Ιστορία

Οι Ηρωίδες της Επανάστασης του 1821

Η Επανάσταση του 1821, για την κατάκτηση της ανεξαρτησίας, δεν είχε γεννήσει μονάχα ήρωες, αλλά και ηρωίδες, τα ονόματα των οποίων συνδέονται με γεγονότα ένδοξα της εποχής.

Οι πρωτεργάτες της ελληνικής επανάστασης του 1821 απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν κυρίως άντρες. Η θέση των γυναικών (και) στη συγκεκριμένη πατριαρχικά οργανωμένη κοινωνία, βρισκόταν στο σπίτι.

Ωστόσο, πολλές γυναίκες συνέβαλαν σημαντικά σε όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, με τα δικά τους μέσα και τη γενναία συμπεριφορά τους, η οποία συχνά έφτανε στην αυτοθυσία.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα

Το όνομα της Μπουμπουλίνας, που γεννήθηκε στις Σπέτσες, σίγουρα ξεχωρίζει. Το όνομά της Λασκαρίνα Πινότση, γυναίκα του πλοιάρχου Γιάννουζα. Μετά το θάνατο του συζύγου της, ξαναπαντρεύτηκε τον επίσης πλοίαρχο από τις Σπέτσες, Δημήτριο Μπούμπουλη, ο οποίος το 1811 σουβλίστηκε από τους Τούρκους με διαταγή του Σουλτάνου, επειδή είχε πολεμήσει με τους Ρώσους εναντίον τους.
Η Μπουμπουλίνα το 1821, με δικά της χρήματα, αρμάτωσε τρία καράβια, σύμφωνα με τη διήγηση ενός γέρο κλέφτη, ύψωσε τη σημαία της επανάστασης και ξεσήκωσε τις γυναίκες της Σπάρτης. Βροντοφώναξε: «Ή ταν ή επί τας» και όργωσε τις θάλασσες ως τις ακτές της Μ. Ασίας, αιχμαλωτίζοντας και καίγοντας τα τουρκικά καράβια με την τόλμη ενός Τσαμαδού ή ενός Κανάρη.
Έπειτα, αφού με γενναιοδωρία παραχώρησε τα πλοία της στη νέα κυβέρνηση, πήρε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς, οργάνωσε τον αποκλεισμό του Ναυπλίου, που κράτησε δεκατέσσερις μήνες, και οδήγησε τελικά στην παράδοση του φρουρίου.
Αυτή η γυναίκα, που όλη της η ζωή υπήρξε ένας θρύλος, είχε άσχημο τέλος. Πέθανε από το μαχαίρι του αδελφού της για μια απλή οικογενειακή διαφορά.

Μαντώ Μαυρογένους

Μια άλλη μεγάλη φυσιογνωμία πρέπει να μπει στην ίδια σειρά με τη θαρραλέα Υδραία. Παρόμοια γεγονότα, οδηγούν στις ίδιες συνέπειες. Με διαταγή του Σουλτάνου δολοφονείται με στραγγαλισμό στην Κωνσταντινούπολη ο άρχοντας Μαυρογένης, πατέρας της Μαντώς Μαυρογένους, μιας γυναίκας που η ομορφιά της ήταν εφάμιλλη της καταγωγής της.
Η Μαντώ ρίχνεται αμέσως στον αγώνα, ξεσηκώνει σε εξέγερση τους κατοίκους της Μυκόνου, αρματώνει καράβια και μπαίνει επικεφαλής τους, οργανώνει αντάρτικες ομάδες που τις διευθύνει η ίδια, σταματάει το στρατό του Σεμίλ πασά στις χαράδρες του Πηλίου και σημειώνει λαμπρές επιτυχίες ως το τέλος του πολέμου, κατατροπώνοντας τους Τούρκους στα περάσματα των Βουνών της Φθιώτιδας.
Στην ωραία αυτή Ελληνίδα ηρωίδα, αρχόντισσα, κληρονόμο μεγάλης περιουσίας, κάτοχο της γαλλικής γλώσσας, απενεμήθη από τον Καποδίστρια το μοναδικό αξίωμα της επιτίμου αντιστράτηγου (μοναδική περίπτωση σε γυναίκα).
Όμως, κατηγορήθηκε από τον πρωθυπουργό Ιωάννη Κωλέττη και ξαναγύρισε στην πατρίδα της τη Μύκονο. Εκεί, απογοητευμένη από τη συμπεριφορά του κράτους και πικραμένη από την άτυχη ερωτική περιπέτειά της με τον Δημήτριο Υψηλάντη, πέθανε το 1840, φτωχή και λησμονημένη.
Δυστυχώς, το τότε άδικο και διεφθαρμένο πρωθυπουργικό κράτος δεν της είχε παραχωρήσει ούτε καν μία σύνταξη.

Οι γυναίκες του Μεσολογγίου

Η πόλη του Μεσολογγίου πολιορκήθηκε για έναν ολόκληρο χρόνο από τους Οθωμανούς. Βομβαρδίστηκε επανειλημμένα και, όταν οι πολιορκητές κατάλαβαν ότι οι κάτοικοι δεν υπήρχε περίπτωση να παραδοθούν, απέκλεισαν την πόλη με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκόψουν κάθε διαδικασία ανεφοδιασμού με τρόφιμα και πυρομαχικά. Οι Μεσολογγίτισσες, σε όλη τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης, στάθηκαν στο πλευρό των πολεμιστών εμψυχώνοντάς τους και βοηθώντας τους σε πρακτικά θέματα, όπως η περίθαλψη των τραυματισμένων και η μεταφορά των πυρομαχικών. Οι γυναίκες του Μεσολογγίου υπέστησαν τον φοβερό λιμό της πόλης και, στην απόφαση για την ηρωική έξοδο, αποφάσισαν να θυσιαστούν μαζί με τους άντρες πολεμιστές. Κάποιες ντύθηκαν με αντρικά ρούχα και πέθαναν πολεμώντας, ενώ άλλες αιχμαλωτίστηκαν από τους πολιορκητές. Η ηρωική στάση των γυναικών του Μεσολογγίου αποτυπώθηκε λογοτεχνικά, μεταξύ άλλων, και στο ποιητικό σύνθεμα του Διονυσίου Σολομού, «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι».

Οι Σουλιώτισσες

Αν και ο χορός του Ζαλόγγου είναι ένα ιστορικό γεγονός που συνέβη μετά την οριστική κατάληψη του Σουλίου από τα στρατεύματα του Αλή πασά, τον Δεκέμβριο του 1803, δε μπορούμε να μην αναφερθούμε στις ηρωικές Σουλιώτισσες, οι οποίες στις 18 Δεκεμβρίου του 1803 (παλαιό ημερολόγιο), στη κορυφή του όρους Ζάλογγο, με τα παιδιά τους να αποφάσισαν να πεθάνουν ελεύθερες παρά να πέσουν στα χέρια των Τουρκαλβανών. Έτσι, προτίμησαν, με μία πράξη αυτοθυσίας, αντί να ατιμαστούν από τον αιώνιο εχθρό τους, να πέσουν από την άκρη του γκρεμού «εν χορώ» και τραγουδώντας, όπως μαρτυρεί ο Σουλεϊμάν αγάς, Αλβανός αξιωματικός, μάρτυρας αυτής της αξιομνημόνευτης τραγωδίας.

Η περίπτωση του Ζαλόγγου γρήγορα έγινε γνωστή όχι μόνο τον τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο αλλά και στην Ευρώπη κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, προκαλώντας ιδιαίτερη συγκίνηση και θαυμασμό.

Οι γυναίκες της Χίου

Η Χίος κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν πολύ πλούσιο νησί, χάρη στις εμπορικές δραστηριότητες των κατοίκων της και, ιδίως, το εμπόριο της μαστίχας. Ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β΄, μόλις έμαθε, τον Μάρτιο του 1822, για την κήρυξη της επανάστασης στο νησί, εξαγριώθηκε θεωρώντας ότι οι κάτοικοι επέδειξαν αχαριστία απέναντι στα προνόμια που τους είχαν παραχωρηθεί από την Αυτοκρατορία. Έτσι, αποφάσισε να αποβιβάσει στο νησί 7 χιλιάδες στρατιώτες, οι οποίοι κατέσφαξαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.

Πολλές από τις Χιώτισσες που δεν σφαγιάστηκαν, αιχμαλωτίστηκαν για να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα της Κωνσταντινούπολης. Σημειώνεται ότι ο κύριος τρόπος ευτελισμού των γυναικών εκείνη την εποχή, ήταν η πώληση ως σκλάβων. Γυναίκες περήφανες, υπέμειναν τα απάνθρωπα μαρτύρια των Οθωμανών και, σε πολλές περιπτώσεις, προτίμησαν να αρνηθούν την τροφή, ώστε να πεθάνουν από την πείνα, παρά να σκλαβωθούν. Η συμπεριφορά των γυναικών της Χίου μετά τη σφαγή στο νησί καταγράφηκε από τους περιηγητές και ιστορικούς της εποχής και ενέπνευσε τον μεγάλο Γάλλο ζωγράφο Ευγένιο Ντελακρουά, που φιλοτέχνησε τον συγκλονιστικό πίνακά του “Η Σφαγή της Χίου”.

Οι γυναίκες της Φιλικής Εταιρίας

Η Φιλική Εταιρεία ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό, από τους Τσακάλωφ, Ξάνθο και Σκουφά, με σκοπό την προετοιμασία της απελευθέρωσης της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αρχικά δεν επιτρεπόταν σ’ αυτήν η συμμετοχή γυναικών, στην πορεία, όμως, έδωσαν τον «φιλικό όρκο» αρκετές γυναίκες που βοήθησαν σημαντικά στη χρηματοδότηση του ελληνικού αγώνα.

Τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η Ελισάβετ Υψηλάντη, μητέρα του Δημητρίου και του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Η προσφορά της είχε αναγνωριστεί ήδη από τα παιδιά της, που θεωρούσαν πως, χωρίς την προσφορά της μητέρας τους, το ξεκίνημα της επανάστασης θα αργούσε για πολύ ακόμα. Στη δράση των Φιλικών συμμετείχε ενεργά και η Ρωξάνη Σούτσου, γυναίκα του Μιχαήλ Σούτσου, τελευταίου Έλληνα ηγεμόνα της Μολδαβίας. Από επιστολή της που σώζεται μέχρι σήμερα, προκύπτει ότι η ανάμιξή της στα της οργάνωσης ήταν εξαιρετικά μεγάλη και γνώριζε ακόμα και ζητήματα γνωστά σε πολύ λίγους άντρες Φιλικούς.

Στη Φιλική Εταιρεία συμμετείχε και η θρακικής καταγωγής Δόμνα Βισβίζη, σύζυγος καπετάνιου, που αφιέρωσε τη ζωή της, τόσο στο έργο των Φιλικών πριν την επανάσταση, όσο και κατά τη διάρκειά της, πάνω στο πλοίο του συζύγου της, πρωτοστατώντας σε σημαντικά πολεμικά γεγονότα, όπως η πολιορκία της Εύβοιας το 1822.

Σημαντική «κατασκοπική» δράση είχε, στο πλαίσιο της Φιλικής Εταιρίας, και η Κωνσταντινοπολίτισσα Μαριγώ Ζαραφοπούλα, η οποία, μετά την προδοσία του Φιλικού Ασημάκη Θεοδώρου, που έδωσε μυστικά για την επικείμενη επανάσταση στους Τούρκους, ανέλαβε να μαθαίνει πληροφορίες γύρω από τον Θεοδώρου και να ενημερώνει σχετικά τους Φιλικούς. Όταν η δράση της έγινε γνωστή, συνελήφθη, φυλακίστηκε και εξορίστηκε. Δε σταμάτησε, όμως, εκεί το έργο της. Βοήθησε τους γιους του Π. Μαυρομιχάλη να δραπετεύσουν, όσο ήταν κρατούμενοι σε Οθωμανικές φυλακές.

Οι γυναίκες σε όλη την ελληνική επικράτεια, στην Πελοπόννησο, τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, τη Στερεά Ελλάδα, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και την Ήπειρο, βοήθησαν ενεργά στην ελληνική επανάσταση του 1821, τόσο στα μετόπισθεν, όσο και στα πεδία των μαχών. Υπάρχουν καταγεγραμμένες μαρτυρίες ακόμα και για γυναίκες που ντύνονταν με αντρικά ρούχα και συμμετείχαν πολεμώντας στις μάχες.

Συνολικά πάντως, η συνεισφορά των γυναικών στην ελληνική επανάσταση του 1821 δεν έχει αναδειχθεί σε όλο της το φάσμα μέσα από τη σύγχρονη ιστορία, παρότι τα δημοτικά τραγούδια, οι μαρτυρίες περιηγητών της εποχής και πολλά εικαστικά έργα αναδεικνύουν διαχρονικά το σημαντικότατο ρόλο τους σε όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα.

Ανδρονίκη
Η Ανδρονίκη εντάχθηκε με πάθος στο κίνημα, ωθούμενη από μια άσβεστη επιθυμία για εκδίκηση και μια εξ ίσου δυνατή αγάπη για την ανεξαρτησία της πατρίδας της.
Η Ανδρονίκη δεν μπορούσε ν’ αρματώσει καράβια, όπως η Μπουμπουλίνα, η Μαντώ, η Ζαχαριά κ.ά., έδωσε όμως τον εαυτόν της και βρέθηκε στο επίκεντρο των δραματικών γεγονότων εκείνου του ξεσηκωμού.
Από το 1821 η Ανδρονίκη ενώθηκε με τους Μανιάτες που ο Κολοκοτρώνης, καταδικασμένος σε θάνατο και πρόσφυγας στα Ιόνια νησιά, κάλεσε κοντά του, όταν αποβιβάστηκε στην Καρδαμύλη στις 18 Ιανουαρίου.
Πήρε μέρος στην πρώτη τακτική μάχη που δόθηκε στο Μοριά, όταν ο Κολοκοτρώνης επιτέθηκε στους κατοίκους του Φαναρίου και της Καρύταινας, που είχαν πάρει το μέρος των Τούρκων, στις όχθες του Ρουφιά. Πήρε μέρος στη μάχη του Βαλτετσίου στις 17 Μαΐου, όπου ο Μουσταφά Μπέης ετράπη σε άτακτη φυγή.
Διακρίθηκε ιδιαίτερα στην πολιορκία της Τριπολιτσάς.
Την επόμενη χρονιά, στις 4 Μαρτίου, η Ανδρονίκη, στη διάρκεια μιας ναυμαχίας, κάτω από τις διαταγές του Ναυάρχου Μιαούλη, είδε τα τουρκικά πλοία να τρέπονται σε φυγή, ύστερα από μάχη πέντε ωρών και να καταφεύγουν σε ένα λιμάνι της Ζακύνθου.
Ωστόσο, πάνω σε ένα τούρκικο πλοίο αναγνώρισε το γιο της, που οδηγούσε την οθωμανική μοίρα διασχίζοντας τον κόλπο της Πάτρας.
Εκείνη τη μέρα ένιωσε τόσο μεγάλη ντροπή που όρμησε σαν λυσσασμένη στη μάχη, γυρεύοντας τη λύτρωση στο θάνατο. Ήταν ο πόνος της μάνας απ’ το γιο της ο οποίος πρόδωσε και πολεμούσε τα αδέρφια του.
Μετά τη βρίσκουμε ανάμεσα στους τέσσερις χιλιάδες πολεμιστές του Κολοκοτρώνη, όταν διορίστηκε αρχιστράτηγος του Μοριά.
Μετά την απόβαση του Ιμπραήμ στα μεσσηνιακά παράλια και τις καταστροφές που προξένησε σε Κορώνη, Πάτρα, Ναυαρίνο, Άργος, Τριπολιτσά και Μεσσηνία, η Ανδρονίκη αναγκάστηκε να κρυφτεί στο εσωτερικό της Μάνης, για να μην πέσει στα χέρια των Αράβων. Ωστόσο, δε σκέφθηκε ούτε στιγμή να ξεκουραστεί.
Την ξαναβρίσκουμε στις εκστρατείες του 1825 και του 1826, στη μάχη των στενών της Βέργας, όπου ο Ιμπραήμ κατατροπώθηκε από τους Μανιάτες.
Τον Ιούλιο του 1826 εντάχθηκε στον τακτικό στρατό του Φαβιέρου και πήρε μέρος στη μάχη στο Χαϊδάρι. Εκεί πληγώθηκε σοβαρά, αλλά σώθηκε χάρις στο θάρρος ενός Γάλλου φιλέλληνα στρατιώτη και κατάφερε να ξεφύγει από τους απάνθρωπους στρατιώτες του Κιουταχή.
Πάλεψε πολλούς μήνες, αλλά η γερή κράση της τη βοήθησε να σωθεί, έκτοτε δεν ξαναβρήκε δυνάμεις για να συνεχίσει τον αγώνα.
Τον Αύγουστο του 1827 επέστρεψε στη Μάνη. Ήθελε να ξαναδεί το σπίτι της στο Οίτυλο. Εκεί, η μοίρα έμελλε να παίξει το παιχνίδι της συνάντησης μάνας και γιου, του αλλοθρησκευμένου Νικόλα Στάρκου. Αυτός ο τρομερός πειρατής του Αιγίου είχε επιθυμήσει το σπίτι που γεννήθηκε.
Και να, στο κατώφλι του σπιτιού τους συναντιούνται μάνα και γιος. Και τότε η μάνα Ανδρονίκη έριξε κατάρα στο γιο της: «Να μη σε ξαναδούν τα μάτια μου»!
Και τώρα που τίποτα πια δεν την κρατούσε στη γη των προγόνων της, η Ανδρονίκη θα συνέχιζε τον αγώνα, ώσπου η Ελλάδα να κατακτήσει την ελευθερία της.

Χάιδω – Μόσχω – Δέσπω – Κωνσταντίνα Ζαχαριά
Εν συνεχεία, πρέπει ν’ αναφέρουμε τη Χάιδω, που ανατίναξε με πυρίτιδα τα τείχη στα Βίλλια και πολέμησε με ακατανίκητο θάρρος στη Μονή της Αγίας Σεβαστής.

Τη Μόσχω, τη μάνα της, που αγωνίστηκε στο πλευρό του άντρα της, συντρίβοντας τους Τούρκους στις βραχώδεις πλαγιές του Σουλίου.

Τη Δέσπω που, για να μην πέσει στα χέρια των μωαμεθανών, γκρεμίστηκε από το βράχο με τις κόρες, τις νύφες και τα εγγόνια της.

Την Κωνσταντίνα Ζαχαριά, η οποία, αφού έδωσε το σύνθημα της εξεγέρσεως στις πεδιάδες της Λακωνίας, επιτέθηκε στο Λεοντάρι επικεφαλής πεντακοσίων χωρικών.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ