Το πραγματικό του όνομα ήταν Βλαντ Ντρακούλ ο Τρίτος, Πρίγκιπας της Βλαχίας και κατά κόσμον γνωστός ως «Βλαντ ο Παλουκωτής» λόγω των απάνθρωπων μεθόδων που χρησιμοποιούσε στους αιχμαλώτους του.
Ο Βλαντ γεννήθηκε το 1431 στην Τρανσυλβανία, μια ορεινή περιοχή στη σύγχρονη Ρουμανία. Ο πατέρας του ήταν ο Βλαντ Ντρακούλ ο Δεύτερος, ηγεμόνας της Βλαχίας, του πριγκιπάτου που βρίσκεται στα νότια της Τρανσυλβανίας.
Το προσωνύμιο Ντρακούλ που σημαίνει δράκος του δόθηκε μετά την ένταξη του στο Τάγμα του Δράκου, ένα χριστιανικό στρατιωτικό τάγμα που υποστήριζε τον ιερό Ρωμαίο αυτοκράτορα.
Καθώς βρισκόταν ανάμεσα στη χριστιανική Ευρώπη και στα μουσουλμανικά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Τρανσυλβανία και η Βλαχία ήταν συχνά σκηνικό αιματηρών μαχών.
Όταν ο Βλαντ ο Δεύτερος II κλήθηκε σε μια διπλωματική συνάντηση το 1442 με το σουλτάνο Μουράτ Β’, έφερε τους νεαρού γιους του Βλαντ Τρίτο και Ραντού μαζί του.
Η συνάντηση ήταν στην πραγματικότητα μια παγίδα: οι τρεις συνελήφθησαν και κρατήθηκαν ως όμηροι. Ο Βλαντ ο Δεύτερος ωστόσο απελευθερώθηκε υπό την προϋπόθεση ότι θα αφήσει τους γιους του πίσω. Εκεί οι δύο νέοι παρακολούθησαν τις πρακτικές βασανιστηρίων και εκτελέσεων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και είναι πιθανό εκεί να ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την πρακτική του «παλουκώματος»
Η υπόλοιπη οικογένειά του Βλαντ, ωστόσο δεν είχε καλύτερη τύχη: ο πατέρας του εκδιώχθηκε ως ηγεμόνας της Βλαχίας από τους τοπικούς πολέμαρχους (βογιάρους) και σκοτώθηκε στους βάλτους κοντά στο Μπαλτένι, της Βλαχίας το 1447, ενώ ο μεγαλύτερος αδελφός του Βλαντ ο Μιρκέα, βασανίστηκε, τυφλώθηκε και θάφτηκε ζωντανός.
Αυτά τα γεγονότα μετέτρεψαν τον Βλαντ σε έναν αδίστακτο δολοφόνο και μόλις απελευθερώθηκε από την οθωμανική αιχμαλωσία λίγο μετά το θάνατο της οικογένειάς του, η βασιλεία του αίματος άρχισε.
Το 1453, η πόλη της Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών, που απειλούσαν όλη την Ευρώπη με εισβολή. Ο Βλαντ ανέλαβε να υπερασπιστεί τη Βλαχία από την εισβολή και το 1456 η μάχη του για να προστατεύσει την πατρίδα του ήταν νικηφόρα: Ο μύθος υποστηρίζει ότι αποκεφάλισε προσωπικά τον αντίπαλό του, Βλαντισλαβ τον Δεύτερο σε μία μάχη σώμα με σώμα.
Πλέον κυβερνήτης του πριγκιπάτου της Βλαχίας, ο Βλαντ είχε στα χέρια του μία χώρα σε καταστροφική κατάσταση εξαιτίας της συνεχούς πολέμου και την εσωτερικής διαμάχης που προκλήθηκε από αντιμαχόμενους βογιάρους. Για να εδραιώσει την εξουσία, ο Βλαντ κάλεσε εκατοντάδες από αυτούς σε ένα συμπόσιο το οποίο κατέληξε σε λουτρό αίματος με τους Βογιάρους παλουκωμένους σε ξύλα στην αυλή.
Το παλούκωμα εξελίχθηκε σε αγαπημένη πρακτική για τον Βλαντ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν αυτό όταν είχε συνάντηση με διπλωματικούς απεσταλμένους των Οθωμανών το 1459, οι διπλωμάτες αρνήθηκαν να βγάλουν τα καπέλα τους, αναφέροντας ότι είναι θρησκευτικό έθιμο. Επαινώντας τους για τη θρησκευτική τους ευλάβεια, ο Βλαντ τους βεβαίωσε ότι τα καπέλα τους θα παραμείνουν για πάντα στο κεφάλι τους και τελικά τους παλούκωσε αφήνοντας τα καπέλα καρφωμένα στα κρανία τους.
Οι νίκες του Βλαντ εναντίον των Οθωμανών γιορτάστηκαν σε όλη την Βλαχία, την Τρανσυλβανία και την υπόλοιπη Ευρώπη ενώ εντυπωσιάστηκε ακόμη και ο πάπας Πίος Β. Ωστόσο ο Βλαντ απέκτησε επίσης μια πολύ πιο σκοτεινή φήμη: Σύμφωνα με το θρύλο, ο ίδιος φέρεται να δείπνησε σε δάσος έχοντας γύρω του τους ηττημένους- ζωντανούς ακόμα καρφωμένους στα παλούκια. Δεν είναι γνωστό εάν οι ιστορίες ότι βούταγε το ψωμί του στο αίμα των θυμάτων του, είναι αληθείς, αλλά οι ιστορίες σχετικά με τον απερίγραπτο σαδισμό του είναι γνωστές σε όλη την Ευρώπη.
Συνολικά, ο Βλαντ εκτιμάται ότι σκότωσε περίπου 80.000 ανθρώπους με διάφορα μέσα. Αυτό περιλαμβάνει περίπου 20.000 ανθρώπους που παλουκώθηκαν και στήθηκαν έξω από την πόλη της Ταργκοβίστα. Το θέαμα ήταν τόσο αποκρουστικό ώστε ο Οθωμανός Σουλτάνος Μωάμεθ Β αναγκάστηκε να υποχωρήσει.
Το 1476 οδεύοντας προς μια ακόμη μάχη με τους Οθωμανούς, ο Βλαντ και μια μικρή εμπροσθοφυλακή από στρατιώτες έπεσαν σε ενέδρα και ο πρίγκιπας σκοτώθηκε και αποκεφαλίστηκε ενώ το κεφάλι του παραδόθηκε στον Μωάμεθ Β στην Κωνσταντινούπολη.