Το πλοίο με τα φάρμακα
Το 1989, στη θάλασσα της Τοσκάνης εντοπίστηκε ένα ναυαγισμένο ελληνικό πλοίο από ξύλο καρυδιάς. Το πλοίο είχε ξεκινήσει το 130 π.Κ.Χ από τη Συρία και μετέφερε στην Ιταλία γυαλικά και φάρμακα. Ανάμεσα σε αυτά οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μερικά χάπια, τα οποία για καλή μας τύχη παρέμειναν στεγνά μέσα στη συσκευασία τους. Οι αναλύσεις της αμερικανικής ερευνητικής ομάδας παρουσιάστηκαν το 2010 στο 4ο Διεθνές Συμπόσιο Βιομοριακής Αρχαιολογίας στην Κοπεγχάγη της Δανίας και αποκαλύπτουν πολύτιμες πληροφορίες για την παρασκευή φαρμάκων κατά την αρχαιότητα.
Τα χάπια αυτά ήταν μίγμα εκχυλισμάτων από σέλινο, καρότο, ραπανάκι, λάχανο, άγριο κρεμμύδι, βελανίδια, ήμερο τριφύλλι (αλφάλφα), αχίλλεια και ιβίσκο. Εντοπίστηκαν ακόμα ποσότητες ηλίανθου, για τον οποίο ως τώρα η επιστήμονες πίστευαν πως δεν υπήρχε στον αρχαίο κόσμο, αλλά εισήχθη όταν οι Ευρωπαίοι ανακάλυψαν την Αμερική. Αν δεν πρόκειται για μεταγενέστερη γενετική «μόλυνση», όπως υποθέτουν κάποιοι ερευνητές, τα χάπια αυτά αλλάζουν την ιστορία του ηλίανθου.
Οι πληροφορίες που έχουμε για τα φάρμακα της αρχαιότητας προέρχονται από τα γραπτά του Ιπποκράτη, του Γαληνού και του Διοσκουρίδη. Ο πρώτος καταγράφει 380 βότανα με θεραπευτικές ιδιότητες, ωστόσο οι φαρμακοποιοί χρησιμοποιούσαν κυρίως τα 50 από αυτά σε διάφορους συνδυασμούς και δοσολογία αναλόγως της πάθησης που αντιμετώπιζαν. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι το καρότο ήταν ανάμεσα στα πιο δημοφιλή φαρμακευτικά φυτά, ως αποτελεσματικό διουρητικό και κατάλληλο για την αντιμετώπιση δηλητηριωδών τσιμπημάτων.
Εκτός από εκχυλίσματα βοτάνων, τα χάπια περιείχαν και ένα μίγμα από ζωικά και φυτικά λιπίδια, άμυλο, ρητίνη πεύκου και οξείδιο του σιδήρου. Η σύνθεση των σκευασμάτων του ναυαγίου οδήγησε τους ερευνητές στο συμπέρασμα πως ίσως αυτό το φάρμακο να προοριζόταν για τη θεραπεία οφθαλμολογικών παθήσεων.
Η έρευνα αυτή έφερε στο προσκήνιο τη διαμάχη σχετικά με την αποτελεσματικότητα των φυτικών σκευασμάτων. Μπορούν άραγε τα χάπια αυτά θεραπεύσουν;
Δύο πλοία γεμάτα πολύτιμα έργα τέχνης
Το 1907, Έλληνες σφουγγαράδες, ανακάλυψαν στις ακτές της Τυνησίας μία μαρμάρινη κεφαλή. Ο καπετάνιος του πλοίου, Γεώργιος Σγούδος, ήρθε σε επαφή με τον αρχαιολόγο Alfred Merlin, ο οποίος ήταν τότε διευθυντής αρχαιοτήτων της Τυνησίας, κι εκείνος έκανε σκοπό της ζωής του την εξερεύνηση του σημείου εκείνου. Η αρχαιολογικές εξερευνήσεις στον βυθό ήταν κάτι καινούργιο εκείνη την εποχή κι επικίνδυνο, αλλά η λαχτάρα του αρχαιολόγου να το επιχειρήσει, καθώς νόμιζε πως ίσως είχε ανακαλύψει την χαμένη Ατλαντίδα, αγνόησε κάθε δυσκολία. Μέχρι το 1913, με τη συνεργασία των δυτών του Σγούδου, ο Merlin έφερε στην επιφάνεια εξαιρετικά έργα τέχνης: μαρμάρινα και ορειχάλκινα αγαλματίδια, αρχιτεκτονικά μέλη, πολύτιμα διακοσμητικά. Το τελευταίο του εύρημα ήταν ένα μπρούτζινο άγαλμα του θεού Έρωτα. Ύστερα, η Γαλλία αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει τη συνέχιση της έρευνας του ναυαγίου, καθώς η Ευρώπη εισερχόταν στη δίνη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στη δεκαετία του ’50 οι έρευνες συνεχίστηκαν από το πλήρωμα του Κουστώ και φέρνουν στο φως δεκάδες στήλες και άλλα έργα τέχνης. Στο βυθό παρέμειναν όμως πολύ περισσότερα, ανάμεσά τους και ολόκληροι κίονες!
Το πλοίο είχε ξεκινήσει από τον Πειραιά με προορισμό τη Ρώμη ή την Καμπανία κάποια στιγμή ανάμεσα στο 70 – 60 π.Κ.Χ. Τα έργα τέχνης, ελληνιστικής τεχνοτροπίας, ήταν παραγγελίες πλουσίων της Ρώμης, οι οποίοι συναγωνίζονταν μεταξύ τους στην πολυτέλεια. Αυτή η παραγγελία όμως δεν έφτασε ποτέ! Παραφορτωμένο όπως ήταν το πλοίο, παρασύρθηκε από μία σφοδρή καταιγίδα και εξετράπη στην βορειοαφρικανική ακτή. Το βαρύ του φορτίο μετατοπίστηκε, το πλοίο ναυάγησε και τα πάντα χάθηκαν στον βυθό.
Ένα άλλο φορτηγό πλοίο που μετέφερε παρόμοιο πολύτιμο φορτίο, βυθίστηκε στη θάλασσα των Αντικυθήρων την ίδια εποχή (75 -50 π.Κ.Χ). Το πλοίο ήταν φορτωμένο με σπουδαία έργα του 4ου αιώνα π.Κ.Χ, προϊόντα λεηλασίας των κατακτητών Ρωμαίων, όπως ο χάλκινος «Έφηβος των Αντικυθήρων» (The “Antikythera Youth”), αλλά και αντίγραφα κλασικών έργων της εποχής του ναυαγίου, όπως η «Αφροδίτη της Κνίδου». Άλλα μαρμάρινα αγάλματα που απεικονίζουν ομηρικούς ήρωες ανήκουν στην τεχνοτροπία μπαρόκ των ελληνιστικών χρόνων, με έντονο το δραματικό στοιχείο είναι πρωτότυπα. Βρέθηκαν ακόμα κοσμήματα, νομίσματα και αγγεία. Πιθανοί τόποι προέλευσης των έργων είναι η Έφεσος, η Πέργαμος και η Δήλος.
Και αυτό το ναυάγιο ανακαλύφθηκε από σφουγγαράδες το 1900, καθώς επέστρεφαν από την Τυνησία στα Αντικύθηρα. Οι ναυτικοί ανέσυραν όσα περισσότερα έργα μπόρεσαν, ανάμεσά τους και τον περίφημο μηχανισμό των Αντικυθήρων. Ο μηχανισμός αυτός υπολόγιζε το έτος, τις σεληνιακές φάσεις τις ηλιακές εκλείψεις και τα έτη των Πανελληνίων Αγώνων σε όλα σχεδόν χρονομετρικά συστήματα της εποχής. Πιθανόν να πρόκειται για κατασκευή κάποιου μαθητή του Αρχιμήδη ή του Ιππάρχου του Ροδίου.
Δυστυχώς, το 1901 η επιχείρηση σταμάτησε μετά τον θάνατο ενός δύτη και την προσβολή μερικών ακόμα από τη νόσο των δυτών, που τους άφησε παράλυτους. Η έρευνα συνεχίστηκε το 1976 από τη ομάδα του Κουστώ κι έφερε στο φως αρκετά ακόμα ευρήματα. Από το 2012 έως το 2014 οι έρευνες επαναλήφθηκαν και αποκάλυψαν ένα χάλκινο δόρυ μήκους δύο μέτρων, μια άγκυρα, ένα χρυσό δαχτυλίδι και τα χάλκινα μέρη κλίνης. Η ποσότητα των ευρημάτων και η διασπορά τους σε μεγάλος εύρος, δημιουργούν την εντύπωση πως πρόκειται για δύο ναυαγισμένα πλοία. Σε αυτή την κατεύθυνση οι αρχαιολόγοι θα συνεχίσουν τις έρευνες. Τα ευρήματα του ναυαγίου εκτίθενται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
Το αρχιπέλαγος που κατάπινε τα πλοία
Ανάμεσα στην Ικαρία και τη Σάμο, στο αρχιπέλαγος των νήσων «Φούρνοι», ανακαλύφθηκαν μέσα σε 13 μέρες 22 ναυάγια! Εκείνο το σημείο του Αιγαίου Πελάγους είναι το σταυροδρόμι των θαλάσσιων εμπορικών διαδρομών ανατολής-δύσης και βορρά-νότου, ένα σταυροδρόμι που, όπως αποδεικνύεται, ήταν επικίνδυνο για τα αρχαία πλοία. Τα 22 ναυάγια που ανακαλύφθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2015 δεν είναι όλα της ίδια εποχής. Κάποια συνέβησαν κατά την Αρχαϊκή Περίοδο (700-480 π.Κ.Χ.), κάποια κατά την Κλασική (480-323 π.Κ.Χ.) , άλλα κατά την Ελληνιστική (323 – 31 π.Κ.Χ.) και άλλα κατά τον 16ο αιώνας Κ.Χ.
Από τον βυθό ανασύρθηκαν πανάρχαιοι αμφορείς από τη Σάμο, πιθάρια από τη Χίο και νεώτερα αγγεία (2ος -4ος αι. Κ.Χ) από τη Μαύρη Θάλασσα και την Παλαιστίνη. Οι αμφορείς περιείχαν κρασί, ελαιόλαδο και σάλτσες ψαριού.
Οι έρευνες που πραγματοποιήθηκαν από τις 8 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου 2016, πιστοποίησαν 23 ακόμα ναυάγια στην περιοχή, τα οποία συνέβησαν από τους αρχαϊκούς χρόνους μέχρι τον 19ο αιώνα. Στα νέα ευρήματα περιλαμβάνονται ένα φορτίο με αμφορείς από την Κω της ελληνιστικής περιόδου, ένα με αμφορείς από τη Σινώπη της Μαύρης Θάλασσας, ένα με κεραμικά των παλαιοχριστιανικών χρόνων από τη Β. Αφρική και πολλά άλλα.
Μέχρι τώρα έχει ερευνηθεί το 15% περίπου της συνολικής ακτογραμμής του συμπλέγματος των Φούρνων και θεωρείται βέβαιο πως πολλά ακόμα ναυάγια θα εντοπιστούν ως το 2018, οπότε αναμένεται να ολοκληρωθούν οι έρευνες.
Το αρχαιότερο ναυάγιο!
Πολλοί μπορεί να μην έχουν καν φανταστεί πως σε μία εποχή τόσο μακρινή όσο το 1330 π.Κ.Χ, εμπορικά πλοία ταξίδευαν σε κάθε λιμάνι της Μεσογείου μεταφέροντας προϊόντα από όλον τον τότε γνωστό κόσμο. Είμαστε ακόμα στην εποχή Χαλκού, εκατό χρόνια περίπου πριν τον τρωικό πόλεμο, όταν στον ελλαδικό χώρο ανθούσε ο μυκηναϊκός πολιτισμός και στην Αίγυπτο βασιλεύουν ο Ακενατών και ο Τουταγχαμών.
Το πλοίο ήταν κατά πάσα πιθανότητα κυπριακό και ταξίδευε προς την Αίγυπτο, τη χώρα των Χετταίων, τη Ρόδο ή κάποιο άλλο λιμάνι του Αιγαίου. Ο παραλήπτης θα πρέπει να ήταν κάποιος βασιλιάς όπως μαρτυρά το φορτίο. Χαλκός από τη Κύπρο, κασσίτερος, πήλινα σκεύη, και είδη πολυτελείας, όπως ο σκαραβαίος με σκαλισμένο το όνομα της Νεφερτίτης, ένα ολόχρυσο κύπελλο, χρυσά κοσμήματα και ελεφαντόδοντο, αγγεία και εγχειρίδια από την Παλαιστίνη, όπλα μυκηναϊκής τεχνοτροπίας και πολύτιμους λίθους. Τα εμπορεύματα μοιάζουν με έκθεση έργων τέχνης από κάθε γνωστό τότε πολιτισμό. Το πλοίο μετέφερε επίσης και αρκετά τρόφιμα (ελιές, σύκα, αμύγδαλα, ρόδια, κορίανδρο κ.ά).
Όπου και αν σκόπευε να καταλήξει, το πλοίο δεν έφτασε ποτέ. Ναυάγησε ανάμεσα στην Κύπρο και την Ρόδο κοντά στις ακτές της Μ. Ασίας και η ανακάλυψή του το 1982 άνοιξε τον δρόμο για την κατανόηση του κόσμου της Μεσογείου εκείνης της εποχής.
Τα ευρήματα από το «ναυάγιο του Ουλμπουρούν», όπως ονομάστηκε, ενίσχυσαν την άποψη πως μέσω του θαλάσσιου εμπορίου είχε επιτευχθεί μία «παγκοσμιοποίηση» των πολιτισμών της περιοχής από τη Βαλτική ως τη Β. Αφρική και από τη Μέση Ανατολή ως την Ελλάδα.