Συνέντευξη στον Ευάγγελο Δ. Κόκκινο
Για την Εθνική Στρατηγική Κυβερνοασφάλειας, τις νέες απειλές στον κυβερνοχώρο, την Τεχνητή Νοημοσύνη, αλλά και τα διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία, μίλησαν αποκλειστικά στο Πενταπόσταγμα η κα. Κέλλυ Ιωάννου*, Λέκτορας Εγκληματολογίας - Διευθύντρια Διεθνούς Ινστιτούτου για την Κυβερνοασφάλεια και η κα. Μαριάννα Τζίμα**, Ψυχολόγος και Διευθύντρια Επικοινωνίας Διεθνούς Ινστιτούτου για την Κυβερνοασφάλεια.
«Η Εθνική Στρατηγική κυβερνοασφάλειας είναι μια δυναμική οντότητα, υπό την έννοια ότι νέες μορφές κυβερνοαπειλών αναπτύσσονται διαρκώς, οπότε αποτελεί αδήριτη ανάγκη η ύπαρξη μιας περιοδικά αναθεωρούμενης και επικαιροποιημένης στρατηγικής», αναφέρει η κα. Ιωάννου.
Όπως επισημαίνει, ο εν λόγω σχεδιασμός απαρτίζεται από πέντε στρατηγικούς πυλώνες με στόχο την αναγνώριση, την πρόληψη, την προστασία, την αποφυγή αλλά και την ανταπόκριση-ανάκαμψη από επιθέσεις και απειλές στον κυβερνοχώρο.
«Δύο από τους βασικότερους κινδύνους, γενικότερα, είναι η διαρροή δεδομένων και η άρνηση υπηρεσιών», εξηγεί η κα. Τζίμα, αναφερόμενη στις κύριες απειλές για την κυβερνοασφάλεια.
Σε ό,τι αφορά τα μέσα προστασίας απέναντι στις προαναφερθείσες απειλές, η κα. Τζίμα τονίζει πως «από την κρατική πλευρά έχει σχεδιαστεί η πραγματοποίηση Εθνικών Ασκήσεων Ετοιμότητας, προσομοιώσεων πραγματικών περιστατικών, προκειμένου να αξιολογείται η ετοιμότητα των φορέων που συμμετέχουν στον εντοπισμό των ευπαθειών των συστημάτων και προβαίνουν στις αντίστοιχες επικαιροποιήσεις όπου χρειάζεται. Επιδιώκεται επίσης η συμμετοχή της Ελλάδας τόσο σε ευρωπαϊκές όσο και σε διεθνείς ασκήσεις».
Αναφορικά με το πολυσυζητημένο θέμα της Τεχνητής Νοημοσύνης και τις πιθανές απειλές η κα. Τζίμα λέει πως «όπως και με κάθε τεχνολογικό ή κοινωνικό άλμα χρειάζεται να προχωρούμε με επιφυλακτικότητα». «Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι «εν τη γενέσει» της ούτε κακή ούτε καλή, είναι μια ουδέτερη συνθήκη, η οποία ενδίδεται τον χαρακτήρα του προγραμματιστή της, είναι η αντανάκλασή του», συνεχίζει.
«Το θετικό σενάριο κάνει λόγο για μια τεχνητή νοημοσύνη που θα συνδράμει στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου παγκοσμίως, στον τομέα της υγείας, στην οικονομική ανάπτυξη, στην εξάλειψη της ακραίας φτώχειας. Αν υπάρξει διαφάνεια στον σχεδιασμό της τεχνητής νοημοσύνης, τότε μπορεί να γίνει λόγος για την αξιοποίηση των εξαιρετικών πτυχών που προσφέρει η τεχνολογία», καταλήγει η ίδια.
Από την πλευρά της η κα. Ιωάννου αναφέρθηκε στα διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία όσον αφορά τον κυβερνοπόλεμο, επισημαίνοντας πως «έχει καταστεί σαφές από πολλούς αναλυτές ότι στο μέλλον οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο θα προηγούνται των φυσικών».
«Η Ελλάδα δεν είναι ούτε εντελώς απροστάτευτη και έρμαιο των κελευσμάτων των άλλων χωρών αλλά ούτε και πρωτοστάτης στην εξουδετέρωση ψηφιακών όπλων», εξηγεί η κα. Ιωάννου και συνεχίζει, «Υπάρχει Εθνικός Στρατηγικός Σχεδιασμός αντιμετώπισης περιστατικών έκτακτης ανάγκης, μηχανισμός ο οποίος και θα ενεργοποιηθεί άμεσα μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο».
«Φυσικά, δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς ότι δεν θα βληθεί η ασφάλειά μας, ακόμα κι αν έχουμε τα πιο προηγμένα συστήματα ασφάλειας στη διάθεσή μας. Απόλυτη ασφάλεια δεν μπορεί να μας εγγυηθεί κανένας σ’ ότι αφορά το διαδίκτυο», προειδοποιεί.
Ολόκληρη η συνέντευξη:
-Ποια είναι η Εθνική στρατηγική κυβερνοασφάλειας της Ελλάδας έως το 2025; Συμβαδίζει η χώρα μας με τις διεθνείς εξελίξεις στον τομέα;
Κέλλυ Ιωάννου: Η Εθνική Στρατηγική κυβερνοασφάλειας είναι μια δυναμική οντότητα, υπό την έννοια ότι νέες μορφές κυβερνοαπειλών αναπτύσσονται διαρκώς, οπότε αποτελεί αδήριτη ανάγκη η ύπαρξη μιας περιοδικά αναθεωρούμενης και επικαιροποιημένης στρατηγικής, η οποία και θα υπαγορεύει τις γραμμές αντιμετώπισης ή ελαχιστοποίησης των επιπτώσεων των απειλών αυτών.
Ο εθνικός στρατηγικός σχεδιασμός για την κυβερνοασφάλεια για τα έτη 2020-2025 είναι το επικαιροποιημένο αποτέλεσμα του σχεδιασμού του 2018 και περιλαμβάνει δύο αλληλένδετες φάσεις. Οι φάσεις αυτές αποτελούν ένα συνεχές. Η πρώτη αφορά την ανάπτυξη της στρατηγικής και την υλοποίηση αυτής, ενώ η δεύτερη επικεντρώνεται στην αξιολόγηση της στρατηγικής και την αναθεώρηση της μέσα από μια διαδικασία ταυτοποίησης, ανάλυσης και αποτίμησης των επιπτώσεων των κινδύνων.
Ο σχεδιασμός απαρτίζεται από πέντε στρατηγικούς πυλώνες με στόχο την αναγνώριση, την πρόληψη, την προστασία, την αποφυγή αλλά και την ανταπόκριση-ανάκαμψη από επιθέσεις και απειλές στον κυβερνοχώρο.
Ως πρώτος πυλώνας τίθεται η οικοδόμηση ενός ψηφιακού περιβάλλοντος που επιτρέπει τη διαρκή εισροή και ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών με στόχο την ευελιξία λειτουργιών των εφαρμογών και υπηρεσιών, την εγγύηση της ασφάλειας, τον αποτελεσματικό σχεδιασμό πρόληψης και ανταπόκρισης σε περιπτώσεις υψηλής επικινδυνότητας και διαχείρισης έκτακτης ανάγκης, αλλά και την ενδυνάμωση συνεργασιών σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Δεύτερος πυλώνας είναι η πλήρης αφομοίωση και κατανόηση των τεχνολογικών εξελίξεων και των επιδράσεων αυτών στην ψηφιακή διακυβέρνηση, προκειμένου να ενσωματώσουν προηγμένες υπηρεσίες ασφαλείας στις κρίσιμες υποδομές, τα συστήματα και τις εφαρμογές τους.
Η προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων (προσωπικά δεδομένα, ιδιωτικότητα, ανάπτυξη προσωπικότητας, ισότητα στην ψηφιακή κοινωνία), η διαχείριση περιστατικών και η καταπολέμηση του κυβερνοεγκλήματος, με την αναβάθμιση και ενίσχυση των μηχανισμών αποτροπής, συνθέτουν τον τρίτο πυλώνα.
Ο τέταρτος πυλώνας αποσκοπεί στην προώθηση κι ενίσχυση ενός σύγχρονου επενδυτικού προγράμματος με έμφαση στην προαγωγή της Έρευνας και Ανάπτυξης προωθώντας τη συνεργασία Δημόσιου κι Ιδιωτικού τομέα.
Ο πέμπτος πυλώνας για την προαγωγή της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο είναι ο ψηφιακός αλφαβητισμός, υπό την έννοια της διαρκούς εκπαίδευσης, ενημέρωσης κι ευαισθητοποίησης απέναντι στις απειλές και τους κινδύνους του διαδικτύου.
Η Ελλάδα συμβαδίζει με τις κατευθύνσεις, που έχουν υπαγορευθεί από τους αρμόδιους φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κυβερνοασφάλεια. Βεβαίως, υπάρχει περιθώριο για εξέλιξη και βελτιώσεις στους σχεδιασμούς οφείλουν να εφαρμόζονται, καθώς όπως ταχέως αναπτύσσονται νέες απειλές, το ίδιο γρήγορα χρειάζεται να είναι και τα αντανακλαστικά των κρατών και των οργανισμών.
-Ποια η συνεργασία της Ελλάδας στα πλαίσια της ΕΕ με άλλες χώρες στην κυβερνοασφάλεια;
Κέλλυ Ιωάννου: Η χώρα μας υιοθετεί τα ευρωπαϊκά πρότυπα και τις μεθοδολογίες για την κατάρτιση του σχεδιασμού αυτού και τη στοχοθεσία του. Εμπλέκονται φορείς όπως η Γενική Διεύθυνση Κυβερνοασφάλειας της Εθνικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας, η Εθνική Αρχή αντιμετώπισης Ηλεκτρονικών Επιθέσεων της Ε.Υ.Π., η Διεύθυνση Κυβερνοάμυνας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, η οποία αποτελεί την Ελληνική Αρμόδια Ομάδα Απόκρισης Κυβερνοπεριστατικών, η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών αλλά και το Κέντρο Μελετών Ασφαλείας.
Ετησίως πραγματοποιείται μια εκστρατεία ευαισθητοποίησης για την Κυβερνοασφάλεια, η οποία συντονίζεται από τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια (ENISA) και υποστηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη μέλη της ΕΕ, την Europol, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) εταίρους από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Επίσημοι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα για την εκστρατεία ECSM είναι η Ελληνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και το Ελληνικό Κέντρο Ασφαλούς Διαδικτύου του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας.
Το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης έχει συνάψει Μνημόνιο Συνεργασίας με τον ENISA, το οποίο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την συμβουλευτική υποστήριξη για την Εθνική Στρατηγική Κυβερνοασφάλειας και για την οργανωτική δομή και λειτουργία της Εθνικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας.
-Ποιες είναι οι μεγαλύτερες απειλές για την εθνική ασφάλεια και τους Έλληνες πολίτες; Ποια τα κρατικά μέτρα και ποια τα μέσα ατομικής προστασίας για τους πολίτες;
Μαριάννα Τζίμα: Δύο από τους βασικότερους κινδύνους, γενικότερα, είναι η διαρροή δεδομένων και η άρνηση υπηρεσιών. Η διαρροή δεδομένων αναφέρεται στην πρακτική κατά την οποία προσπελάσεται το τείχος ασφαλείας κρατικών μηχανισμών, οργανισμών, κρίσιμων υποδομών και όποιων άλλων επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα ευαίσθητα ή και απόρρητα δεδομένα να βρεθούν στη διάθεση τρίτων με υστερόβουλους σκοπούς. Η άρνηση υπηρεσιών είναι η προσπάθεια ένα δίκτυο να καταστεί μη διαθέσιμο για τους προοριζόμενους χρήστες του. Τέτοιες επιθέσεις συμβαίνουν συνήθως σε μεγάλους οργανισμούς, όπως ο τραπεζικός τομέας, ο κυβερνητικός τομέας, κλπ. Κινδύνους εγκυμονεί και η χρήση των υπηρεσιών cloud, καθώς αυτές είναι άμεσα προσβάσιμες από το δημόσιο διαδίκτυο, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται το ζήτημα της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σ΄ αυτές.
Ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο για την ελληνική πραγματικότητα είναι το ηλεκτρονικό ψάρεμα (phishing) μαζί με την πειρατεία λογαριασμών (hijacking). Οι κωδικοί πρόσβασης που χρησιμοποιούν αρκετοί, είναι εξαιρετικά αδύναμοι σε επίπεδο ασφάλειας, καθώς είτε χρησιμοποιούνται μικροί και εύκολοι κωδικοί, είτε επαναχρησιμοποιούνται οι ίδιοι κωδικοί σε διαφορετικούς λογαριασμούς και υπηρεσίες. Αυτή η πρακτική διευκολύνει την πραγματοποίηση επιθέσεων phishing (μίμηση αξιόπιστων οντοτήτων ζητώντας την αποκάλυψη ευαίσθητων πληροφοριών) και παραβιάσεων δεδομένων. Ένας τρίτος με τα διαπιστευτήρια του νόμιμου χρήστη μπορεί να έχει πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα, έχει αποκτήσει με άλλα λόγια πλήρη έλεγχο σε κάθε ηλεκτρονικό λογαριασμό του. Ο εντοπισμός των δραστών, φυσικά, και η αντίδραση των παρόχων απέναντι σε αυτές τις απειλές δεν είναι μια εύκολη διαδικασία.
Η παραπληροφόρηση με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης και τα deepfakes είναι καινούργια φαινόμενα που κάνουν την εμφάνισή τους στην ελληνική πραγματικότητα και ακόμα δεν έχουν συσταθεί πρακτικές διαχείρισης και αντιμετώπισης αυτών των απειλών.
Από την κρατική πλευρά έχει σχεδιαστεί η πραγματοποίηση Εθνικών Ασκήσεων Ετοιμότητας, προσομοιώσεων πραγματικών περιστατικών, προκειμένου να αξιολογείται η ετοιμότητα των φορέων που συμμετέχουν στον εντοπισμό των ευπαθειών των συστημάτων και προβαίνουν στις αντίστοιχες επικαιροποιήσεις όπου χρειάζεται. Επιδιώκεται επίσης η συμμετοχή της Ελλάδας τόσο σε ευρωπαϊκές όσο και σε διεθνείς ασκήσεις.
Η επαγρύπνηση, η κριτική σκέψη, η συνεχής εκπαίδευση και ενημέρωση, είναι πρακτικές που χρειάζεται να υιοθετηθούν από κάθε χρήστη του διαδικτύου. Η ευαισθητοποίηση, η υποστήριξη της νέας γενιάς των πολιτών με τους γονείς/κηδεμόνες να αποτελούν πρότυπα υπαγόρευσης του ηθικού τρόπου αξιοποίησης των δυνατοτήτων του διαδικτύου είναι παράγοντες που δεν μπορούν να αγνοηθούν.
-Πώς αξιολογείτε τις εξελίξεις στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης και ποιες απειλές δημιουργούνται στον κυβερνοχώρο ως αποτέλεσμα;
Μαριάννα Τζίμα: Όπως και με κάθε τεχνολογικό ή κοινωνικό άλμα χρειάζεται να προχωρούμε με επιφυλακτικότητα. Η τεχνητή νοημοσύνη είναι ανθρώπινο δημιούργημα κι ακόμα κι αν γίνονται προσπάθειες να μιμηθεί την ανθρώπινη συλλογιστική πορεία και δράση, είναι προφανές ότι δεν μπορεί -τουλάχιστον, ακόμα- να υιοθετήσει τη λογική σκέψη και τη μετουσίωση αυτής.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι «εν τη γενέσει» της ούτε κακή ούτε καλή, είναι μια ουδέτερη συνθήκη, η οποία ενδίδεται τον χαρακτήρα του προγραμματιστή της, είναι η αντανάκλασή του. Για να γίνουμε πιο σαφείς, η τεχνητή νοημοσύνη βασίζεται σε έναν κώδικα και χρησιμοποιεί βάσεις δεδομένων για να «μαθαίνει». Τα δεδομένα που θα της δοθούν προς «μάθηση» θα φέρουν τον χαρακτήρα του αξιακού συστήματος και των αντιλήψεων του προγραμματιστή. Υπάρχουν παραδείγματα λογισμικών βασισμένα στην τεχνητή νοημοσύνη, που κατατάσσουν τους μη λευκούς ως άτομα υψηλότερου κινδύνου για την τέλεση κάποιου εγκλήματος. Αν συνεχιστεί αυτή η αλματώδης εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης, σε σημείο, που τα όρια μεταξύ ανθρώπινου και κατασκευασμένου περιεχομένου να είναι δυσδιάκριτα, τότε η διόγκωση των στερεοτύπων και των ρατσιστικά επιφορτισμένων αντιλήψεων, θα οδηγήσουν στην αναπόδραστη διάδοση και εγκαθίδρυση της ρητορικής μίσους. Συχνά, είναι επίσης και στην ειδησεογραφία, τα περιστατικά σεξουαλικοποίησης γυναικών και παιδιών, με κατασκευασμένες, μέσω τεχνητής νοημοσύνης, γυμνές εικόνες να διαμοιράζονται σε κάθε είδους πλατφόρμα.
Το θετικό σενάριο κάνει λόγο για μια τεχνητή νοημοσύνη που θα συνδράμει στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου παγκοσμίως, στον τομέα της υγείας, στην οικονομική ανάπτυξη, στην εξάλειψη της ακραίας φτώχειας. Αν υπάρξει διαφάνεια στον σχεδιασμό της τεχνητής νοημοσύνης, τότε μπορεί να γίνει λόγος για την αξιοποίηση των εξαιρετικών πτυχών που προσφέρει η τεχνολογία.
Ιστορικά, όμως, αλλά και σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, η ανθρωπότητα φαίνεται να μην αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα τεχνολογικά επιτεύγματα που έχει στη διάθεσή της. Οι όποιες πρόοδοι χαράσσουμε, φαίνεται να συμπορεύονται με την εξυπηρέτηση ιδιοτελών, ιμπεριαλιστικών και οικονομικών συμφερόντων.
-Ποια τα διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία όσον αφορά τον κυβερνοπόλεμο; Με βάση αυτά, σε ποιο επίπεδο βρίσκονται σήμερα οι δυνατότητες της Ελλάδας;
Κέλλυ Ιωάννου: Μετά τον καταιγισμό κυβερνοεπιθέσεων άρνησης υπηρεσιών (DoS) που έθεσαν εκτός λειτουργίας ουκρανικούς κυβερνητικούς ιστοτόπους, την κυβερνοεπίθεση στο ουκρανικό Υπουργείο Άμυνας και σε δύο σημαντικές κρατικές τράπεζες, τις έντονες υποψίες για την ύπαρξη πάσας φύσης κακόβουλων λογισμικών στα δίκτυα ουκρανικών οργανισμών και των κρίσιμων υποδομών, έχει καταστεί σαφές από πολλούς αναλυτές ότι στο μέλλον οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο θα προηγούνται των φυσικών.
Η Ελλάδα δεν είναι ούτε εντελώς απροστάτευτη και έρμαιο των κελευσμάτων των άλλων χωρών αλλά ούτε και πρωτοστάτης στην εξουδετέρωση ψηφιακών όπλων. Υπάρχει Εθνικός Στρατηγικός Σχεδιασμός αντιμετώπισης περιστατικών έκτακτης ανάγκης, μηχανισμός ο οποίος και θα ενεργοποιηθεί άμεσα μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Φυσικά, δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς ότι δεν θα βληθεί η ασφάλειά μας, ακόμα κι αν έχουμε τα πιο προηγμένα συστήματα ασφάλειας στη διάθεσή μας. Απόλυτη ασφάλεια δεν μπορεί να μας εγγυηθεί κανένας σ’ ότι αφορά το διαδίκτυο.
-Πείτε μας λίγα λόγια για την πρωτοβουλία Traumahelp;
Κέλλυ Ιωάννου: Το Traumahelp είναι το μοναδικό κέντρο στην Ελλάδα που παρέχει εξειδικευμένες υπηρεσίες Digital Parenting και Trauma Coaching σε όσους/ες έχουν τραυματικά βιώματα από την επαφή τους με το διαδίκτυο. Το ηλεκτρονικό τραύμα δεν είχε θεαθεί ως κοινωνική και ψυχολογική πραγματικότητα μέχρι και την ίδρυση του κέντρου μας, με αποτέλεσμα να έχει διαμορφωθεί μια ομάδα ανθρώπων με κοινή συνιστώσα την απόκτηση ψυχολογικών πληγών εξαιτίας της έκθεσής τους σε ψυχοπιεστικά γεγονότα στο διαδίκτυο, που δεν είχαν τον τρόπο να επουλώσουν.
Η πανδημία του 2021 υπήρξε το εφαλτήριο που έδωσε υπόσταση στο Traumahelp, καθώς ο αναγκαστικός περιορισμός μας εντός των σπιτιών μας, μετέτρεψε το διαδίκτυο σε δίοδο για την εκτόνωση των όποιων αρνητικών συναισθημάτων αλλά και το πεδίο ανάπτυξης νέων μορφών απειλών. Η εκρηκτική αύξηση της ενασχόλησης μας με αυτό συμπαρέσυρε και τη δραματική ανάπτυξη νέων μορφών εκμετάλλευσης.
Το Traumahelp και όλοι όσοι συνθέτουν το δυναμικό του, είναι προσανατολισμένο στη θεραπεία και αποκατάσταση αυτού του ηλεκτρονικού τραύματος. Ο όρος ηλεκτρονικό τραύμα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, φαινόμενα ψυχολογικού τραυματισμού μετά από έκθεση σε ακραίο και βίαιο πορνογραφικό υλικό, σε εκβιασμούς, απειλές και παρενοχλήσεις, σε εμμονική παρακολούθηση ή διαδικτυακή αποπλάνηση αλλά και σε κάθε είδους εκμετάλλευση, όπως επίσης και το φαινόμενο του εθισμού στο διαδίκτυο (social media/ video games/selfie syndrome). Ο όρος μάλιστα, έχει αρχίσει τα τελευταία χρόνια να εντάσσεται, όχι μόνο στην κοινωνική αντίληψη, αλλά και στην ίδια την οντότητα της ψυχολογικής επιστήμης και συμβουλευτικής.
*Η κα Ιωάννου είναι υποψήφια Διδάκτωρ Εγκληματολογίας στο πανεπιστήμιο του Εssex στο Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι επικεφαλής καθηγήτρια στον τομέα της Εγκληματολογίας και της Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Κολλέγιο Ανθρωπιστικών Επιστημών ICPS College και Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Uclan. Σπούδασε Kλινική Εγκληματολογία στο Πανεπιστήμιο του Leicester με τιμητικές διακρίσεις και εξειδίκευση στο φαινόμενο της εκδικητικής πορνογραφίας και της κυβερνοτρομοκρατίας. Eίναι ιδρύτρια του Traumahelp, του μοναδικού κέντρου στην Ελλάδα για τη θεραπεία και την αποκατάσταση του ηλεκτρονικού τραύματος και πιστοποιημένη Coach από τον ηγετικό -διεθνή φορέα «Association for Coaching». Έχει κλινική εμπειρία στον τομέα του HλεκτρονικούΤραύματος (εξαρτήσεις από διαδίκτυο/ διαδικτυακούς εκβιασμούς, εκφοβισμούς, παρενοχλήσεις κ.ο.κ) καθώς επίσης και στη Διαχείριση Διαζυγίου- Χωρισμού Γονέων
**Η Μαριάννα Τζίμα είναι Ψυχολόγος, απόφοιτη του Παντείου Πανεπιστημίου. Είναι κάτοχος διπλώματος στην Εφαρμοσμένη Συμβουλευτική Ψυχικής Υγείας, με εξειδίκευση στην Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία. Έχει λάβει μέρος σε σεμινάρια του Γ.Ν.Α. Ευαγγελισμού για την αναγνώριση και αντιμετώπιση «Θεμάτων Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων». Έχει παρακολουθήσει τα προγράμματα «Εφαρμοσμένη Εγκληματολογία: στο μυαλό ενός δράστη» του Παντείου Πανεπιστημίου και «Εγκληματολογική Ψυχολογία» του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, που παρέχουν εξειδικευμένη επιμόρφωση για την πρόληψη και αντιμετώπιση εγκληματικών φαινομένων. Τα προηγούμενη έτη απασχολήθηκε ως ψυχολόγος σε σχολικές μονάδες δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, παρέχοντας υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής
υποστήριξης στο σύνολο της σχολικής κοινότητας. Τη δεδομένη περίοδο εργάζεται στο Διεθνές Ινστιτούτο Κυβερνοασφάλειας στις θέσεις της Υπεύθυνης Επικοινωνίας (Chief Communications Officer), της Υπεύθυνης Ακαδημαϊκών Προγραμμάτων (Event and Educational Program Manager) αλλά και της Βοηθού της Διεύθυνσης (Executive Assistant). Ταυτόχρονα, εργάζεται κι ως Ψυχολόγος στο Εργαστήριο Εγκληματολογίας (The Crime Lab).