Σήμερα συμπληρώνονται ακριβώς 50 χρόνια από τη μεγάλη επίθεση στο Ισραήλ του 1973 που άλλαξε την γεωπολιτική σκακιέρα παγκοσμίως, τον χάρτη της Μέσης Ανατολής και της ισορροπίες Δύσης - Ανατολής. Όπως και σήμερα, η επίθεση τότε ήταν αιφνιδιαστική, το Ισραήλ μέτρησε αρκετές απώλειες, υπήρξε παρέμβαση των υπερδυνάμεων ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης.
Το ημερολόγιο έγραφε Σάββατο 6 Οκτωβρίου του 1973. Θα ξημέρωνε μια ημέρα γιορτής για τους Εβραίους και το Ισραήλ. Το Γιομ Κιπούρ είναι μια μεγάλη γιορτή για τους Ισραηλίτες, αφορά την εξιλέωση και τη μετάνοια. Οι Εβραίοι παραδοσιακά τηρούν αυτή την ιερή ημέρα με μια ημερήσια νηστεία, εξομολόγηση και εντατική προσευχή, περνώντας συχνά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας σε λειτουργίες στη συναγωγή.
Εκείνο το πρωινό όμως, η αιφνιδιαστική επίθεση των Αράβων, με την Αίγυπτο και τη Συρία να πρωτοστατούν, αλλάζει τον χάρτη της Μέσης Ανατολής για πάντα.
Πρόκειται για μια εκ των πλέον σημαντικών πολεμικών αναμετρήσεων την περίοδο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που καθόρισε ουσιαστικά το σημερινό status quo στην Μέση Ανατολή. Παρά τον μακροχρόνιο σχεδιασμό και προετοιμασία και παρά τις μεγάλες αρχικές επιτυχίες των Αράβων, δεν κατάφεραν να επικρατήσουν των Ισραηλινών με αποτέλεσμα αφενός μεν η ύπαρξη του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή όχι απλώς ως κράτος αλλά ως μεγάλη περιφερειακή δύναμη να εδραιωθεί οριστικά και την αραβική επίθεση να αποτυγχάνει παταγωδώς με τεράστιες απώλειες.
Τότε ήταν οι Αιγύπτιοι και οι Σύριοι που κατόρθωσαν να αιφνιδιάσουν πλήρως το Ισραήλ, εξαπολύοντας ταυτόχρονη αιφνίδια επίθεση στην ανατολική όχθη της Διώρυγας του Σουέζ και στο Σινά, καθώς και στα Υψίπεδα του Γκολάν. Κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οι αραβικές δυνάμεις σημείωσαν αξιοσημείωτες και μάλλον ανέλπιστες επιτυχίες. Ιδίως οι Αιγύπτιοι, με παράτολμη επιχείρηση μετέφεραν ισχυρές δυνάμεις ανατολικά της Διώρυγας του Σουέζ και προέλασαν στο Σινά. Επιτυχίες είχαν και οι Σύριοι. Σκληρές μάχες μεταξύ χιλιάδων ισραηλινών, αιγυπτιακών και συριακών αρμάτων έλαβαν χώρα στα δύο μέτωπα. Επίσης, αυτή τη φορά η ισραηλινή αεροπορία, στην προσπάθειά της να βοηθήσει τον αγώνα των ισραηλινών χερσαίων δυνάμεων, υπέστη βαριές απώλειες από τους σοβιετικής κατασκευής αντιαεροπορικούς πυραύλους της Αιγύπτου και της Συρίας. Για πρώτη φορά από τότε που ξεκίνησαν οι αραβοϊσραηλινοί πόλεμοι και έπειτα από τρεις ταπεινωτικές ήττες, το 1948, το 1956 και το 1967, τα αραβικά ΜΜΕ μετέδιδαν εικόνες αιχμαλώτων Ισραηλινών στρατιωτών και κατεστραμμένων ισραηλινών αρμάτων, τεθωρακισμένων οχημάτων και αεροσκαφών, προκαλώντας ένα κλίμα ενθουσιασμού και ψυχικής ανάτασης στην αραβική κοινή γνώμη.
Ευρισκόμενο ήδη σε δύσκολη θέση, το Ισραήλ ζήτησε από τις ΗΠΑ την άμεση αποστολή οπλικών συστημάτων και πυρομαχικών. Αρχικά οι Αμερικανοί δεν επιθυμούσαν να εμπλακούν ενεργά στον πόλεμο και υιοθέτησαν στάση αναμονής. Ομως, όταν η Σοβιετική Ένωση άρχισε να ανεφοδιάζει την Αίγυπτο με πρόσθετο πολεμικό υλικό, οι Ισραηλινοί προειδοποίησαν με χρήση πυρηνικών όπλων. Αυτή η εξέλιξη προκάλεσε συναγερμό στις ΗΠΑ, υπό τον φόβο η κατάσταση να ξεφύγει πλήρως και έτσι ξεκίνησε μια γιγαντιαία επιχείρηση ανεφοδιασμού των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, κυρίως από αέρος.
Τις αμέσως επόμενες ημέρες οι ισραηλινές δυνάμεις ανέλαβαν σταδιακά την πρωτοβουλία των κινήσεων. Οι ισραηλινές δυνάμεις είχαν ήδη από τις 10 Οκτωβρίου νικήσει τον συριακό στρατό και αντεπιτεθεί στο Γκολάν, απειλώντας πλέον την ίδια τη Δαμασκό. Εν τω μεταξύ, στο άλλο μέτωπο, στη Χερσόνησο του Σινά, έλαβε χώρα στις 14 Οκτωβρίου η μεγαλύτερη αρματομαχία της μεταπολεμικής ιστορίας. Οι Ισραηλινοί είχαν συνέλθει από τον αρχικό αιφνιδιασμό και αμύνονταν σε καλά οργανωμένες θέσεις και οι Αιγύπτιοι υπέστησαν μεγάλες απώλειες. Από την επομένη, 15 Οκτωβρίου, εκδηλώθηκε και ισραηλινή αντεπίθεση που πολύ σύντομα απείλησε με περικύκλωση μια αιγυπτιακή στρατιά, αλλά και με ολοκληρωτική καταστροφή τον αιγυπτιακό στρατό.
Τότε η σοβιετική ηγεσία αποφάσισε να παρέμβει μέσω της διπλωματικής οδού. Άπλωσε χέρι φιλίας και στην Ουάσινγκτον με κοινό στόχο να επιτευχθεί η κατάπαυση του πυρός. Έπειτα από εντατικές διαπραγματεύσεις Ουάσιγκτον – Μόσχας, συμφωνήθηκε η σύνταξη ενός κειμένου, το οποίο υιοθετήθηκε και από τον ΟΗΕ στις 22 Οκτωβρίου, που καλούσε σε άμεση κατάπαυση του πυρός και έπειτα σε έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών ανάμεσα στους Αραβες και στο Ισραήλ. Η Αίγυπτος αποδέχθηκε αμέσως το ψήφισμα του ΟΗΕ, αλλά οι Ισραηλινοί συνέχισαν την πολεμική προσπάθειά τους επιχειρώντας να καταστρέψουν ολοκληρωτικά τις αιγυπτιακές δυνάμεις. Με τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση να βρίσκονται σε διαβουλεύσεις, τελικά, προς το τέλος του Οκτωβρίου Ισραληνιοί και Αιγύπτιοι αξιωματικοι συζητούν για τους όρους ανακωχής.
Τους επόμενους μήνες οι ΗΠΑ πρωτοστάτησαν στις προσπάθειες απαγκίστρωσης των στρατευμάτων των πρώην εμπολέμων από τα πεδία των μαχών, ώστε να αποφευχθεί η αναζωπύρωση της έντασης στη μεθόριο.
Ο πόλεμος αφήνει τεράστιες πληγές στη Μέση Ανατολή. Το Ισραήλ απέδειξε ξανά τη στρατιωτική ισχύ και υπεροχή του, αλλά αυτή τη φορά υπέστη σοβαρότατες απώλειες σε έμψυχο και άψυχο υλικό. Επίσης, καταδείχθηκε ότι, από μόνες τους, ούτε η στρατιωτική ισχύς ούτε η εδαφική επέκταση προσέφεραν απόλυτη ασφάλεια στο κράτος και στον πληθυσμό του. Η
Σε επίπεδο ανταγωνισμού υπερδυνάμεων, οι ΗΠΑ αύξησαν την επιρροή τους στην περιοχή, αφού αφενός συνέβαλαν στη διάσωση του Ισραήλ και αφετέρου απέδειξαν ότι εκείνες μπορούσαν και να πιέσουν το Τελ Αβίβ, ώστε να επιτευχθεί ανακωχή, αλλά και να ξεκινήσουν πιο ουσιαστικές ειρηνευτικές συνομιλίες. Αντίθετα, η Σοβιετική Ενωση, παρά την αύξηση της στρατιωτικής παρουσίας της στην Ανατολική Μεσόγειο και της πολιτικής επιρροής της στην περιοχή από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και μετά, δεν κατάφερε ούτε να εμποδίσει την έκρηξη του πολέμου, ούτε να παρέμβει δυναμικά για να αποτρέψει την αραβική ήττα, ούτε να πιέσει το Ισραήλ να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Απώλειες είχαν και τα πετρέλαια. Η αποτελεσματική παρέμβαση των αραβικών πετρελαιοπαραγωγών κρατών –με προεξάρχουσα τη Σαουδική Αραβία– υπήρξε απαρχή μιας νέας ισορροπίας στις σχέσεις του αραβικού κόσμου (και γενικότερα των πετρελαιοπαραγωγών κρατών του Τρίτου Κόσμου) με τη Δύση (και την Ιαπωνία), προκάλεσε μείζονες παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις και ανακατατάξεις και έβαλε τέλος στην εποχή του φθηνού πετρελαίου και γενικότερα της φθηνής ενέργειας.