Ο Βάριος Άβιτος Βασσιανός, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στην πόλη Έμεσα της Συρίας (σημερινή Χομς) το 204. Παιδί ακόμα έγινε αρχιερέας του θεού του ηλίου Βάαλ, που λατρευόταν στην περιοχή του με την ονομασία Ελά Γκαμπάλ, εξού και το προσωνύμιό του Ηλιογάβαλος.
Μετά τη δολοφονία του αυτοκράτορα Καρακάλα (217), την ανάληψη της εξουσίας ανέλαβε προσωρινά ο αρχηγός των πραιτωριανών Μακρίνος. Η μητέρα του Ηλιογάβαλου, Ιουλία Σωαιμιάς, και η γιαγιά του, Ιουλία Μαίσα, (συγγενής του ιδρυτή της δυναστείας των Σεβήρων, Σεπτίμιου Σεβήρου), τον παρουσίασαν ως νόθο γιο του Καρακάλα, κερδίζοντας την εύνοια του στρατού και της Συγκλήτου. Στην αποφασιστική μάχη της Αντιόχειας (8 Ιουνίου του 218), οι λεγεώνες του Ηλιογάβαλου επικράτησαν του στρατού του Μακρίνου και το νεαρό παιδί αναγορεύτηκε αυτοκράτορας της Ρώμης, σε ηλικία μόλις 14 ετών, με το όνομα Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος Αύγουστος.
Πρώτο μέλημα του Ηλιογάβαλου άμα τη αναλήψει της εξουσίας ήταν να επιβάλει δια της βίας τη λατρεία του Βάαλ σε όλη την αυτοκρατορία. Δεν δίστασε να θανατώσει πολλούς έμπειρους στρατιωτικούς και ανώτερους αξιωματούχους, που αντιτάχθηκαν στην απόφασή του αυτή. Τον νέο κύκλο του αυτοκράτορα αποτελούσαν τώρα άνδρες που ξεχώριζαν για την ομορφιά τους και την ταπεινή και ξενική καταγωγή τους.
Η Ρώμη βούιζε για την ακόλαστη ζωή του νεαρού αυτοκράτορα, που δεν κρατούσε ούτε τα προσχήματα. Λεγόταν ότι συνήθιζε να φορά γυναικεία ρούχα, να μακιγιάρεται και να επιδίδεται σε γυναικείες εργασίες, ενώ διασκέδαζε αφάνταστα εμφανιζόμενος ως πόρνη στα καπηλειά της Ρώμης. Νυμφεύτηκε πέντε φορές, αλλά ο μόνιμος δεσμός του ήταν αυτός με τον ευσταλή αρματοδρόμο Ιεροκλή, τον οποίο αποκαλούσε «ο άντρας μου». Δεν ενδιαφερόταν καθόλου για το αξίωμά του και τη διοίκηση του κράτους την είχε αφήσει στα χέρια της μητέρας, της γιαγιάς και της θείας του.
Τα νέα ήθη που κόμιζε ο Ηλιογάβαλος προσέβαλαν τη ρωμαϊκή κοινωνία και σε συνδυασμό με τη διοικητική του ανικανότητα γρήγορα τον κατέστησαν μισητό στους ρωμαίους πολίτες. Η γιαγιά του, Ιουλία Μαίσα, το αντιλήφθηκε έγκαιρα και τοποθέτησε δίπλα του ως Καίσαρα τον 14χρονο εξάδελφό του Αλέξανδρο Σεβήρο. Ο Ηλιογάβαλος κατάλαβε ότι θα παραμεριζόταν και προσπάθησε να βγάλει από τη μέση τον Αλέξανδρο. Τότε ανέλαβαν δράση οι πραιτωριανοί. Στις 11 Μαρτίου του 222 σκότωσαν τον Ηλιογάβαλο και τη μητέρα του, πέταξαν το πτώμα του στον Τίβερη και ανακήρυξαν αυτοκράτορα τον Αλέξανδρο Σεβήρο.