Σύμφωνα με το Diabetes UK, το οποίο χρηματοδότησε τη μελέτη, οι πνευμονικές διαταραχές μπορεί να αποτελούν άμεση επιπλοκή του διαβήτη τύπου 2, παράλληλα με τους γνωστούς κινδύνους, όπως η νεφρική νόσος, η καρδιακή προσβολή και το εγκεφαλικό επεισόδιο, σύμφωνα με την ερτ.
Η παχυσαρκία αποτελεί σημαντικό παράγοντα του διαβήτη τύπου 2, με την έρευνα να υποδεικνύει ότι τα παχύσαρκα άτομα έχουν έως και 80 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν την πάθηση σε σχέση με τα άτομα με υγιή δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) κάτω από 22. Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν προηγούμενες μελέτες που δείχνουν ότι οι πνευμονικές παθήσεις, όπως η ίνωση, η περιοριστική πνευμονοπάθεια και η πνευμονία, είναι πιο συχνές σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.
Η καθηγήτρια Ίνγκα Προκοπένκο του Πανεπιστημίου του Σάρεϊ στη Βρετανία, εκ μέρους της κοινοπραξίας MAGIC (Meta-Analysis of Glucose and Insulin-related Traits Consortium), ανέλυσε δεδομένα από σχεδόν 500.000 συμμετέχοντες 17 μεγάλων μελετών, συμπεριλαμβανομένης της βρετανικής βιοτράπεζας. Η ερευνήτρια εξέτασε τη λειτουργία των πνευμόνων με τη χρήση τυποποιημένων δοκιμασιών και χρησιμοποίησε στατιστικές τεχνικές ανάλυσης για να εξετάσει αν τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα συνδέονται με τη μειωμένη λειτουργία των πνευμόνων και αν το ένα προκαλεί το άλλο.
Η ανάλυση, η οποία δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί από ομότιμους, διαπίστωσε ότι τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 επηρεάζουν άμεσα την πνευμονική λειτουργία. Για παράδειγμα, η μοντελοποίηση έδειξε ότι μια αύξηση των μέσων επιπέδων σακχάρου στο αίμα από 4 mmol/L σε 12 mmol/L θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση της χωρητικότητας και της λειτουργίας των πνευμόνων κατά 20%.
«Τώρα πρέπει να βρεθεί ο καλύτερος τρόπος πρόληψης, παρακολούθησης και θεραπείας των πνευμονικών διαταραχών σε άτομα με διαβήτη τύπου 2. Αυτό θα μπορούσε να συμβάλει στην αναχαίτιση του αυξανόμενου αριθμού εισαγωγών στα νοσοκομεία που σχετίζονται με πνευμονικά προβλήματα και ενδεχομένως να σώσει χιλιάδες ζωές», κατέληξε η ερευνήτρια.