Όταν κάνουμε λόγο για «Μάχη του Στάλινγκραντ», εννοούμε μια σειρά πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ Γερμανών και Σοβιετικών, που έλαβαν χώρα από τις 23 Αυγούστου 1942 έως τις 2 Φεβρουαρίου 1943 στα περίχωρα και στο κέντρο της πόλης του Στάλινγκραντ (νυν Βόλγκογκραντ).
Μετά την καταστροφική επιχείρηση του 1941 για την κατάληψη της Μόσχας, οι Γερμανοί σταθεροποίησαν τις θέσεις τους στην Ουκρανία και την άνοιξη του 1942 ήταν έτοιμοι να εξαπολύσουν νέα επίθεση κατά της Νότιας Ρωσίας. Ο Χίτλερ, με την παρότρυνση των οικονομολόγων του Τρίτου Ράιχ, επιδίωκε να θέσει υπό τον έλεγχό του τις πετρελαιοφόρες περιοχές του Καυκάσου, προκειμένου να εξασφαλίσει τις αναγκαίες ποσότητες πετρελαίου, που θα του επέτρεπαν να συνεχίσει τον πόλεμο.
Το Στάλινγκραντ θεωρήθηκε στρατηγικής σημασίας περιοχή για πολλούς λόγους. Ήταν ένα μεγάλο βιομηχανικό κέντρο στις όχθες του ποταμού Βόλγα (ζωτικής σημασίας θαλάσσιου δρόμου μεταξύ Κασπίας Θάλασσας και της βόρειας ρωσικής ενδοχώρας), η κατοχή του οποίου θα εξασφάλιζε τα νώτα των γερμανικών δυνάμεων που θα εξορμούσαν στον Καύκασο. Αλλά και σε συμβολικό επίπεδο ήταν σπουδαίο το Στάλινγκραντ. Και μόνο ότι έφερε το όνομα του μισητού του αντιπάλου Στάλιν, αποτελούσε ένα καλό ιδεολογικό και προπαγανδιστικό εργαλείο στα χέρια του Χίτλερ. Η ίδια διαπίστωση ίσχυε και για τον σοβιετικό ηγέτη, που ήθελε να μην αφήσει την πόλη στα χέρια του εχθρού. Γι' αυτό και οι εντολές και των δύο προς τους στρατηγούς τους ήταν: «κρατήστε τις θέσεις σας πάσει θυσία και με οποιοδήποτε κόστος».
Η επιθετική ενέργεια των Γερμανών κατά της Νότιας Ρωσίας είχε την κωδική ονομασία «Υπόθεση Μπλε» και θα την έφερναν σε πέρας η Ομάδα Στρατιών Α υπό τον στρατάρχη Πάουλ φον Κλάιστ, η οποία θα αναλάμβανε την επιχείρηση στον Καύκασο και η Ομάδα Στρατιών Β υπό τον στρατηγό Μαξιμίλιαν φον Βάιχς, που θα επιχειρούσε στο Στάλιγκραντ. Την ομάδα Στρατιών Β αποτελούσαν η 6η Στρατιά υπό τον στρατηγό Φρίντριχ φον Πάουλους και η 4η Στρατιά Τεθωρακισμένων υπό τον στρατηγό Χέρμαν Χοτ.
Η επίθεση εκδηλώθηκε στις 28 Ιουνίου 1942 με τη γρήγορη προέλαση του γερμανικού στρατού (850.000 άνδρες) και ιδιαίτερα της 6ης Στρατιάς του Πάουλους, που απώθησε τους Σοβιετικούς στις όχθες του ποταμού Δον, στο τέλος του Ιουλίου. Η σχετικά εύκολη προέλαση των δυνάμεών του έκανε τον Χίτλερ να πιστέψει ότι επρόκειτο για μια επιχείρηση περιπάτου. Έτσι, έλαβε την λανθασμένη απόφαση, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, να αποσύρει την 4η Στρατιά Τεθωρακισμένων από το μέτωπο του Στάλινγκραντ και να την ενσωματώσει στην Ομάδα Στρατιών Α, που επιχειρούσε στον Καύκασο.
Μετά την εξέλιξη αυτή, το βάρος της επίθεσης στο Στάλινγκραντ ανέλαβε η 6η Στρατιά του Φον Πάουλους. Την πόλη και την γύρω περιοχή υπερασπιζόταν η 62η Στρατιά του Κόκκινου Στρατού υπό τον στρατηγό Βασίλι Τσούικοφ. Ήταν σαφώς χαμηλότερων προδιαγραφών από την αντίστοιχη γερμανική, αλλά αντιστάθμιζε τις αδυναμίες της από το γεγονός ότι μάχες θα διεξάγονταν σε κατοικημένες περιοχές και όχι σε ανοικτό πεδίο. Γρήγορα ήλθε σε βοήθειά της η 64η Στρατιά. Συνολικά, οι στρατιωτικές δυνάμεις των Σοβιετικών καθ' όλο το διάστημα των μαχών ανήλθαν γύρω στους 1.700.000 άνδρες.
Η Μάχη του Στάλινγκραντ άρχισε στις 23 Αυγούστου 1942 με καταιγιστικό βομβαρδισμό από την «Λουφτβάφε». Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα το 80% της κτιριακής υποδομής της πόλης καταστράφηκε, λαμβανομένης υπ' όψη και της ανεπαρκούς αντιεροπορικής άμυνας, στην οποία υπηρετούσαν νεαρές εθελόντριες. Τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου τα χερσαία τμήματα της «Βέρμαχτ» είχαν σχεδόν περικυκλώσει την πόλη. Η μόνη γραμμή ανεφοδιασμού που απέμενε ήταν από τη θαλάσσια οδό του Βόλγα.
Στα μέσα Σεπτεμβρίου οι Γερμανοί είχαν συμπιέσει τους Σοβιετικούς σε μια ζώνη μήκους 14 χιλιομέτρων και πλάτους 5 χιλιομέτρων. Οι σοβιετικοί επέλεξαν να αμυνθούν μέσα στην πόλη και τους επόμενους τρεις μήνες το κατεστραμμένο Στάλινγκραντ έγινε θέατρο σκληρών συγκρούσεων, πρωτοφανούς αγριότητας, αλλά και ανείπωτου ηρωισμού. Δρόμοι, οικοδομικά τετράγωνα, ακόμη και μεμονωμένα κτίρια διεκδικούνταν πόντο με πόντο και με το μεγαλύτερο πείσμα από τους εμπόλεμους, σε μάχες εκ του συστάδην. Όσο και να φαίνεται παράξενο, η κατάληψη μιας κουζίνας σε ένα από τα λιγοστά άθικτα κτίρια του Στάλινγκραντ κόστιζε δεκάδες νεκρούς.
Στα μέσα Οκτωβρίου η κατάσταση για αμυνομένους ήταν απελπιστική, καθώς δυσκόλεψε ο ανεφοδιασμός από τον Βόλγα, αφού γινόταν κάτω από τα πυρά των γερμανικών όπλων. Όμως, και το ηθικό των επιτιθεμένων είχε καταπέσει, εξαιτίας της κόπωσης, του επερχόμενου χειμώνα, αλλά και των βαρύτατων απωλειών. Θραύση έκαναν οι ελεύθεροι σκοπευτές του Κόκκινου Στρατού, που υπό την κάλυψη των ερειπίων, προκαλούσαν ανυπολόγιστη φθορά στους γερμανούς στρατιώτες. Πρωταθλητής στον μακάβριο κατάλογο, ο στρατιώτης Ιβάν Σιντορένκο του 1122ου Συντάγματος Τυφεκιοφόρων, ο οποίος σκότωσε πάνω από 500 γερμανούς στρατιώτες. Ακολούθησε ο Βασίλι Ζάιτσεφ από την ίδια μονάδα με 242 σκοτωμούς. Αυτός είναι πιο γνωστός στις μέρες μας, λόγω της ταινίας του Ζαν Ζακ Ανό «Ο εχθρός προ των πυλών» (2001), που εξιστορεί το κατόρθωμά του.
Τον Νοέμβριο του 1942, το 90% του Στάλινγκραντ ήταν ένας σωρός ερειπίων και βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Γερμανών. Τα μόνα κτίρια που απέμεναν όρθια ήταν κάποια εργοστάσια που τα κρατούσαν με νύχια και δόντια οι αμυνόμενοι για τις ανάγκες του ανεφοδιασμού τους. Ο Στάλιν, όμως, δεν είχε πει την τελευταία του λέξη. Στις 19 Νοεμβρίου 1942, οι Σοβιετικοί εκδήλωσαν αντεπίθεση με την κωδική ονομασία «Ουρανός». Το σχέδιο είχε εκπονηθεί από τους στρατηγούς Γκιόργκι Ζούκοφ και Αλεξάντρ Βασιλιέφσκι και προέβλεπε την προσβολή των εφεδρικών δυνάμεων της 6ης Στρατιάς, που τη συγκροτούσαν κακοεκπαιδευμένοι στρατιώτες των συμμαχικών χωρών των Άξονα (Ιταλοί, Κροάτες, Ρουμάνοι, Ούγγροι, αλλά και ντόπιοι συνεργάτες των Γερμανών).
Η σοβιετική αντεπίθεση εκδηλώθηκε με τρεις στρατιές υπό τον στρατηγό Νικολάι Βατούτιν και σημείωσε απόλυτη επιτυχία. Οι Γερμανοί σύντομα εγκλωβίστηκαν και μέσα σε μια περιοχή ολίγων τετραγωνικών χιλιομέτρων βρέθηκαν περικυκλωμένοι 250.000 στρατιώτες. Οι Σοβιετικοί ζήτησαν από τους Γερμανούς να παραδοθούν, προσφέροντάς τους ευνοϊκούς όρους. Όμως η διαταγή του Χίτλερ ήταν επίθεση μέχρις εσχάτων. Μια αερογέφυρα που στήθηκε για τον ανεφοδιασμό των εγκλωβισμένων γερμανικών δυνάμεων κατέληξε σε οικτρά αποτυχία. Η σοβιετική αντιαεροπορική άμυνα κατέρριψε 490 αεροπλάνα της «Λουφτβάφε».
Στις 16 Δεκεμβρίου 1942 οι σοβιετικοί εξαπέλυσαν και νέα επίθεση με την κωδική ονομασία «Κρόνος», με στόχο να εγκλωβίσουν αυτή τη φορά την Ομάδα Στρατιών Α, που είχε σταθεροποιήσει τις θέσεις της στον Καύκασο. Δεν τα κατάφεραν, αφού η αντίσταση της εγκλωβισμένης 6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ έδωσε την ευκαιρία στον Φον Κλάιστ σε μια συντεταγμένη υποχώρηση. Μάλιστα, ο Χίτλερ προβίβασε τον φον Πάουλους στον βαθμό του στρατάρχη για τον ηρωισμό και την αυταπάρνησή του.
Όμως, τρεις μέρες αργότερα και συγκεκριμένα στις 2 Φεβρουαρίου 1943 ο στρατάρχης πλέον Φον Πάουλους αναγκάστηκε να παραδοθεί, όταν οι Σοβιετικοί πολιόρκησαν το αρχηγείο του και κάθε αντίσταση ήταν μάταιη. Ήταν ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματικός που αναγκάστηκε να παραδοθεί στην ιστορία του γερμανικού στρατού. Μαζί του παραδόθηκαν 22 στρατηγοί και οι εναπομείναντες 91.000 στρατιώτες της 6ης Στρατιάς. Τελικά και από αυτούς μόνο οι 5.000 επέζησαν από τις κακουχίες της αιχμαλωσίας και επέστρεψαν στη Γερμανία αρκετά χρόνια μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Συνολικά, οι απώλειες για τους Γερμανούς και τους συμμάχους τους ανήλθαν σε 800.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι Σοβιετικοί από την πλευρά τους είχαν ασυγκρίτως μεγαλύτερες απώλειες: 478.741 νεκρούς και 650.000 τραυματίες, στρατιώτες και πολίτες. H Μάχη του Στάλινγκραντ αποτέλεσε σημείο καμπής στην πολεμική αναμέτρηση μεταξύ Γερμανίας και Σοβιετικής Ένωσης. Εξολόθρευσε πολύτιμες στρατιωτικές δυνάμεις για τον Χίτλερ και ταπείνωσε τη γερμανική πολεμική μηχανή.