Το σκληρό πορνό φαίνεται πως άρεσε στον Γουέιν Κούζενς, καθ’ ομολογία βιαστή και δολοφόνο της Σάρα Έβεραρντ, που την απήγαγε σύμφωνα με δικαστήριο στη Βρετανία.
Ο 48χρονος είχε μαζί του τον αστυνομικό του εξοπλισμό όπως χειροπέδες και μια μαύρη θήκη για σπρέι πιπεριού, λίγο πριν αρπάξει την 33χρονη στις 3 Μαρτίου.
Δύο άνθρωποι τον είχαν δει νωρίτερα και τον ρώτησαν για τον εξοπλισμό του σε ένα κατάστημα υλικού υπολογιστών, με τον δολοφόνο να λέει κυνικά πως του αρέσουν τα «βρώμικα πράγματα» πριν πει στον ιδιοκτήτη «Είμαι μυστικός αστυνομικός» ενώ φαίνεται να «συνέλαβε» την Έβεραρντ εκμεταλλευόμενος τους νόμους για την πανδημία, κάνοντας περιπολία.
Ένας συνάδελφός του είπε στη δίκη πως πριν από μερικά χρόνια τον άκουσε να μιλά για «την έλξη του στη σκληρή σεξουαλικά πορνογραφία», προκαλώντας αίσθηση.
Ήταν αστυνομικός στο Λονδίνο και μέλος της μονάδας προστασίας των διπλωματικών αποστολών όμως δεν μπορούσε να φέρει όπλο όταν έσπασε το δάχτυλό του τον Ιούλιο του περασμένου έτους και έκανε δουλειές γραφείου μέχρι τα τέλη του 2020, αλλά κρίθηκε ακατάλληλος τον Δεκέμβριο.
Φυσικά, απολύθηκε από το Αστυνομικό Σώμα μετά την ομολογία του για τον φόνο, τον βιασμό και την απαγωγή της άτυχης 33χρονης, ενώ δεν ήταν λίγοι οι συνάδελφοί του που τον χαρακτήρισαν «καλό οικογενειάρχη» και δεν παρατήρησαν τίποτα ασυνήθιστο στη συμπεριφορά του.
Παράλληλα, είχε δημιουργήσει ένα προφίλ στην ιστοσελίδα γνωριμιώνmatch.com στις 2 Δεκεμβρίου πέρυσι, χρησιμοποιώντας άλλο όνομα, δίνοντας ψευδή ημερομηνία γέννησης και ισχυριζόμενος ότι ήταν χωρισμένος και πως δεν είχε παιδιά, ενώ ζούσε στο Καντέρμπερι.
Μετά τη δολοφονία της Έβεραρντ, έστειλε email στον ανώτερό του λέγοντας πως δεν νιώθει πια ικανός να φέρει όπλο και ζήτησε τη χορήγηση αναρρωτικής άδειας.
Ωστόσο, πήγε στο Λονδίνο για να επιστρέψει τα αντικείμενα που είχε χρησιμοποιήσει για να απαγάγει την Έβεραρντ.
Η 33χρονη Έβεραρντ απήχθη ενώ επέστρεφε με τα πόδια στην κατοικία της από ένα φιλικό σπίτι στο νότιο Λονδίνο στις 3 Μαρτίου.
Το πτώμα της ανακαλύφθηκε αργότερα σε δάσος λίγο έξω από το Λονδίνο.
Η δολοφονία της προκάλεσε ξεσπάσματα οργής από γυναίκες που μίλησαν για τις δικές τους εμπειρίες και τον φόβο τους να περπατούν μόνες τους στον δρόμο το βράδυ.