Ο αντιπλοϊκός πύραυλος Harpoon είναι πιθανότατα το πιο συνηθισμένο όπλο στην κατηγορία του στην Δύση. Από την στιγμή που ξεκίνησε να παράγεται το 1975 από την McDonnell Douglas (η οποία τώρα είναι πλέον κομμάτι της Boeing), πάνω από 7.000 έχουν παραχθεί. Οι πύραυλοι έχουν εξοπλίσει εκατοντάδες πλοία παγκοσμίως στην σχετικά οικονομική τιμή των 1.5 εκατομμυρίων δολαρίων ανά μονάδα. Το οπλικό σύστημα είναι ευέλικτο και ικανό να χρησιμοποιηθεί και από αεροσκάφη, φορτηγά και υποβρύχια.
Ένα χαρακτηριστικό το οποίο γνωρίζουν λίγοι είναι πως ο πύραυλος αναπτύχθηκε αρχικά για ανθυποβρυχιακή χρήση. Η sea skimming ικανότητά του (τεχνική αντιπλοϊκών πυραύλων η οποία περιλαμβάνει χαμηλή πτήση για να αποφευχθεί η ανίχνευση τους από εχθρικά ραντάρ) αρχικά σκοπεύονταν να χρησιμοποιηθεί για την καταστροφή diesel υποβρυχίων, όσο αυτά θα φόρτωναν τις μπαταρίες του στην επιφάνεια.
Οι Αμερικάνοι σκέφτηκαν με αυτόν τον τρόπο, λόγω των Σοβιετικών diesel υποβρυχίων. Σε κάθε περίπτωση, το όπλο άλλαξε ρόλο όταν το ισραηλινό αντιτορπιλικό Eilat καταστράφηκε από το σοβιετικό P-15 Termit cruise αντιπλοϊκό πύραυλο το 1967. Αυτό το γεγονός έπεισε το αμερικανικό ναυτικό για την ανάγκη απόκτησης ενός εξειδικευμένο αντιπλοϊκού πυραύλου. Για να γλιτώσουν λεφτά και χρόνο απλά άλλαξαν ρόλο στον Harpoon πύραυλο, κρατώντας το ίδιο όνομα.
Χαρακτηριστικά και Απόδοση
Ο Harpoon αποτελεί έναν υποηχητικό, υψηλά εκρηκτικό sea skimming αντιπλοϊκό πύραυλο. Κατευθύνεται στον στόχο του με την βοήθεια ενεργού ραντάρ και πυροδοτείται κατά την επαφή. Ο πύραυλος είναι εξοπλισμένος με κεφαλή 221 κιλών. Η προώθηση του επιτυγχάνεται χάρις στον Teledyne CAE J402-300 turbojet ο οποίος παρέχει 300 κιλά ώσης. Το σύστημα αυτό παρέχει στον πύραυλο ταχύτητα cruise περίπου 0,5 μαχ (614 χλμ/ώρα).
Ο Harpoon έχει περάσει αρκετά διαφορετικά στάδια ανάπτυξης γνωστά ως Blocks. Το αρχικό μοντέλο είναι γνωστό ως Block 1. Όταν φτάνει τον στόχο του, το Block 1 αυξάνει το υψόμετρό του λίγο πριν εκτελέσει ξαφνική 'βουτιά' προς αυτόν. Το Block 1B δεν είχε αυτό το χαρακτηριστικό, ενώ το Block 1C το είχε ως προαιρετικό. Το Block 1D, το οποίο παράχθηκε περιορισμένα, είχε βελτιωμένη εμβέλεια και ικανότητα να ξανά επιτεθεί αν δεν βρήκε στόχο την πρώτη φορά. Το Block 1G αποτελεί βελτιωμένη έκδοση του SLAM-ER, ενώ το Block 1J είναι μία πρόταση βελτίωσης του πυραύλου η οποία θα τον καταστήσει ικανό να εκτοξεύεται εναντίων στόχων θαλάσσης και στεριάς, εξαφανίζοντας την ανάγκη για τον SLAM και τον απλό Harpoon πύραυλο.
Το Block 2 μοντέλο είναι ο νεότερο λειτουργικός πύραυλος της σειράς Harpoon. Νέα χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν βελτιωμένη αντίσταση σε αντίμετρα και καλύτερη στόχευση. Ο πύραυλος έχει βελτιωμένη εμβέλεια, πιο αποδοτικό κινητήρα (σε θέμα κατανάλωσης καυσίμων) και ελαφρύτερη κεφαλή. Είναι υποψήφιος για τον οπλισμό επιφάνειας-επιφάνειας των νέων αμερικανικών πλοίων μάχης κλάσης Freedom.
Στα πλοία, ο Harpoon συνήθως εκτοξεύεται από οκταπλούς εκτοξευτές.
Ο πύραυλος για πρώτη φορά είδε μάχη το 1980 στον πόλεμο Ιράν με Ιράκ. Από τότε έχει χρησιμοποιηθεί σε συμπλοκές ΗΠΑ και Λιβύης το 1986, σε επιχειρήσεις των ΗΠΑ στον Περσικό Κόλπο το 1988 και άλλες εκτοξεύσεις.
Σήμερα, περίπου 30 κράτη όπως η Αυστραλία, η Νότια Κορέα, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο χρησιμοποιούν τον πύραυλο. Φυσικά, το ελληνικό ναυτικό χρησιμοποιεί τους συγκεκριμένους πυραύλους εδώ και κάποια χρόνια.