Ο πόλεμος έκανε τους ανθρώπους εξαιρετικά δημιουργικούς σε ότι αφορά τα άρματα μάχης. Η ιδέα που επικράτησε ήταν ιπτάμενα άρματα μάχης!
Από την εμφάνιση του άρματος μάχης στα πεδία των μαχών τέθηκε το ερώτημα αύξησης της ευκινησίας και ευελιξίας τους. Σταδιακά τα άρματα απέκτησαν ισχυρότερους κινητήρες, πυροβόλα και θωρακίσεις. Παράλληλα άρχισε να αναπτύσσεται το δόγμα συνεργασίας των αρμάτων με την αεροπορία.
Στη δεκαετία του 1930οι Σοβιετικοί εκτέλεσαν τις πρώτες δοκιμές αερομεταφοράς αρμάτων μάχης και τεθωρακισμένων οχημάτων. Στις δοκιμές χρησιμοποιήθηκαν βαριά βομβαρδιστικά ΤΒ-3. Κάτω από την άτρακτο αυτών προσδένονταν ελαφρά άρματα Τ-27 και Τ-37Α.
Παρά τις επιτυχείς δοκιμές όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αμφότερα τα ελαφρά αυτά άρματα ήταν παρωχημένα. Παρόλα αυτά χρησιμοποιήθηκαν στις σκοτεινές γι την ΕΣΣΔ μέρες της γερμανικής εισβολής. Άρματα T-37A μεταφέρθηκαν μάλιστα από αέρος στη Βιάζμα.
Ωστόσο μια πιο δραστική λύση τέθηκε υπό συζήτηση. Το «ιπτάμενο» άρμα, εφοδιασμένο με πτέρυγες! Ο σχεδιαστής Aram Rafaelyants ανέλαβε το 1933 την υλοποίηση του προγράμματος. Ένα άρμα ΒΤ-2θα προσδένονταν κάτω από ένα ειδικό ανεμόπτερο το οποίο θα διέθετε όμως και έλικα.
Ο τότε υπουργός Άμυνας στρατάρχης Βοροσίλοφ αποδέχτηκε αρχικά τα σχέδια, αλλά τα απέρριψε τελικά με τη δικαιολογία ότι δεν παρείχαν άμεσο αποτέλεσμα αλλά θα έπαιρνε πολύ χρόνο για να καταστεί η ιδέα λειτουργική.
Το 1941 ο σχεδιαστής Όλεγκ Αντόνοφ διατάχθηκε να σχεδιάσει ένα ανεμόπτερο ικανό να μεταφέρει ένα ελαφρύ άρμα T-60. Στο άρμα θα προσαρμόζονταν πτέρυγες διπλάνου με διπλά κάθετα σταθερά. Αμέσως μετά την προσγείωσή του το άρμα θα απέρριπτε τις πτέρυγες και θα πολεμούσε κανονικά.
Επειδή όμως ακόμα και το ελαφρύ T-60 ήταν βαρύ για, αποφασίστηκε η μεταφορά μικρής ποσότητας καυσίμου. Η πτήση του άρματος ελεγχόταν από τη θέση του οδηγού. Ο πύργος στρεφόταν εντελώς προς τα πίσω.
Το «ιπτάμενο» άρμα ονομάστηκε Α-40. Οι εργασίες άρχισαν τον Δεκέμβριο του 1941. Το «ιπτάμενο» άρμα θα ρυμουλκείτο από βαρύ βομβαρδιστικό ΤΒ-3. Οι εργασίες συνεχίστηκαν μέχρι το 1943 οπότε και σταμάτησαν, όπως αναφέρεται στο history-point.gr.
Στις 12 Σεπτεμβρίου 1942 το «ιπτάμενο» άρμα πέταξε για πρώτη φορά με χειριστή τον δοκιμαστή πιλότο Σεργκεί Ανόκιν. Το άρμα που πέταξε δεν είχε πύργο. Παρόλα αυτά το βάρος «έριξε» την ταχύτητα του βομβαρδιστικού ρυμουλκού στα μόλις 80 μίλια ανά ώρα και το άρμα πέταξε σε ύψος μόλις 40 μ. Οι κινητήρες του βομβαρδιστικού σύντομα υπερθερμάνθηκαν αποφασίστηκε η άμεση προσγείωσή του.
Ο Ανόκιν κατάφερε να προσγειώσει το άρμα επιτυχώς και να το οδηγήσει στο αεροδρόμιο αν και παραλίγο να δεχτεί πυρά από τους έκπληκτους φρουρούς. Αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία πτήση του «ιπτάμενου» άρματος.
Ελαφρύ άρμα μάχης Τ-60