Δεν είναι λοιπόν μόνο τα εμβόλια, στα οποία επικεντρώνεται η εταιρεία, για την καταπολέμηση του κορονοϊού. Μέχρι στιγμής, οι θεραπείες για όσους νοσούν από τον ιό ήταν αποκλειστικά ενέσιμες και γίνονταν μέσα στο νοσοκομείο.
Τώρα, αν όλα πάνε καλά, το συγκεκριμένο χάπι θα μπορούν να το λαμβάνουν μόνοι τους οι ασθενείς, από την άνεση του σπιτιού τους.
Ο Αλμπερτ Μπουρλά, διευθύνων σύμβουλος της Pfizer, μίλησε στον Ελεύθερο Τύπο για τις δοκιμές για το συγκεκριμένο χάπι του κορονοϊού, την πορεία της πανδημίας, αλλά και τις νέες δυνατότητες που παρέχει η επιστήμη ώστε να ξεπεράσει η ανθρωπότητα την πανδημία.
Συγκεκριμένα ο ίδιος είπε για το φάρμακο από το στόμα:
Παρά την πορεία των εμβολιασμών παγκοσμίως, συνεχίζουν να υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι νοσούν από τον κορονοϊό. Συνεχίζουμε να έχουμε αρκετές εισαγωγές στα νοσοκομεία, αλλά και νοσοκομειακούς θανάτους. Υπάρχουν θεραπείες, οι οποίες όμως είναι ενέσιμες, δηλαδή πρέπει να μπεις στο νοσοκομείο για να τις λάβεις, γι’ αυτό το λόγο στοχεύουμε σε μια θεραπεία που θα είναι από το στόμα, ώστε να μπορεί να τη λάβει κάποιος στο σπίτι του. Αυτή τη στιγμή γίνονται τρεις διαφορετικές δοκιμές για τρεις διαφορετικές καταστάσεις και βρίσκονται στην τρίτη φάση. Έχουμε ασθενείς που νοσούν με βαριά συμπτώματα αλλά και άτομα που βρίσκονται στο ίδιο σπίτι με κάποιον που έχει μόλις νοσήσει. Εξετάζουμε το γεγονός να λαμβάνει το χάπι όχι μόνο ο ασθενής αλλά και αυτός που ζει στο ίδιο σπίτι μαζί του.
Και μελετάμε αν μια τέτοια ενέργεια θα προφυλάξει από την περαιτέρω μετάδοση της ασθένειας. Μέχρι το τέλος του έτους θα γνωρίζουμε αν οι δοκιμές τις οποίες διενεργούμε είναι αποτελεσματικές.
Σε ερώτηση για το αν θεωρεί απαραίτητη μία τρίτη δόση εμβολίου στον γενικό πληθυσμό, ο κ. Μπουρλά, λέει:
Κάθε χώρα αποφασίζει, ανάλογα με τα δεδομένα και τον πληθυσμό της, ποιοι θα πρέπει να λάβουν τη δόση. Κάποιες χώρες αποφασίζουν να τη διαθέσουν στο σύνολο του πληθυσμού τους κι άλλες σε ευπαθείς ομάδες ή άτομα τρίτης ηλικίας. Η δική μας άποψη είναι ότι η τρίτη δόση είναι ασφαλής και αποτελεσματική σε όλες τις ηλικίες και χρειάζεται να διενεργηθεί σε όλες τις ηλικίες.
Κατά τον ίδιο, το πιο πιθανό σενάριο είναι να γίνονται στο μέλλον αναμνηστικοί εμβολιασμοί κάθε χρόνο, όπως γίνεται με τη γρίπη. Επίσης, λέει ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κανένα είδος μετάλλαξης που να εκφεύγει από τις δυνατότητες του εμβολίου.
Και καταλήγει:
«Έχω την εντύπωση ότι θα καταφέρουμε μέσα στους επόμενους 9-12 μήνες, εφόσον προχωρήσουν οι εμβολιασμοί, να έχουμε επανέλθει σε κανονικούς ρυθμούς ζωής. Στον δυτικό κόσμο ακόμα και εντός των επόμενων έξι μηνών και στον υπόλοιπο κόσμο εντός 9 με 12 μηνών».