Όμως τώρα πια, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ θεωρεί ότι η τακτική απολύμανση των επιφανειών είναι αχρείαστη στις περισσότερες περιπτώσεις εκτός και αν υπάρχει κρούσμα Covid-19 στο σπίτι.
Το CDC εκτιμά, σύμφωνα με τους Financial Times, ότι η πιθανότητα ενός ανθρώπου να μολυνθεί πρωτογενώς από τον κορονοϊό μέσω επαφής με μολυσμένη επιφάνεια ή αντικείμενο είναι πολύ χαμηλή, κάτω από μία στις 10.000. Η βασική οδός μόλυνσης, με διαφορά από άποψη πιθανοτήτων, είναι η άμεση επαφή με κάποιον φορέα του κορονοϊού ή μέσω εισπνοής μολυσμένων σωματιδίων του αέρα.
Σύμφωνα με τo CDC, το τακτικό πλύσιμο των χεριών μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο μόλυνσης, αλλά η απολύμανση των επιφανειών και αντικειμένων μία ή δύο φορές τη μέρα έχει μικρή επίπτωση στον κίνδυνο. «Υπάρχει μικρή επιστημονική υποστήριξη για την χρήση ρουτίνας των απολυμαντικών στην κοινότητα, σε ανοικτούς ή κλειστούς χώρους, με στόχο την πρόληψη της μετάδοσης της Covid-19 από αντικείμενα», κατά το CDC.
Όμως η απολύμανση των επιφανειών έχει αποδειχθεί σχετικά αποτελεσματική στο να μειώσει τον κίνδυνο δευτερογενούς λοίμωξης, δηλαδή μετάδοσης της Covid-19 από ένα φορέα του κορονοϊού σε άλλα μέλη της οικογένειας μέσα στο σπίτι. Έτσι, σύμφωνα με το CDC, έχει νόημα να απολυμαίνονται τακτικά οι επιφάνειες που αγγίζονται συχνά (πόμολα, τραπέζια, χερούλια, διακόπτες κ.α.), εφόσον μέσα στο σπίτι έχει υπάρξει ύποπτο ή επιβεβαιωμένο κρούσμα Covid-19 κατά το τελευταίο 24ωρο.
Το CDC επισημαίνει ότι τα απλά προϊόντα καθαριότητας και τα σαπούνια αρκούν για να απομακρύνουν τα περισσότερα σωματίδια του κορονοϊού από τις επιφάνειες και η χρήση πιο ισχυρών απολυμαντικών χρειάζεται μόνο αν κάποιον άρρωστος με Covid-19 ζει στο σπίτι ή κάποιος θετικός στον κορονοϊό επισκέφθηκε το σπίτι τις προηγούμενες 24 ώρες.