Ο κόλιανδρος (Coriandrum sativum) είναι ένα ποώδες φυτό, που καλλιεργείται εδώ και πολλά χρόνια ως γαστρονομικό, αλλά και φαρμακευτικό βότανο. Οι αποξηραμένοι σπόροι του αλέθονται και χρησιμοποιούνται σε πολλές χώρες ως μπαχαρικό, αλλά και ως αρωματική ύλη σε πολλά τρόφιμα και προϊόντα αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής. Τα φρέσκα φύλλα του αποτελούν επίσης σημαντικό συστατικό σε πολλές κουζίνες της Ασίας, όπως η Ταϊλανδέζικη και η Βιετναμέζικη, σύμφωνα με το wikihealth.gr.
Όσον αφορά τα οφέλη του για την υγεία, έχει αναφερθεί πως από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας χρησιμοποιείται παραδοσιακά για τη θεραπεία γαστρεντερικών παθήσεων, ασθενειών του κεντρικού νευρικού συστήματος, όπως η αϋπνία, το άγχος και οι επιληπτικές κρίσεις, διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, όπως η βρογχίτιδα και ο βήχας, αλλά και διάφορες φλεγμονώδεις ασθένειες. Συχνή είναι επίσης η χρήση του ως παράγοντας μείωσης των λιπιδίων και της γλυκόζης του αίματος, ως διεγερτικό της όρεξης και αντιμικροβιακός παράγοντας. Η πλειοψηφία των ευεργετικών ιδιοτήτων του κόλιανδρου φαίνεται πως στηρίζεται στην αντιοξειδωτική δράση που παρουσιάζουν τα εκχυλίσματά του και η κύρια δραστική του ένωση, γνωστή ως λιναλοόλη.
Επιπλέον, σημαντική είναι η χρήση του κόλιανδρου ως φυσικό συντηρητικό τροφίμων για αντικατάσταση των συνθετικών καρκινογόνων αντιοξειδωτικών που συνήθως χρησιμοποιούνται.
Εκτός από τη φαρμακευτική του δράση, ο κόλιανδρος διακρίνεται και για τη υψηλή θρεπτική του αξία, που οφείλεται στη μεγάλη ποσότητα βιταμίνης Α, Β12 και C, φυλλικού οξέος και πολυφαινολών, που περιέχει.
Ποιες είναι οι φαρμακευτικές ιδιότητες του κόλιανδρου;
Αναλγητική δράση
Έχει παρατηρηθεί πως ο κόλιανδρος δρα αναλγητικά μέσω της αναστολής των κεντρικών υποδοχέων πόνου, κάτι το οποίο σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην λιναλοόλη, που συναντάται ως κύριο συστατικό του αιθέριου ελαίου κόλιανδρου.
Αντιβακτηριδιακή και αντιμυκητιακή δράση
Ο κόλιανδρος έχει αναφερθεί πως αναστέλλει την ανάπτυξη ενός ευρέως φάσματος μικροοργανισμών, συμπεριλαμβανομένων αρκετών βακτηρίων και μυκήτων. Ως αντιβακτηριδιακός παράγοντας έχει χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση τόσο θετικών όσο και αρνητικών κατά Gram βακτηρίων. Επιπλέον, η αλληλεπίδραση του αιθέριου ελαίου κόλιανδρου με συμβατικά αντιβιοτικά έχει μελετηθεί in vitro και φαίνεται πως πιθανότατα βελτιώνει την αποτελεσματικότητά αυτών.
Όσον αφορά την αντιμυκητιακή δράση του κόλιανδρου, αυτή έχει επιβεβαιωθεί για ορισμένους μύκητες, όπως οι Curvularia palliscens, Fusarium oxysporum, Fusarium moniliforme και Aspergillus terreu. Λόγω του ευρέως φάσματος της αντιμυκητιακής δράσης που παρουσιάζει θεωρείται πως είναι μια πολλά υποσχόμενη πηγή για τη φυσική αντιμετώπιση και πρόληψη διάφορων μυκητιακών μολύνσεων.
Αντικαρκινική δράση
Η λιναλοόλη, που περιέχει ο κόλιανδρος, φάνηκε από μελέτες να αναστέλλει μετρίως τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων του μαστού και ως εκ τούτου θεωρείται πως θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με συμβατικά φάρμακα για τη θεραπεία του καρκίνου. Ωστόσο, απαιτείται περισσότερη έρευνα για να υλοποιηθεί κάτι τέτοιο.
Αντισπασμωδική δράση
Το εκχύλισμα κόλιανδρου και το αιθέριο έλαιο των σπόρων του φαίνεται να έχουν αντισπασμωδικές ιδιότητες, οι οποίες θα μπορούσε να είναι χρήσιμες στη θεραπεία των επιληπτικών κρίσεων, χωρίς όμως κάτι τέτοιο να έχει επιβεβαιωθεί.
Αντιφλεγμονώδης δράση
Πολλές αναφορές υποστηρίζουν πως τα εκχυλίσματα και τα αιθέρια έλαια του κόλιανδρου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως αντιφλεγμονώδεις παράγοντες, ωστόσο αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί επιστημονικά.
Αντιοξειδωτική δράση
Η αντιοξειδωτική δράση των εκχυλισμάτων κόλιανδρου έχει μελετηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό τόσο in vitro όσο και in vivo και φαίνεται πως οφείλεται κυρίως στο δυναμικό οξειδοαναγωγής τους, το οποίο συμβάλει στην εξουδετέρωση των ελευθέρων ριζών, την απόσβεση των δραστικών μορφών οξυγόνου και τη χηλοποίηση μετάλλων, όπως τα κατιόντα χαλκού και σιδήρου.
Αγχολυτική δράση
Τα εκχυλίσματα σπόρων κόλιανδρου θεωρείται πως έχουν αγχολυτική δράση και πιθανά ηρεμιστικά και μυοχαλαρωτικά αποτελέσματα, τα οποία σχετίζονται με την περιεκτικότητά του σε φλαβονοειδή. Παρόλα αυτά, ο ακριβής μηχανισμός δράσης δεν είναι γνωστός, με αποτέλεσμα να απαιτείται περισσότερη έρευνα.
Υπογλυκαιμική δράση
Πολλές μελέτες έχουν δείξει πως διάφορα εκχυλίσματα κόλιανδρου ασκούν υπογλυκαιμική δράση, η οποία σχετίζεται με την ενίσχυση της έκκρισης ινσουλίνης, της πρόσληψης και μεταβολισμού της γλυκόζης. Αυτό φαίνεται πως πιθανότατα είναι αποτέλεσμα της συνεργικής δράσης των βιοδραστικών ενώσεων, που περιέχει ο κόλιανδρος, δηλαδή της λιναλοόλης, του οξικού γερανυλεστέρα και του γ-τερπινενίου.
Υπολιπιδαιμική δράση
Έχει αποδειχθεί ότι ορισμένα από τα λιπαρά οξέα που περιέχουν οι σπόροι του κόλιανδρου, όπως το λινολεϊκό οξύ, το ελαϊκό οξύ, το παλμιτικό οξύ, το στεατικό οξύ και το ασκορβικό οξύ, είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά όσον αφορά τη μείωση των επιπέδων χοληστερόλης στο αίμα, αλλά και τη μείωση της εναπόθεσης αυτής στα εσωτερικά τοιχώματα των αρτηριών και των φλεβών.
Ενίσχυση της μνήμης
Η νευροπροστατευτική δράση των φύλλων του κόλιανδρου θα μπορούσε να αποδοθεί στις αντιοξειδωτικές ενώσεις και τα πτητικά έλαια, που περιέχει και χάρη στα οποία τα ευαίσθητα εγκεφαλικά κύτταρα εκτίθενται σε μικρότερο βαθμό στο οξειδωτικό στρες, με αποτέλεσμα τη βελτιωμένη νευρωνική λειτουργία και μειωμένη πιθανότατα εγκεφαλικής βλάβης. Έτσι, ο κόλιανδρος φαίνεται πως είναι ένα πολλά υποσχόμενο βότανο για την ενίσχυση της μνήμης, που αξίζει να μελετηθεί παραπάνω.