Ο Μανουήλ Α΄ ο Κομνηνός (28 Νοεμβρίου 1118 – 24 Σεπτεμβρίου 1180) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας του 12ου αιώνα, ο οποίος βασίλεψε σε μία κρίσιμη καμπή στην ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και της Μεσογείου. Έμεινε στο θρόνο από το 1143 μέχρι το θάνατό του το 1180.
Ο Μανουήλ γεννήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1118 και ήταν ο νεώτερος από τους τέσσερις γιους του Ιωάννη Β΄ Κομνηνού και της Πιρόσκας (Ειρήνης) των Άρπαντ. Έχοντας χάσει τους δύο μεγαλύτερους πρόωρα, ο Ιωάννης τον θεώρησε καταλληλότερο έναντι του πρεσβύτερου Ισαάκ. Με όμορφο παρουσιαστικό, βαθειά μόρφωση και μεγάλες στρατιωτικές και ηγετικές ικανότητες, ο Μανουήλ είχε όλα τα προσόντα ενός άξιου διαδόχου.
Το 1144, ο Άραβας Ιμάντ αντ-Ντιν Ζενγκί κατέλαβε την Έδεσσα (σημερινή Ούρφα), και την έπνιξε στο αίμα. Ο Πάπας Ευγένιος Γ΄, κάλεσε το βασιλιά Λουδοβίκο Γ΄ της Γαλλίας και τον Κορράδο Γ΄ Χοενστάουφεν της Γερμανίας σε νέα Σταυροφορία. Η είδηση της επικείμενης νέας Σταυροφορίας προκάλεσε μεγάλο πονοκέφαλο στο Μανουήλ, ο οποίος είχε πολύ καλά υπόψη του το τί είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της βασιλείας του παππού του στην Α΄ Σταυροφορία. Όντως, τα Γαλλικά και Γερμανικά στρατεύματα της Β΄ Σταυροφορίας περνώντας από τα βυζαντινά εδάφη, επέφεραν το χάος. Ο Μανουήλ κατάφερε να τους διοδεύσει, παρακάμπτοντας τη Βασιλεύουσα, άμεσα προς τη Μικρά Ασία όπου σταδιακά συνετρίβησαν από τους Τούρκους και τους Άραβες, καθότι δε διέθεταν ούτε τα μέσα, ούτε την εκπαίδευση, αλλά ούτε και την κατάλληλη ηγεσία για να επιτύχουν στο φιλόδοξο εγχείρημά τους. Δεν κατόρθωσαν να απελευθερώσουν ούτε μια σπιθαμή γης. Η τραγική αποτυχία της Β’ Σταυροφορίας εμβάθυνε την αμοιβαία αντιπάθεια Βυζαντινών και Δυτικών, ενώ καταβαράθρωσε την εικόνα στρατιωτικής ισχύος που είχε η Δύση απέναντι στους βαρβαρικούς λαούς των Τούρκων και Αράβων.
Τον ίδιο καιρό, ο στόλος του βασιλιά Ρογήρου B΄ της Σικελίας εξεστράτευσε κατά Δυτικών επαρχιών του Βυζαντίου, προκαλώντας την οργή του Μανουήλ, που αναγκάστηκε να λάβει τα μέτρα του. Μετά τη Β΄ Σταυροφορία ο Μανουήλ στράφηκε προς μια προσπάθεια επανάκτησης των Ιταλικών επαρχιών, που αποτελούσε προσωπικό του όραμα. Μετά από σύντομες αντιπαραθέσεις εναντίον Σέρβων και Ούγγρων εισβολέων, αποφάσισε να αντιμετωπίσει το βασιλιά Ρογήρο της Σικελίας. Ο Ρογήρος όμως πέθανε, και ο διάδοχος γιος του Γουλιέλμος Α΄ δεν είχε τις ικανότητες του πατέρα του. Έτσι, Βυζαντινά στρατεύματα υπό τους στρατηγούς Ιωάννη Δούκα και Μιχαήλ Παλαιολόγο, με τη σύμφωνη γνώμη του Πάπα Αδριανού Δ΄, προσωρινά απελευθέρωσε όλη τη νότια Ιταλία. Δυστυχώς όμως ο Γουλιέλμος επανήλθε με σειρά συμμαχιών, και η όλη προσπάθεια κατέληξε σε μια συμφωνία του 1158, με την οποία ουσιαστικά οι βυζαντινές βλέψεις προς την Ιταλία έλαβαν τέλος.
Ο Μανουήλ στράφηκε ξανά προς την Ανατολή. Ταξίδεψε στην Αντιόχεια, όπου επέβαλε τη βυζαντινή εξουσία. Συμμάχησε με το βασιλιά του σταυροφορικού βασιλείου της Ιερουσαλήμ Βαλδουίνο Γ΄ Ανζού, νυμφεύτηκε σε 2ο γάμο την πριγκίπισσα Μαρία της Αντιόχειας και συνήψε ειρήνη με τον Τούρκο Κιλίτζ-Αρσλάν και το Σαρακηνό Νουρ-εντ-Ντιν. Ο γάμος του με την Μαρία (Ξένη), την ομορφότερη γυναίκα της εποχής, δημιούργησε τριβές με το νοτιο-γαλλικό οίκο Rouergue που όριζε τις κομητείες της Τουλούζης (στη νότιο Γαλλία) και της Τριπόλεως (στην Ανατολή ή Λεβάντε), και με τους περισσότερους από τους Χριστιανούς άρχοντες του Λεβάντε. Συγκεκριμένα, όταν ύστερα από το θάνατο της 1ης συζύγου του Γερμανίδας Μπέρθας (Ειρήνης) του Ζούλτσμπαχ εστάλησαν στους Αγίους Τόπους ο Ιωάννης Κοντοστέφανος, ο δραγομάνος Θεοφύλακτος και ο ακόλουθος της φρουράς των Βαράγγων ο Βασίλειος Καματηρός για να επιλέξουν κάποια από τις λεβαντίνες αριστοκράτισσες ως νέα σύζυγο για τον αυτοκράτορα, αυτοί προτίμησαν την πολύ όμορφη Μαρία από το ήδη υποτελές πριγκιπάτο της Αντιοχείας, παρά την κατά τι λιγότερο όμορφη αλλά με πολύ πιο μεγάλη επιρροή Μελισσάνθη, κόρη του κόμητα της Τριπόλεως Ραϊμόνδου Β΄ Rouergue και ανιψιά της βασίλισσας της Ιερουσαλήμ Μελισσάνθης του Ρετέλ.
Ο Μανουήλ, προσπάθησε να περιορίσει τη Ενετική ισχύ, καθώς και να επιλύσει τα προβλήματα από συνεχείς απειλές στις Δυτικές επαρχίες, χωρίς όμως απόλυτη επιτυχία. Παράλληλα, ο Μανουήλ αναμείχθηκε ενεργά στις υποθέσεις του Ουγγρικού βασιλείου. Το 1167 ο Μπέλα, διεκδικητής του ουγγρικού θρόνου έγινε, με τη βοήθεια του Μανουήλ, βασιλιάς της Ουγγαρίας ως Μπέλα Γ΄ και συνήψε συνθήκη με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Τον επόμενο χρόνο, πιθανόν εκπληρώνοντας μυστικό όρο της συμφωνίας ανάμεσα στα δύο μέρη, βυζαντινά στρατεύματα εισέβαλαν στις ουγγρικές επαρχίες της Δαλματίας και της Βοσνίας και τις κατέλαβαν. Δυστυχώς, η στροφή ενδιαφέροντος προς τη Δύση, έδωσε περιθώριο στον Κιλίτζ-Αρσλάν να κινηθεί ενάντιά του. Ο Μανουήλ συγκέντρωσε μεγάλες δυνάμεις και εξεστράτευσε εναντίον του. Όμως, ένα σοβαρό στρατιωτικό λάθος οδήγησε το 1176 το σύνολο του Βυζαντινού στρατού σε ενέδρα στην περιοχή του Μυριοκεφάλου της Μικράς Ασίας. Τα Βυζαντινά στρατεύματα κατεσφάγησαν, αν και ο Μανουήλ κατόρθωσε την ύστατη στιγμή να συνάψει ειρήνη. Η ήττα του Μυριοκεφάλου αποτέλεσε μεγάλο χτύπημα για τον ίδιο τον Μανουήλ, και συγχρόνως ήταν αποφασιστικής σημασίας για την τύχη της Μικράς Ασίας. Τα επόμενα χρόνια και παρ’ όλη την αντίσταση που συνέχισαν να προβάλουν οι Βυζαντινοί, οι Τούρκοι σταθεροποιήθηκαν και συνέχισαν να προχωρούν δυτικά.
Το Βυζάντιο στο τέλος της βασιλείας του Μανουήλ Κομνηνού (1180)
Το 1180, ο Μανουήλ αρρώστησε και στις 24 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους πέθανε, αφήνοντας τον ανήλικο γιο του, Αλέξιο Β΄, ως τυπικό διάδοχο.
Οικογένεια
Η πρώτη σύζυγός του ήταν η Μπέρτα/Βέρθα, κόρη τού Βερεγγάριου Β΄ κόμη τού Ζούλτσμπαχ στη Βαυαρία. Ο γάμος έγινε επειδή η αδελφή της Γερτρούδη ήταν σύζυγος τού Κορράδου Γ΄ των Χοενστάουφεν βασιλιά της Γερμανίας και ο Μανουήλ Α΄ ήθελε τη συμμαχία του. Βαπτίστηκε Ειρήνη· οι πηγές την αναφέρουν ως Ειρήνη η εξ Αλαμανών, αλλά φαίνεται πως δεν έλκυε των Μανουήλ Α΄ και δεν τον γοήτευε. Άλλωστε φαίνεται, πως παραμελούσε και η ίδια τον εαυτό της, δίνοντας έμφαση σε θέματα αρετής. Ο Μανουήλ Α΄ είχε πολλές ερωμένες, όπως την ανιψιά του Θεοδώρα Βατάτζη, κόρη της αδελφής του Ευδοκίας. Η αιμομικτική σχέση του διήρκεσε από 1152 έως το 1162. Την εγκατέστησε στο παλάτι με επίσημα δικαιώματα· αυτή συμπεριφερόταν αλαζονικά. Η Ειρήνη υπήρξε αφοσιωμένη στον Αυτοκράτορα και ασχολήθηκε με έργα ευποιΐας και φιλανθρωπίας. Αφοσιώθηκε στην ανατροφή των τέκνων της:
- Μαρία 1152-1182. Αρραβωνιάστηκε τον Μπέλα Γ΄ της Ουγγαρίας, τον οποίο ο Μανουήλ Α΄ τον έκανε δεσπότη και τον προόριζε για διάδοχο, μια και δεν είχε ακόμη διάδοχο. Όταν όμως γεννήθηκε ο γιος του, ο αρραβώνας χάλασε. Έπειτα αρραβωνιάστηκε τον Γουλιέλμο Β΄ της Σικελίας, αλλά και αυτός ο αρραβώνας χάλασε. Τελικά η Μαρία παντρεύτηκε τον Ρενιέ του Μομφερράτου, τον οποίο ο Μανουήλ Α΄ τον έκανε καίσαρα. Όταν απεβίωσε ο μόνος γιος τού Μανουήλ Α΄, η Μαρία και ο Ρενιέ διεκδίκησαν την εξουσία, αλλά τους δηλητηρίασε ο Ανδρόνικος Α΄ Κομνηνός.
- Άννα 1154-1158, απεβ. 4 ετών.
Η Θεοδώρα, που συνέχισε να έχει σχέση με τον Μανουήλ Α΄ και μετά τον θάνατο της συζύγου του (τέλη 1159, αρχές 1160), έμεινε έγκυος, γεννώντας έναν φυσικό τέκνο:
- (νόθος) Αλέξιος 1160-μετά το 1191, σεβαστοκράτορας.
Η σχέση τερματίστηκε, όταν ο Μανουήλ Α΄ νυμφεύτηκε τη Μαρία της Αντιοχείας (25 Δεκεμβρίου 1161) περίφημη για την ομορφιά της. Η Μαρία ήταν κόρη τού Ραϋμόνδου των Πουατιέ μικρότερου αδελφού τού δούκα της Ακουιτανίας και της Κωνσταντίας των Ωτβίλ πριγκίπισσας της Αντιοχείας. Ο Μανουήλ Α΄ είχε ζητήσει σύζυγο από τα Σταυροφορικά κράτη. Η Μαρία είχε το παρωνύμιο η Ξένη. Είχαν τέκνα:
- Αλέξιος Β΄ 1169-1183, Αυτοκράτορας των Ρωμαίων. Ως ανήλικος επιτροπευόταν από τον Ανδρόνικο Α΄ Κομνηνό, που τον εκτόπισε και σφετερίστηκε την εξουσία. Απεβ. 14 ετών.
Ο Μανουήλ Α΄ φρόντισε να αποκαταστήσει και την ερωμένη του Θεοδώρα, παντρεύοντάς την με τον στρατηγό Νικηφόρο Χαλούφη, ενώ τόσο αυτή όσο και ο νόθος γιος έλαβαν τεράστια πλούτη. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της παράνομης σχέσης, ο Πατριάρχης δεν αντέδρασε.[1]
Από την ερωμένη του Μαρία Ταρωνίτισσα, σύζυγο τού Ιωάννη Κομνηνού τού πρωτοβεστιαρίου, είχε φυσικά τέκνα:
- (νόθος) Αλέξιος Κομνηνός, πιγκέρνης. Διέφυγε το 1184 από την Κωνσταντινούπολη και έγινε ο φαινομενικός αρχηγός της Νορμανδικής εισβολής και της άλωσης της Θεσσαλονίκης το 1185.
Από άλλες ερωμένες:
- (νόθη) γενν. π. 1150, παντρεύτηκε τον Θεόδωρο Μαυροζώμη και είχε γιο:
- Μανουήλ Μαυροζώμης απεβ. π. 1230. Η κόρη του παντρεύτηκε τον Καϊχοσρόη Α΄ σουλτάνο των Σελτζούκων στο Ικόνιο.
- (νόθη) γενν. π. 1155. Της κόρης της γιος ήταν ο:
- Δημήτριος Τορνίκης.
Αποτίμηση
Map of the Byzantine Empire under Manuel, c. 1180
Για τους ρήτορες της αυλής του, ο Μανουήλ ήταν ο «Θείος αυτοκράτωρ». Μια γενεά μετά το θάνατό του, ο Χωνιάτης τον ανέφερε ως «τον πιο ευλογημένο ανάμεσα στους αυτοκράτορες». Ο Ιωάννης Φωκάς, στρατιώτης που πολέμησε στο στρατό του Μανουήλ, τον χαρακτήρισε μερικά χρόνια αργότερα ως τον «ένδοξο και κοσμοσωτήριο αυτοκράτορα». Ο Μανουήλ έμεινε ονομαστός στη Γαλλία, την Ιταλία και τα σταυροφορικά κράτη ως ο ισχυρότερος ηγεμόνας του κόσμου. Ο Γουλιέλμος της Τύρου ονόμαζε τον Μανουήλ «σοφό και διακριτικό πρίγκιπα μεγάλης μεγαλοπρέπειας, άξιο επαίνων από κάθε άποψη», «μεγαλόψυχο άνδρα ασύγκριτης ενέργειας», του οποίου «η μνήμη θα διατηρείται πάντα σεβαστή.»
Νομίσματα
Ο Μανουήλ Α’ έκοψε χρυσά υπέρπυρα, άσπρα τραχέα από ήλεκτρο, άσπρα τραχέα από κράμα χαλκού με λίγο άργυρο και χαλκά τεταρτηρά. Μερικά φτιάχθηκαν και στο νομισματοκοπείο της Θεσσαλονίκης, όπου κόπηκαν και χάλκινα ημίσεα τεταρτηρών.
Στο υπέρπυρον εικονίζεται στεφηφόρος ο Μανουήλ Α΄ να στέκεται φορώντας διβιτήσιον και χλαμύδα. Κρατεί το λάβαρον στο δεξί χέρι και στο άλλο σφαίρα με πατριαρχικό σταυρό επάνω της. Επάνω δεξιά τον ευλογεί η χείρα του Θεού. Επιγραφή: MANΟΥΗΛ ΔΕCΠΟΤΗ ΤΩ ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΩ. Στην άλλη όψη ο Εμμανουήλ (νεαρός Χριστός) φορεί πάλλιο και κολόβιον ενώ ευλογεί με το δεξί χέρι.
Βιβλιογραφία
- Norwich, J.J. «Byzantium», Vol. III-The Decline and Fall
- Vasiliev, A. «History of the Byzantine Empire, 324–1453»
- Ostrogorsky, G. «History of the Byzantine State»
- Άγγελος Σ. Βλάχος, Οι τελευταίοι γαληνότατοι σσ. 220-259, 6η έκδοη 2000, Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
- Paul Magdalino, Η Αυτοκρατορία του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού 1143-1180, μτφρ. Αγλαΐα Κάσδαγλη, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2008
- Γεώργιος Χαριζάνης, «Αιμομικτικές σχέσεις Βυζαντινών Αυτοκρατόρων. Οι περιπτώσεις του Ηρακλείου (610-641) και του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180) και η στάση της Εκκλησίας», Βυζαντινός Δόμος τομ. 19-20-21 (2011, 2012,2013), σελ.63-76