήχανοι που έχουν προσφύγει στο ΣτΕ ζητούν «γυμνό» μισθό για όλους χωρίς 3ετίες έστω και «παγωμένες» από το 2012 και ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας.

Εφόσον η απόφαση των δικαστών είναι θετική για τους εργαζόμενους, τότε οι μισθοί θα πρέπει να συνεχίσουν να καταβάλλονται στα σημερινά επίπεδα, δηλαδή στο ύψος στο οποίο διαμορφώθηκαν από τον Φλεβάρη του 2019 και μετά. Ακολούθως ο νέος κατώτατος μισθός που θα οριστεί από το υπουργικό συμβούλιο τον ερχόμενο Ιανουάριο θα πρέπει να έχει προσαυξήσεις προϋπηρεσίας για όσους είχαν πάνω από 3 χρόνια εργασίας τον Φεβρουάριο του 2012.

Αν, όμως, η απόφαση του δικαστηρίου είναι αρνητική για τους εργαζόμενους – γίνει, δηλαδή, δεκτή η προσφυγή των βιομηχάνων – τότε χιλιάδες μισθωτοί θα χάσουν τα επιδόματα προϋπηρεσίας, τα οποία υπολογίζονται από τον περασμένο Φλεβάρη επί του νέου κατώτατου μισθού των 650 ευρώ. Επίσης ο νέος μισθός θα είναι γυμνός από προσαυξήσεις και ενιαίος για όλους. Δεδομένου ότι από το 2012 ισχύει πλαφόν για την προσαύξηση λόγω προϋπηρεσίας στο 30%, το ανώτατο ύψος των επιδομάτων που διακυβεύεται είναι έως 195 ευρώ το μήνα.

Από την επικείμενη απόφαση του ΣτΕ θα κριθεί το ύψος των αποδοχών και των μελλοντικών εργαζομένων, καθώς προβλέπεται πως τα επιδόματα προϋπηρεσίας (οι λεγόμενες 3ετίες) θα «ξεπαγώσουν» όταν η ανεργία πέσει κάτω από 10%.

Ανοίγει το μέτωπο των εργασιακών


Εντός του Μαρτίου, επισημαίνει η Κομισιόν στην έκθεσή της, η ελληνική κυβέρνηση θα καταθέσει νομοθετική παρέμβαση για την βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου για το  εργατικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης των «εξαιρετικά περιοριστικών» κανόνων που ισχύουν για τις υπερωρίες. 

Μεταξύ άλλων, στο νέο θεσμικό πλαίσιο, που θα σταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να γνωμοδοτήσει, περιλαμβάνονται η κατάργηση της  διάκρισης αποζημιώσεων απόλυσης μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών – μέτρο που θα συμπαρασύρει και την σημερινή διάκριση μισθού και ημερομισθίου – καθώς και μέτρα για την «ευέλικτη και οικιακή εργασία». Πρόκειται για τις γνωστές διατάξεις για την θεσμική θωράκιση της τηλεργασίας αλλά και για την διευθέτηση του χρόνου εργασίας που θα προβλέπουν συμψηφισμό ωρών εργασίας επιπλέον του 8ώρου (έως και 2 ωρών επιπλέον την ημέρα) με μείωση του 8ωρου σε άλλες εργάσιμες ημέρες, ρεπό ή άδεια.

Η έκθεση αναφέρει ότι το νέο θεσμικό πλαίσιο έπρεπε να έχει περάσει από την Βουλή  έως τον Σεπτέμβριο του 2020, όμως με δεδομένη την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στην αντιμετώπιση της πανδημίας και μετά τον πρόσφατο ανασχηματισμό και την αλλαγή της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας, η μεταρρύθμιση του εργατικού δικαίου  έχει καθυστερήσει.

Προς το παρόν αναμένεται – σύμφωνα πάντα με την Κομισιόν – ότι ο νόμος για την εργατική μεταρρύθμιση θα κατατεθεί στο Κοινοβούλιο τον Μάρτιο και θα νομοθετηθεί τον Απρίλιο. Εν τω μεταξύ, θα ζητηθεί η γνώμη των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων σχετικά με το σχέδιο νόμου, καταλήγει η Ε.Ε.

Εκκρεμείς συντάξεις


Αναφορικά με την εκκαθάριση των εκκρεμών συνταξιοδοτικών αιτήσεων η Επιτροπή επισημαίνει την μεταχρονολόγηση της εκκαθάρισης του μητρώου, η οποία σχετίζεται με την πανδημία του κορονοϊού, όπως λέει. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει υποβάλλει το υπουργείο Εργασίας και η διοίκηση του e-ΕΦΚΑ στους ευρωπαίους αξιωματούχους, οι εκκρεμείς συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις ανέρχονται σε  περίπου 500 εκατ. ευρώ, ποσό που παραμένει  σε γενικές γραμμές σταθερό σε σύγκριση με την προηγούμενη έκθεση. Η Ε.Ε. αναφέρει πως ήδη τροποποιήθηκε και το σχέδιο εκκαθάρισης  του Νοεμβρίου 2020, με την δέσμευση όμως για εκκαθάριση του όγκου των εκκρεμοτήτων έως το τέλος του 2021 να παραμένει.

Η έκθεση δεν αναφέρεται καθόλου στην επικείμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση των επικουρικών συντάξεων. Γίνεται μόνο αναφορά στην προσπάθεια ολοκλήρωσης της ενιαίας λειτουργίας του e-ΕΦΚΑ και επισημαίνεται ότι παρά τις δυσκολίες που δημιουργήθηκαν από την πανδημία, η ελληνική πλευρά ολοκληρώνει την οργανωτική και θεσμική σύσταση του Φορέα. Ήδη, ο ΟΓΑ εντάχθηκε στις διαδικασίες του ΙΚΑ και απομένει η ένταξη του ΟΑΕΕ. Ωστόσο, η Κομισιόν ξεκαθαρίζει ότι πρέπει να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος για την πλήρη ολοκλήρωση της οργανωτικής λειτουργίας του e-ΕΦΚΑ. Επισημαίνεται, τέλος, ο πιθανός κίνδυνος δικαστικών αποφάσεων σχετικά με τις αναδρομικές διεκδικήσεις των συνταξιούχων.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ