Κοινωνία
Ενημερώθηκε στις:

Δίκη Μπάμπη Αναγνωστόπουλου: Ποτέ δεν είχα σκοπό να βλάψω την Καρολάιν

Στο δικαστήριο οδηγήθηκε λίγο μετά τις 8:30 το πρωί ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος,  ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία της 20χρονης συζύγου του και μητέρας του παιδιού του Καραλάιν Κράουτς, τον Μάιο του 2021 μέσα στη μεζονέτα στα Γλυκά Νερά.

Με την έναρξη της δίκης για τη δολοφονία της Καρολάιν έλαβε χώρα στο ακροατήριο ο εξής διάλογος, μεταξύ του κατηγορούμενου και της προέδρου του δικαστηρίου.

Πρόεδρος: Αποδέχεστε, ή όχι τις κατηγορίες;

Αναγνωστόπουλος: Ποτέ δεν είχα σκοπό να βλάψω τη σύζυγό μου. Την αγαπούσα και την αγαπώ. Αυτό δεν άλλαξε και δεν θα αλλάξει ποτέ, από τη μέρα που τη γνώρισα.

Πρόεδρος: Έχετε πει ότι τελούσατε κατάσταση βρασμού;

Αναγνωστόπουλος: Αυτός είναι ο ισχυρισμός μου, δεν υπήρχε προμελέτη, κανένα όφελος η κέρδος από εμένα από αυτή την πράξη.

Η δίκη  στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας  συνεχίζεται σήμερα με την κατάθεση αστυνομικών που είχαν διερευνήσει την υπόθεση ανθρωποκτονίας.

Δείτε το βίντεο από το protothema

Σήμερα η ακροαματική διαδικασία, έπειτα από τη σύντομη διακοπή της την περασμένη Παρασκευή, συνεχίζεται κανονικά και στο βήμα του μάρτυρα, εκτός απρόοπτου, θα ανέβουν για να καταθέσουν οι αστυνομικοί που είχαν διερευνήσει την υπόθεση και είχαν σπεύσει στη μεζονέτα του ζευγαριού στα Γλυκά Νερά, όταν ο 34χρονος Χαράλαμπος Αναγνωστόπουλος, τους κάλεσε σε βοήθεια παριστάνοντας ότι ο ίδιος και η οικογένειά του έχουν πέσει θύματα αδίστακτων ληστών. Όπως προέκυψε, ωστόσο, κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, πίσω από το φρικτό έγκλημα βρίσκονταν ο 34χρονος κατηγορούμενος, ο οποίος έπαιζε «θέατρο» επί ένα και πλέον μήνα παριστάνοντας τον τεθλιμμένο σύζυγο και παραπλανώντας τις αρχές που προσπαθούσαν να διαλευκάνουν το έγκλημα. Εν τέλει, μετά τη σύλληψή του ομολόγησε στις αρχές την εμπλοκή του στην υπόθεση αποδίδοντας όμως τη δολοφονία της νεαρής κοπέλας σε… ατύχημα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Τι ανέφερε ο αστυνομικός που έφτασε πρώτος στο σπίτι στα Γλυκά Νερά

«Όταν φτάσαμε στο σημείο είδαμε τη γειτόνισσα. Κρατούσε το τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση και ακουγόταν ένας άντρας με πνιχτή φωνή και μας καλούσε σε βοήθεια. Το ένα παραθυρόφυλλο ήταν βγαλμένο στο πάτωμα. Όλα ήταν σαν ψαγμένα. Ακούσαμε τη φωνή να ζητά να ανέβουμε πάνω. Τότε είδαμε ένα μεγάλο σκυλί νεκρό να κρέμεται κρέμεται την κουπαστή. Καταλάβαμε ότι κάτι κακό έχει συμβεί. Οι άλλοι χώροι ήταν επίσης ακατάστατοι, μπήκαμε μέσα στο δωμάτιο και είδαμε το κρεβάτι ευθεία μπροστά, το θύμα ξαπλωμένο μπρούμυτα, φαινόταν ότι ήταν νεκρή, και τον κατηγορούμενο αριστερά από το κρεβάτι, στο πάτωμα, δεμένος χειροπόδαρα, τα χέρια και τα πόδια μαζί ενωμένα», είπε ο μάρτυρας και συμπλήρωσε: «Είδαμε την κοπέλα δεμένη ήταν νεκρή. Ο κατηγορούμενος κάτω από το κρεβάτι. Ήταν δεμένος. Τα πόδια του δεμένα μεταξύ τους. Τα χέρια μεταξύ τους και όλα μαζί σε εμβρυακή στάση. Είχε ταινία στο στόμα και τα μάτια. Είδαμε το μωρό πάνω στο σώμα της μαμάς του. Η γυναίκα ήταν πισθάγκωνα. Πρώτα λύσαμε το λαιμό και τα χέρια και μετά πήρα το μωρό από πάνω της. Όταν λύθηκε ο κατηγορούμενος έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να ακουμπάει τη γυναίκα σε κατάσταση να δει τι έχει συμβεί. Την κουνούσε και ρωτούσε αγάπη μου είσαι καλά; Έκανε κάποιες ενέργειες, έμοιαζε ότι βρισκόταν σε σοκ και μου ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά. Του το έδωσα. Οι κινήσεις του μας φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό σαν κούκλα και προσπαθούσαμε να τον ηρεμήσουμε και να τον απομακρύνουμε».

Ο αστυνομικός χαρακτήρισε περίεργη τη συμπεριφορά του 33χρονου που έμοιαζε σοκαρισμένος με την πρώτη ματιά, αλλά αργότερα όταν σκέφτηκα όσα έγιναν, υποστήριξε πως του έμοιαζε με θέατρο. «Ήταν λίγο περίεργο. Είπαμε ότι ήταν πολύ σοκαρισμένος ή πολύ ψύχραιμος. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια αντίδραση. Μου έκανε εντύπωση η ψυχραιμία του ή η έλλειψη αντίληψης κατάστασης. Θεωρήσαμε ότι είναι σε σοκ και δεν ήθελε να πάρει το παιδί αγκαλιά. Έπρεπε κάποιος να πάρει το παιδί. Μου ζήτησε λίγο χρόνο να πάρει τους γονείς του. Τους πήρε τελικά να έρθουν να το πάρουν» ανέφερε ο μάρτυρας και όταν ερωτήθηκε περιέγραψε τι αντίκρισε φτάνοντας στο σημείο.

Πρόεδρος: Το παιδί είχε καταλάβει τι είχε συμβεί;

Αστυνομικός: Όχι δεν έκλαιγε ήταν σιωπηλό. Η γυναίκα ήταν δεμένη πισθάγκωνα με κάποιο ύφασμα και είχε περασμένο και ένα δεύτερο ύφασμα σαν ζακέτα. Όταν λύθηκε ο κατηγορούμενος έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να σκουντάει τη γυναίκα, σε κατάσταση ότι τι έχει συμβεί. Του είπαμε ότι έχει τελειώσει, είναι νεκρή. Έκανε κάποιες ενέργειες ότι βρισκόταν σε σοκ και ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά. Του το έδωσα αλλά επειδή οι κινήσεις του φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό δεξιά αριστερά σαν κούκλα, σαν σε κατάσταση θρήνου, του το πήρα από τα χέρια.

Πρόεδρος: Δηλαδή πως ήταν;

Μάρτυρας: Είπαμε και με τους άλλους συναδέλφους, ότι είτε είναι πολύ σοκαρισμένος είτε είναι πολύ ψύχραιμος.

Πρόεδρος: Δηλαδή είδατε μια συμπεριφορά ακραία;

Μάρτυρας: Έχουμε ξαναδεί συγγενείς θυμάτων, δεν δει ξανά τέτοια αντίδραση.

Πρόεδρος: Τι σας έκανε εντύπωση δηλαδή;

Μάρτυρας: Η ψυχραιμία, ή η έλλειψη αντίληψης της κατάστασης. «Αρχίσαμε να συζητάμε αυτό που είδαμε και το πρώτο που συζητήσαμε είναι ότι δεν υπήρχαν ίχνη παραβίασης. Το παράθυρο ήταν άθικτο, ήταν σαν να έχει βγει και αφεθεί στο πάτωμα. Στο ισόγειο υπήρχε μια κάμερα βγαλμένη και σπασμένη. Υπήρχε πληκτρολόγιο για συναγερμό, δεν ξέρω αν λειτουργούσε» ανέφερε.

Σχετικά με τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο και τη συμπεριφορά του τη στιγμή που έφτασε η αστυνομία, σχολίασε: «Μας έκανε εντύπωση που είπε ότι πήρε τηλέφωνο με τη μύτη αφού ήταν δεμένος με τα χέρια μπροστά. Μας είπε ότι χτύπησε το κομοδίνο, έπεσε το κινητό και κατάφερε με τη μύτη να καλέσει την αστυνομία. Όταν το σκεφτήκαμε με ηρεμία ήταν σαν να έπαιζε κάποιος θέατρο. Εκείνες τις στιγμές έμοιαζε σαν να μη καταλαβαίνει τι έχει συμβεί. Έμοιαζε σε κατάσταση σοκ. Δεν έκλαψε όταν του είπα ότι η γυναίκα του είναι νεκρή και μου ζήτησε να κρατήσει το μωρό».

«Καταπέλτης» για τη συμπεριφορά του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου μετά τη δολοφονία της Καρολάιν και ο δεύτερος αστυνομικός που κατέθεσε

«Η αντίδραση του κατηγορουμένου όταν του είπε ο άλλος αστυνομικός «άστο τελείωσε» για τη γυναίκα του, ήταν σα να μη κατάλαβε τι έχει γίνει. Μας είπε κάποια στιγμή «γιατί τη σκότωσαν αφού τους έδωσα τα λεφτά». Από τις ερωτήσεις που μας έκανε κατάλαβε ότι είχε πεθάνει, αλλά η αντίδραση του ήταν τέτοια σαν να μην είχε πεθάνει η γυναίκα του. Η πρώτη αντίδραση ήταν σαν να μη κατάλαβε, αλλά μετά είχε καταλάβει αλλά η συμπεριφορά του ήταν περίεργη. Ήταν ψύχραιμος σε σημείο που δε μπορούσα να το πιστέψω. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια ηρεμία, τόση ψυχραιμία, είχε μια γαλήνη σε φάση που δεν το έχω ξαναδεί αυτό. Ήρθαν πολλές υπηρεσίες και σε όλες έλεγε την ιστορία σαν να μην έχει συμβεί κάτι σε αυτόν. Αν μου είχε συμβεί εμένα θα έλεγα «ρε παιδιά τα έχω πει πέντε φορές, πόσες φορές να τα πω» περιέγραψε ο μάρτυρας.

«Μας είπε ότι οι ληστές είχαν όπλα και μάλιστα είπε ότι είχαν ένα όπλο σαν το δικό μου, γεγονός που μας έκανε εντύπωση γιατί ένα θύμα εκείνη τη στιγμή δεν παρατηρεί το είδος του όπλου. Μας προβλημάτισε επίσης το παράθυρο, ο τρόπος που αντιδρούσε ο κατηγορούμενος, το χτύπημα στο μέτωπο του για το οποίο απάντησε ότι δεν είχε χτυπηθεί, ήταν ψύχραιμος. Μάλιστα ρώτησε κάποιος από τον ασύρματο κι εκείνος απάντησε. Ήταν τόσο ψύχραιμος, δεν έχω συναντήσει ξανά τόση ψυχραιμία» ανέφερε ο μάρτυρας.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ